
ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ
Στις αρχές Μαΐου του 2008, δεκατρείς δύτες, επτά συνοδοί, οκτώ αυτοκίνητα και ένα βουνό από φιάλες ξεκίνησαν από την Αθήνα για την ανακάλυψη της «βυθισμένης πολιτείας» της Ευρυτανίας. Ηταν Ιούλιος του 1965 όταν το νερό ξεχύθηκε ορμητικό και κάλυψε τα πάντα. Είκοσι χωριά, δεκάδες εκκλησίες και μοναστήρια, καλλιέργειες και δέντρα, σχεδόν 90.000 στρέμματα γης «πνίγηκαν». Το υδροηλεκτρικό φράγμα των Κρεμαστών, το μεγαλύτερο γαιόφραγμα της Ευρώπης, ευαγγελιζόταν την αναβάθμιση της ενεργειακής παραγωγής της Ελλάδας και ήταν πλέον πραγματικότητα. Ωστόσο, για τους 2.000 κατοίκους της περιοχής στα όρια των νομών Ευρυτανίας και Αιτωλοακαρνανίας, η τεχνητή λίμνη των Κρεμαστών ήταν ο υγρός τάφος μέσα στον οποίο θάφτηκε κάθε τι γνώριμο και αγαπημένο.
Στις αναμνήσεις τους ένα μνημείο είχε ξεχωριστή θέση, η «Παναγία της Επισκοπής». Το εκκλησάκι του 8ου αιώνα, ένα από τα σπουδαιότερα βυζαντινά μνημεία της χώρας μας, βρισκόταν πλέον στον βυθό της λίμνης. Επί δεκαετίες οι εκκλήσεις τους προς τις αρχές να ερευνήσουν την κατάσταση του κτίσματος έπεφταν στο κενό. Ως τη στιγμή που 45 ολόκληρα χρόνια αργότερα μια ομάδα ερασιτεχνών αυτοδυτών από την Αθήνα αποφάσισε να το αναζητήσει.
Ο 63χρονος κ. Χρήστος Ευθυμίου, μέλος του Δ.Σ. του Συλλόγου Ερασιτεχνών Αυτοδυτών «Τηθύς» διηγείται:
«Η αλήθεια είναι ότι δεν ξεκινήσαμε με το σκεπτικό να ανακαλύψουμε τον ναό. Απλώς θέλαμε να εξασκηθούμε σε κατάδυση σε λίμνη, κάτι πολύ σπάνιο στην Ελλάδα.
Σταδιακά όμως, ο βυθισμένος ναός μας κίνησε το ενδιαφέρον. Κανείς δεν τον είχε αντικρίσει για 45 χρόνια. Και αν το καταφέρναμε εμείς; Αυτό που ξεκίνησε ως «αστείο» μετεξελίχθηκε σε κανονική… αποστολή και έμελλε να μετατρέψει τα μέλη του συλλόγου σε παθιασμένους εξερευνητές.
«Αρχίσαμε να μαζεύουμε στοιχεία, να μελετάμε παλιές φωτογραφίες, χάρτες, έγγραφα και ταξιδέψαμε στην περιοχή για να μιλήσουμε αναλυτικά με τους ντόπιους. Η λίμνη έχει μεγάλη έκταση και έπρεπε να είμαστε απόλυτα ακριβείς, ειδάλλως δεν είχαμε καμία ελπίδα» προσθέτει ο κ. Ευθυμίου.
Με τη βοήθεια του κ. Κώστα Σερπάνου, ψαρά της περιοχής, έβαλαν πλώρη για την τοποθεσία όπου σύμφωνα με τα στοιχεία έπρεπε να βρίσκεται το εκκλησάκι.
Την ίδια στιγμή, ο ηλικιωμένος πατέρας του κ. Σερπάνου, παρακολουθούσε από το βουνό και μέσω κινητού τηλεφώνου κατηύθυνε την ψαρόβαρκα, ανακαλώντας στη μνήμη του την εικόνα της περιοχής πριν από 45 χρόνια. Όταν το βυθόμετρο εντόπισε ένα ψηλό εξόγκωμα στο βυθό, οι δύτες ενθουσιάστηκαν.
Είχαν ανακαλύψει την «Ατλαντίδα» τους!
Και όμως, σύντομα θα αντιλαμβάνονταν ότι η κατάδυση στη λίμνη ήταν πολύ πιο δύσκολη υπόθεση.
«Ο όγκος εντοπίστηκε σε βάθος 30 μέτρων! Η ορατότητα όμως ήταν τρομερά περιορισμένη λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε φερτές ύλες και κοκκινόχωμα από τα ποτάμια που εκβάλλουν στη λίμνη. Ήταν σαν να καταδύεσαι σε λάσπη» θυμάται ο 49χρονος κ. Γιώργος Κυπραίος, ο οποίος ήταν ο πρώτος που βούτηξε.
«Σε βάθος μόλις δεκαπέντε μέτρων επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι, τσουχτερό κρύο και οι κάτοικοι μας είχαν προειδοποιήσει για την ύπαρξη υπογείων ρευμάτων. Ταυτόχρονα, το υψόμετρο στο οποίο βρίσκεται η λίμνη (400 μ.) αύξανε τον κίνδυνο της νόσου των δυτών. Νιώθαμε ότι ο ναός ήταν κοντά μας, αλλά δεν μπορούσαμε να τον αγγίξουμε»προσθέτει.
Οι δύτες ήταν έτοιμοι να τα παρατήσουν. Στο κάτω-κάτω, δεν ήταν ούτε εξερευνητές ούτε επαγγελματίες. Πώς περίμεναν να ανακαλύψουν αυτό που ακόμη και οι Αρχές αρνούνταν να αναζητήσουν; Υπήρχε όμως κάτι που – ενάντια σε κάθε λογική – δεν τους επέτρεπε να σταματήσουν την προσπάθεια.
«Οι κάτοικοι της περιοχής είχαν επενδύσει συναισθηματικά στην αποστολή μας σε τέτοιον βαθμό, που δεν αντέχαμε να τους απογοητεύσουμε. Ήταν σχεδόν εξωπραγματική η αγωνία τους για το αν το εκκλησάκι έστεκε ακόμη όρθιο. Για αυτούς τους ανθρώπους που ξεριζώθηκαν βίαια από τον τόπο τους και δεν θα μπορέσουν ποτέ να τον ξανααντικρίσουν, η υποβρύχια εκκλησία συμβόλιζε ολόκληρο το παρελθόν τους. Η πίστη και η ελπίδα τους μας γέμισε επιμονή. Έπρεπε να τα καταφέρουμε. Είχαμε πλέον πεισμώσει» σχολιάζει μιλώντας ο κ. Φοίβος Βιλανάκης, άλλο μέλος του συλλόγου.
Οπλισμένοι με αποφασιστικότητα, οι δύτες ξεκίνησαν το επόμενο πρωί για το σημείο που είχαν εντοπίσει την προηγούμενη ημέρα. Τότε η κ. Μαρία Σαλωμίδη και ο κ. Γιάννης Ίσσαρης καταδύθηκαν και χρησιμοποιώντας ένα ειδικό μηχάνημα σάρωσαν οριζοντίως τον βυθό, σε βάθος 40 μέτρων. Έπειτα από λίγο εντόπισαν έναν όγκο. Είχαν βρει την εκκλησία. Πλησίασαν και άρχισαν να ψηλαφούν τον τοίχο, αναδυόμενοι προς την επιφάνεια. Στο βάθος των 32 μέτρων κατόρθωσαν να αγγίξουν τον θόλο. Η εκκλησία ήταν ακόμη όρθια!


Πληροφορίες ΤΟ ΒΗΜΑ