Θέση και ιστορικά στοιχεία

Αναπαράσταση του οικισμού από την εικαστικό Ιωάννα Ξέρα

Ο οικισμός της Παλιάς Βίνιανης είναι ορεινός, χτισμένος σε υψόμετρο 700 μ, στην πλαγιά του όρους Τυμφρηστού (Βελούχι) στα Άγραφα κοντά στον ποταμό Μέγδοβα (Ταυρωπο), σε απόσταση 30 περίπου χιλιομέτρων βορειοδυτικά του Καρπενησίου. Η αρχική ίδρυση του οικισμού δεν είναι προσδιορισμένη. Στα νότια της σημερινής θέσης του, στον λόφο του Αγίου Γεωργίου έχουν εντοπιστεί λείψανα αρχαίας οχύρωσης και άφθονη επιφανειακή κεραμική.

Με την συνθήκη του Ταμασίου που υπογράφτηκε στις 10 Μαΐου 1525 μεταξύ του Βεγλέρ Βέη πασά της Λάρισας και των προυχόντων των χωριών των Αγράφων η περιοχή των Αγράφων απέκτησε καθεστώς αυτονομίας την περίοδο της Τουρκοκρατίας με την  υποχρέωση να καταβάλλει ετήσια φορολογία στις Οθωμανικές αρχές. Σύμφωνα με αυτή οι κοινότητες των Αγράφων είχαν το αυτοδιοίκητο, απαγορεύονταν να κατοικούν Τούρκοι στην περιοχή και διασφαλίζονταν η ελεύθερη επικοινωνία μεταξύ πεδινών και ορεινών περιοχών και η ελεύθερη κίνηση των πληθυσμών.

Έτσι η Παλιά Βίνιανη μαζί με τους υπόλοιπους διασπαρμένους οικισμούς της Επαρχίας των Αγράφων αποτέλεσε κατά τους προεπαναστατικούς χρόνους αλλά και κατά την διάρκεια του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα του 1821 ενιαίο ιστορικά και πολιτισμικά σύνολο. Από τα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ου, αρχίζει η συστηματική κατασκευή κατοικιών από ντόπιους, εύπορους μετανάστες της Αμερικής που επαναπατρίζονται.

Ιστορικά ο οικισμός συνδέθηκε άμεσα με την Νεώτερη Πολεμική Ιστορία της Ελλάδας λόγω της δράσης της Εθνικής Αντίστασης, κυρίως με την εγκατάσταση της Συμμαχικής Βρετανικής Ομάδας Ειδικών Δυνάμεων (αποστολή «Harling»), με επικεφαλείς τους αξιωματικούς Εddie Myers και Chris Woodhouse και την στοχευμένη και θρυλική επιχείρηση, της ανατίναξης της Σιδηροδρομικής Γέφυρας του Γοργοπόταμου το1942, η οποία χαρακτηρίζεται από τον Winston Churchill  ως η σπουδαιότερη μέχρι τότε δολιοφθορά και μία από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ανυψώνοντας το ηθικό του δοκιμαζόμενου Ελληνικού Λαού.

Στις 10 Μαρτίου 1944 συγκροτείται η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (Π.Ε.Ε.Α), γνωστή ως “Κυβέρνηση του Bουνού”, η οποία ορκίστηκε και συνεδρίασε στο Δημοτικό Σχολείο του Οικισμού (σημερινό Μουσείο Εθνικής Αντίστασης) και η Παλιά Βίνιανη γίνεται «πρωτεύουσα της Ελεύθερης Ελλάδας». Ο οικισμός πυρπολήθηκε και κάηκε από τους γερμανούς (καταστροφή 40 σπιτιών) τον Αύγουστο του 1944, κατά τις επιδρομές που εξαπέλυσαν σε όλη την Ευρυτανία (ολική πυρπόληση/ανατίναξη Καρπενησίου). Το τέλος του οικισμού της Παλιάς Βίνιανης επήλθε με τους μεγάλους και καταστροφικούς σεισμούς της Ευρυτανίας τον Φεβρουάριο του 1966. Ο οικισμός εγκαταλείφθηκε από τους περισσότερους κατοίκους λόγω των καταστροφών που υπέστησαν πολλές από τις κατοικίες. Η Παλιά Βίνιανη χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως «ιστορικός τόπος» με την Υπουργική Απόφαση ΥΠΠΟ /ΥΑ ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/1257/31799/21.7.1988 (ΦΕΚ 592/Β/24.8.1988) λόγω του αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος που παρουσιάζει  και λόγω της άμεσης σύνδεσής της με τη νεότερη Ελληνική Ιστορία.

Η Αρχιτεκτονική

Ανήκει στην κατηγορία των ορεινών οικισμών της κεντρικής Ελλάδας με αξιόλογα μορφολογικά και πολεοδομικά στοιχεία που συγκροτούν σύνολο σημαντικο αρχιτεκτονικού και πολεοδομικού ενδιαφέροντος. Έξω από τον οικισμό και λίγο πριν την είσοδό του προβάλλεται τo μονότοξο πέτρινο γεφύρι της Βίνιανης, φτιαγμένο από ντόπιο Βινιανίτικο λιθάρι, ενώνοντας τις όχθες του Μέγδοβα ποταμού Κατασκευάστηκε κατά την μέση Οθωμανική Περίοδο, περίπου κατά το β΄μισό του 17ου αιώνα και συνέδεε το Καρπενήσι, με τα Άγραφα και το Βάλτο. Μαζί με τα γεφύρια του Μανώλη στον Αγραφιώτη και της Τατάρνας στον Αχελώο ήταν τα μοναδικά ασφαλή περάσματα των ποταμών στον άξονα αυτόν.

Η πολεοδομική διάρθρωση και οργάνωση του οικισμού είναι αποτέλεσμα της ανώνυμης παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και λαϊκής τέχνης, προσαρμοσμένης στον τόπο, στο τοπίο και στις καιρικές συνθήκες. Η διάβαση στον οικισμό γίνεται από τον κεντρικό δρόμο ενώ ο πολεοδομικός του ιστός συμπληρώνεται με ένα πλέγμα από δευτερεύοντες λιθόστρωτους δρόμους (καλντερίμια) που φτάνουν μέχρι και το τελευταίο σπίτι. Στην πλατεία του οικισμού βρίσκεται μαρμάρινη κρήνη με πλυσταριό που εξυπηρετούσε τις λειτουργικές ανάγκες των κατοίκων. Τα περισσότερα κτήρια είναι διώροφα, στεγασμένα με ξύλινες κεραμοσκεπές ενώ υπάρχουν και βοηθητικά ισόγεια κτίσματα απλούστερης μορφής. Το μορφολογικό τους ύφος είναι απόλυτο και αυστηρό. Έχουν ορθογώνιες κατόψεις, καθαρούς όγκους με συμμετρική διάταξη των στοιχείων τους. Όλα τα κτήρια είναι πετρόκτιστα, με χρήση λευκών και σκούρων λίθων, αγκωναριών και παραστάδων στα ανοίγματα.

Το Μουσείο Εθνικής Αντίστασης

Το Δημοτικό Σχολείο Παλιάς Βίνιανης (1935), νυν Μουσείο Εθνικής Αντίστασης

Στις ανατολικές παρυφές βρίσκεται το Παλιό Δημοτικό Σχολείο, κατασκευασμένο το 1938 με κονδύλια της Βασιλικής Πρόνοιας και σχέδια του Υπουργείου Παιδείας, σύμφωνα με το τύπο του Διτάξιου Δημοτικού Σχολείου. Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κτήρια του οικισμού, συνδεδεμένο άμεσα με τα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν το 1944. Ως ιστορικό κτήριο και αντιπροσωπευτικό δείγμα αρχιτεκτονικής σχολικού κτηρίου της περιόδου του ’30, χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως «ιστορικό διατηρητέο μνημείο» με την Υπουργική Απόφαση ΥΠΠΟ /ΔΙΛΑΠ /Γ/924 / 13405/15.4.1986 (ΦΕΚ 333/Β/15.5.1986) και μετατράπηκε σε Μουσείο Εθνικής Αντίστασης.

Πρόκειται για μονώροφο κτήριο, με κάτοψη σε σχήμα ορθογώνιου παραλληλόγραμμου, κατασκευασμένο από λαξευτή τοπική πέτρα. Η σημαντικότερη πηγή πληροφοριών για το σχολείο, είναι το φωτογραφικό αρχείο του φωτογράφου της Αντίστασης Σπύρου Μελετζή « Με τους αντάρτες στα βουνά».

Εντός του μουσείου γίνεται αναπαράσταση του χώρου συνεδριάσεων και εκτίθεται σειρά ανατυπωμένων φωτογραφιών από τη ζωή στο χωριό όταν ήταν έδρα της «Κυβέρνησης του Βουνού». Υπάρχουν τα χαρτονομίσματα και τα γραμματόσημα που τυπώνονταν στο τυπογραφείο του ΕΛΑΣ. Ξεχωριστή θέση έχει ένας γερμανικός χάρτης στον οποίο αποτυπώνονται οι περιοχές που είχαν απελευθερωθεί πριν από την παράδοση του Γ΄ Ράιχ. Μπροστά στο σχολείο έχουν τοποθετηθεί οι προτομές των δέκα μελών της «Κυβέρνησης του Βουνού».

Η παραδοσιακή ναοδομία

      Ο 16ος-17οςαιώνας είναι πολύ σημαντικός για την περιοχή των Αγράφων. Το 1525 υπογράφεται η Συνθήκη του Ταμασίου μεταξύ του Βεγλέρ Βέη πασά  της Λάρισας και των προυχόντων των χωριών των Αγράφων με την οποία ενδυναμώνονταν ένα καθεστώς αυτονομίας και  αυτοδιοίκησης των Αγράφων, με παραχωρήσεις και προνόμια για τον πληθυσμό σε σχέση με την Οθωμανική Διοίκηση. Επακόλουθο αυτής ήταν η σημαντική πληθυσμιακή και οικονομική άνοδος, απόρροια  των ομαδικών μετακινήσεων από τα αστικά κέντρα και τις πεδινές περιοχές προς τα ορεινά και δυσπρόσιτα βουνά των Ευρυτανικών Αγράφων λόγω κυρίως της σταθερότητας, της ηρεμίας, της οικονομικής δυνατότητας που δημιουργείται με την ελεύθερη επικοινωνία των κατοίκων των Αγράφων με την πεδιάδα της Θεσσαλίαςκαι την απελευθέρωση του εμπορίου λόγω των προνομίων της συνθήκης.

      Οι παράγοντες αυτοί οδήγησαν σε μία εντυπωσιακή σε μέγεθος και ποιότητα ναοδομική δραστηριότητα και τέχνη στην περιοχή σε όλο τον ορεινό όγκο των Αγράφων που υλοποιήθηκε κυρίως από συντεχνίες Ηπειρωτών μαστόρων-χτιστάδων. Επιδράσεις της ναοδομικής αυτής αρχιτεκτονικής δέχτηκε αργότερα και ο οικισμός της Παλαιάς Βίνιανης. Πρόκειται για έναν από τους χαρακτηριστικότερους για την παραδοσιακή του αρχιτεκτονική οικισμούς των Ευρυτανικών Αγράφων, χτισμένος σε υψόμετρο 700 μ, στην πλαγιά του όρους Τυμφρηστού (Βελούχι) κοντά στον ποταμό Ταυρωπό και Μέγδοβα, σε απόσταση 30 περίπου χιλιομέτρων βορειοδυτικά του Καρπενησίου.

     Η Παλαιά Βίνιανη χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως «ιστορικός τόπος» με την Υπουργική Απόφαση ΥΠΠΟ /ΥΑ ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ//1257/31799/21.7.1988 (ΦΕΚ 592/Β/24.8.1988) λόγω του αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος που παρουσιάζει και λόγω της άμεσης σύνδεσής της με τη νεότερη Ελληνική Ιστορία.

Κείμενα: Ανδριανή Διαγουμά, Πολιτικός Μηχανικός Α.Π.Θ, ΜSc Προστασία, Συντήρηση και Αποκατάσταση, Μνημείων Πολιτισμού, ΑΠΘ. Πηγή: www.imkarpenisiou.gr

Άποψη του οικισμού το 1944 (φωτ. Σπύρος Μελετζής)