evrytanikospalmos.gr

Ο Ευρυτάνας της Εβδομάδας

Στέλιος Δ. Υφαντής (1875-1971)

Ο λαϊκός εκκλησιαστικός λεπτουργός & ιεροψάλτης

Στο νεκροταφείου του χωριού στη Μεγάλη Κάψη της Δ. Φθιώτιδας, σ’ ένα ταπεινό τάφο, αναπαύεται ο παππούς μου Στέλιος Υφαντής. Ελάχιστοι Μεγαλοκαψιώτες και μη έχουν πλέον απομείνει που να τον θυμούνται κι απ’ αυτούς οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν το μέγεθος της προσφοράς του, όπως την αγνοούσαν και παλιότερα όταν κυκλοφορούσε ανάμεσά τους στο χωριό, σαν λαϊκού εκκλησιαστικού καλλιτέχνη- ξυλογλύπτη της Ρούμελης και ειδικά της Ευρυτανίας και Φθιώτιδας. Η Μεγάλη Κάψη ήταν η δεύτερη πατρίδα του.

Ο πατέρας του Δημήτρης γεννήθηκε και έζησε τα χρόνια του πρώτου γάμου του με τη γυναίκα του Ελένη, όπως και του δεύτερου, από τα μέσα μέχρι και λίγο πριν το τέλος του 19ου αιώνα στ’ Άγραφα. Το επάγγελμά του ήταν τσαρουχάς. Έζησαν εκεί που… βρέθηκαν, όπως οι πρόγονοί τους πριν και πάνω από χιλιάδες χρόνια σαν πιστοί ορθόδοξοι χριστιανοί αντί, παμπάλαια, σαν θεοσεβούμενοι παγανιστές.

Έκαναν δυο παιδιά, τον παππού Στυλιανό (Στέλιο) και την Αναστασία ή τους έμειναν δυο παιδιά. Τα χρόνια εκείνα για να μεγαλώσουν κάποιων δυο παιδιά θα πρέπει να είχαν γεννήσει τουλάχιστον τέσσερα. Με το θάνατο του πατέρα του, έφηβος, ακολούθησε σαν παραγιός Ηπειρώτες «τεχνίτες» του ξύλου που πέρασαν απ’ το χωριό του, όπως μου είχε ο ίδιος πει, όταν παιδί ακόμα τον ρώτησα, «πώς έμαθε τη τέχνη του ξυλογλύπτη».

Λιτός στις συζητήσεις του, σύντομος, δωρικός στην ομιλία του, δεν έλεγε πολλά για τη ζωή του και τους ανιόντες του, ούτε ακόμη στη κόρη του, μητέρα μου Δέσποινα (Δέσπω), ούτε στον γιο του Βαγγέλη, ετεροθαλή αδελφό της.

Στυλιανός Δ. Υφαντής από φωτογραφία του 1928

Στις ερωτήσεις τους, όπως και στις ανάλογες ερωτήσεις συγγενών και φίλων, απαντούσε στενοχωρημένος:

– Αφήστε με, μη με ρωτάτε. Πέρασα τα μαρτύρια  του Ιώβ!!

Παντρεύτηκε τη Φωτεινή απ’ τη Καρύτσα της Ευρυτανίας, με την οποία απέκτησε τρία αγόρια, τον Γιώργο, τον Δημήτρη και τον Βαγγέλη και δυο θυγατέρες, την Ελένη και τη μικρότερη απ’ όλους Δέσποινα, την μητέρα μου. Έμειναν στο Καρπενήσι της εποχής, στην κεντρική του πλατεία, απ’ όπου ανέπτυξε το περισσότερο έργο του στη Ρούμελη. Γι’ αυτό, σε κάποια παλιότερα περιοδικά και οδοιπορικούς χάρτες της Ευρυτανίας που βρέθηκαν στα χέρια μου, αναφερόταν παλιότερα σαν Καρπενησιώτης ξυλογλύπτης.

Η πρώτη του οικογένεια πραγματικά ξεκληρίστηκε. Τα δυο του αγόρια έφυγαν απ’ ασθένειες μη θεραπεύσιμες εκείνη την εποχή με την έλλειψη αντιβίωσης, συγκεκριμένα από πνευμονία. Η γυναίκα του Φωτεινή, το τρίτο αγόρι και η Ελένη από την γρίπη του 1918, μια επιδημία που είχε σαρώσει την περιοχή το 1918 με 19 και τον κόσμο όλο με εκατομμύρια θύματα. Επέζησε η Δέσπω.

Τη Φωτεινή, το αγόρι και τα δυο κορίτσια, οι αρχές έκλεισαν στο σπίτι τους σφραγίζοντάς το, μαζί και με άλλα σπίτια, για λόγους προληπτικούς. Να μη μεταδοθεί η θανατηφόρα ασθένεια. Κάτι σαν την αρχαία χολέρα. Ο παππούς ειδοποιημένος σε κάποιο χωριό όπου εργαζόταν, ήλθε και χωρίς να του επιτρέπεται η είσοδος στο σπίτι του, εφοδίαζε την οικογένεια του με τρόφιμα, τα τότε φάρμακα, νερό, μ΄ ένα καλαθάκι που του κατέβαζαν δεμένο σε μια τριχιά…

Ο Στέλιος Υφαντής στο Κάψη με την σύζυγό του Ειρήνη και την θυγατέρα του Δέσπω. Καθιστή η αδελφή του Αναστασία, γιαγιά Ανδρέαινα Φλέσσα (φωτό του 1928)

Πήγε την επτάχρονη Δέσπω να μείνει στο σόι της μάνας της στη Καρύτσα. Η αδελφή του, παντρεμένη με τον Ανδρέα Φλέσσα στη Μεγάλη Κάψη στην ορεινή Φθιώτιδα, η αποκαλούμενη από τους συγχωριανούς Ανδρέαινα ή Ανδρίτσαινα, πολυαγαπημένη γιαγιά των παιδικών μου χρόνων, ανέλαβε να ξαναπαντρέψει τον αδελφό της. Του προξένεψε την Ειρήνη (Ρήνω) Ποντικού, χήρα επώνυμου συγχωριανού, του Σακελάρη.

Το προξενιό ρίζωσε, παντρεύτηκαν το 1928. Έτσι ο παππούς Στέλιος δημιούργησε την νέα του οικογένεια στο χωριό, όπου πήρε και τη 16χρονη τότε μητέρα μου, που σύντομα απέκτησε αδελφό, τον θείο- αδελφό Ευάγγελο (Βαγγέλη) Υφαντή. Τον αναφέρω με τον χαρακτηρισμό αυτό λόγω της διετούς μόνο διαφοράς του στην ηλικία με τον μεγαλύτερο από μένα κατά δέκα χρόνια αδελφό μου  Κώστα και από την αντιμετώπισή και αγάπη μας προς αυτόν απ’ όλη την οικογένειά μας, σαν σε αδελφό μας.

Έτσι και για μένα, γεννημένο στο Κάψη, μεγαλωμένο στο Πειραιά και το καλοκαιρινό συνήθως Κάψη που μας έσωσε κυριολεκτικά από την πείνα της Κατοχής(2),(3), στο παλιό σπίτι της γιαγιάς Ρήνως μισοκαταστραμμένο κι ετοιμόρροπο με την επιστροφή των χωριανών που τους απομάκρυναν λόγω του Εμφυλίου, έγινε το και το δικό μου χωριό. Δυστυχώς δεν έχει διασωθεί από το σόι φωτογραφία αυτού του σπιτιού, που είχε κατασκευαστεί από Ηπειρώτες τεχνίτες της πέτρα και του ξύλου.

Ο παππούς με την βοήθεια του Βαγγέλη το γκρέμισαν σαν επικίνδυνο και δίπλα βελτίωσαν ένα σπιτόπουλο, το λεγόμενο «παλιόσπιτο» για την πρόχειρη κατασκευή του, μέχρι που ο Βαγγέλης πολύ αργότερα με προσωπική του εργασία έφτιαξε αυτό που υπάρχει σήμερα με εντελώς ντόπια υλικά.

Το «σπιτόπουλο» του Στέλιου Υφαντή στο Κάψη, όπου έζησε τα τελευταία χρόνια της μοναχικής ζωής του

Τον θυμάμαι παιδάκι σε κάποια καλοκαίρια των διακοπών μου στο Κάψη, μετά το θάνατο της πολυαγαπημένης γιαγιάς Ειρήνης, να δουλεύει σε μεγάλη ηλικία πια τα τελευταία του έργα. Το σχεδίασμα μ΄ ένα μελανί μολύβι που σάλιωνε πάνω σε ημιδιαφανή χαρτιά, ιερών αμπέλων με τα φύλλα τους, τα τσαμπιά τους με σταφύλια, τις γιρλάντες, περιστερές και άλλα, που μετά τα περνούσε σε καλολειασμένη καρυδιά, για ν’ αρχίσει στη συνέχεια τη ξυλογλυπτική, χωρίς κανένα από τα σύγχρονα εργαλεία, μόνο με τα κοφτερά του σκαρπέλα και το ξύλινο σφυρί. Κάθε τόσο έλεγχε με μεγάλη προσήλωση το έργο του από κάθε μεριά με το μάτι και την αφή του, διορθώνοντας μικρολεπτομέρειες. Στο τέλος  ετοίμαζε και το πέρναγε με  λούστρο.

Τελευταίο του, όχι σπουδαίο έργο, με δωρεάν εργασία, ήταν το τέμπλο και άλλα ξυλουργικά της εκκλησιάς της Κοίμησης της Θεοτόκου (Παναγίας του νεκροταφείου του χωριού του 1693) που αναστηλώθηκε από τους χωριανούς μετά την πυρκαγιά του 1944.

(Γράφει ο Νίκος Δ. Παπαδιονυσίου, ΜΜΜ/ΕΜ, πηγή: www.fthiotikos-tymfristos.blogspot.com)

Δεκάδες εκκλησίες και μοναστήρια της Ρούμελης κοσμούνται με τα αριστουργήματα της ξυλογλυπτικής τέχνης του Αγραφιώτη Στέλιου Υφαντή. Τέμπλα, Άμβωνες, προσκυνητάρια   και Δεσποτικά είναι κυρίως τα δημιουργήματά του, προϊόντα όχι μόνο της φαντασίας και τεχνικής του, αλλά και της αστείρευτης χριστιανικής του πίστης και γνώσης, έναντι των  πολύ χαμηλών σύμφωνα με την εποχή αμοιβών. Ο Στέλιος Υφαντής έμαθε την τέχνη της ξυλογλυπτικής στην εφηβεία του από Ηπειρώτες τεχνίτες και της αφιερώθηκε για μια ολόκληρη ζωή. Μεγάλο Χωριό, Κρίκελλο, Καρύτσα Προυσού, Ανίαδα, Κλαυσί, Μαραθιάς, Ραπτόπουλο, Ροσκά, Μυρίκη, Καστανιά, Δολιανά, Καλεσμένο, Κερασοχώρι, Φιδάκια, Τόρνος, Στένωμα, είναι μόνο μερικοί από τους Ιερούς Ναούς της Ευρυτανίας που βρίσκουμε τα τέμπλα και τα υπόλοιπα εκκλησιαστικά δημιουργήματά του.

Exit mobile version