Λίγες μέρες έμειναν για την εκδίκαση της δεύτερης αγωγής του Βουλευτή Ευρυτανίας κατά της εφημερίδας μας. Κι έτσι όπως είναι ανάδρομος ο Ερμής, ρίχνεις λίγο πίσω το βλέμμα στις στιγμές αυτών των σχεδόν δυο χρόνων που πέρασαν από τη στιγμή που το να είσαι ανεξάρτητος και αδέσμευτος έπρεπε να πάρει την ποινή του… και τι ποινή! 30.000 ευρώ. Κι έτσι όπως κοιτάζω πίσω, κάτι σαν μια γλυκόπικρη ικανοποίηση βγαίνει στην επιφάνεια, μην πω και νοσταλγία. Πόσα πράγματα στ΄ αλήθεια μπορείς να μάθεις μέσα στον πόλεμο, πόση δύναμη μπορείς να βρεις υλοποιώντας τα εφηβικά ιδεώδη που φοβόσουν ότι μπορεί στην πράξη να αποδειχτούν ουτοπικά; Ούτε θα μπορούσα να φανταστώ ότι θα ήταν τόσο μεγάλα τα ‘δώρα’ αυτά. Γιατί το να μαθαίνεις πώς να προχωράς με τη δύναμή σου σ΄ αυτό το δρόμο, είναι ανεκτίμητο αν το δεις από την άκρη του.

Και η αλήθεια είναι ότι στο δρόμο αυτό υπήρχε μια ‘θάλασσα’ γεμάτη αγάπη, ευχές και έμπρακτη συμπαράσταση από τόσο πολύ κόσμο, υπήρχαν αυτοί που φανέρωσαν το πραγματικό τους πρόσωπο για το ποιοι είναι και τι πραγματικά εκπροσωπούν, υπήρχαν οι απουσίες αντιδράσεων για την προσπάθεια φίμωσης της ελευθεροτυπίας, όλων των αιρετών της Ευρυτανίας (με εξαίρεση τους κυρίους Μπερμπερή και Καρδαμπίκη), υπήρχαν όσοι πάσχισαν όλο αυτό το διάστημα σε παράλληλα μέτωπα να αποδυναμώσουν με κάθε τρόπο την εφημερίδα, έμμεσα και άμεσα. Αλλά το πιο ενδιαφέρον υπήρχαν όλες αυτές οι λυκοφιλίες και οι περίτεχνες σάπιες προσπάθειες, να μάθουμε και ‘μεις να παίζουμε το παιχνίδι της ομερτά. Μα πόσα ‘δώρα’ είχε αυτός ο δρόμος, που ακόμα και αν ήσουν άπειρος, σήμερα πια ξέρεις. Και το πιο όμορφο μπορείς και συνεχίζεις και προχωράς ‘με τ’ άσπρα πέδιλα’.

Με αφορμή το φευγιό του αγαπημένου Νίκου Αντύπα, που σου επιβάλλει να θυμάσαι ότι όταν χάνεται ένας σπουδαίος, οφείλεις να μένεις πιστός στις ιδέες και στον έρωτα τ’ ονείρου για ένα κόσμο όχι καλύτερο, αλλά κανονικό, για να μπορούν να‘ρθουν στη θέση του αύριο δυο σπουδαίοι.

‘‘Με τα πέδιλα μου τ’ άσπρα

που τους κόπηκε η κλωστή

βρήκα μιαν άσφαλτο ζεστή

Μ’ έναν ανθό μωρό στη γλάστρα

που απ’ τη γη είχε χωριστεί

γέλια και δάκρυα χιαστί

κι είχα μια θάλασσα για φως

μπας κι είναι ο έρωτας κρυφός

Με τ’ άσπρα πέδιλα

πατάω τα βέβηλα

τ’ άγρια τ’ αγκάθια των καιρών

σε δρόμους άφατους

κι απ’ την αγκράφα τους

σκύβω και λύνω το παρόν

Κι έχω μια θάλασσα για ευχή

λες κι είναι βότσαλο η ψυχή’’