
«…Έφτασα κατά τις 07.00’ στο χειρουργείο. Ο Διευθυντής ήταν ήδη εκεί. Κάπνιζε το ένα τσιγάρο μετά το άλλο και όλα έδειχναν ότι δεν είχε κοιμηθεί ούτε λεπτό. Μιλούσε στο τηλέφωνο και φώναζε να έρθουν στο γραφείο του οι αναισθησιολόγοι, καρδιοχειρουργοί, παιδοχειρουργοί και όποια ειδικότητα θα μπορούσε να βοηθήσει στο χειρουργείο που θα έκανε.
Εγώ φοιτήτρια… χωμένη σε μιαν άκρη να μην πολυφαίνομαι και το μόνο που είχα στο μυαλό μου ήταν πως θα κατάφερνα να μπω στο χειρουργείο να δω τον θρύλο να Ζωγραφίζει… Να αρπάξουν τα μάτια και τα αυτιά μου όσα περισσότερα μπορούσαν από τον Δάσκαλο…
Εγώ έπαιζα με τις σκέψεις κι αυτός είχε μαζέψει περίπου 20 γιατρούς και σαν στρατηγός ζωγράφιζε ανατομικά στοιχεία σε κόλλες Α4 και αφού χώρισε χειρουργούς και νοσηλευτές σε ομάδες, άρχισε, άρχισε να εξηγεί ποια ομάδα θα μπει πότε… που και με ποιο τρόπο στο μικρό σωματάκι του Σταύρου. Σταύρος λοιπόν ο δωδεκάχρονος. Την προηγούμενη το απόγευμα έπαιζε με τους φίλους του σε ένα γιαπί κάπου στη Λάρισα και για κακή του τύχη έπεσε και διαπέρασε το σώμα του από καρωτίδα μέχρι αορτή ένας αιχμηρότατος σωλήνας. Δεν θέλω να αναφερθώ σε άλλες περιγραφές της βλάβης και του τραύματος.
Άρχισε η μεγάλη περιπέτειά του… Από νοσοκομείο σε νοσοκομείο, Λάρισα, Κατερίνη, Αχέπα. Μέχρι που σχεδόν με τις τελευταίες του αναπνοές τον έφεραν μέσα στη νύχτα στο Παπανικολάου. Γιατί απλά… Αν δεν μπορούσε να τον σώσει ο Σπύρου, τότε δεν μπορούσε κανείς. Και αυτή ήταν η αλήθεια!
Ο Διευθυντής λοιπόν χωρίς άλλη σκέψη έφτασε και αυτός μέσα στη νύχτα για να κάνει αυτό που του έλεγε η συνείδησή του. Το χειρουργείο του Σταύρου κράτησε πάνω από 20 ώρες. Η προσπάθεια υπεράνθρωπη απ’ όλους… Το παιδί ‘’έφυγε’’ 3 φορές και το επανέφεραν άλλες τόσες. Ο Σπύρου με αλλοιωμένο από θυμό πρόσωπο, αλλά απόλυτα συγκροτημένος φώναζε και έβριζε μέσα στο χειρουργείο, ‘’Όχι ρε πούστη Χάρε… δεν θα το πάρεις το παιδί’’. Η μάχη με το χάρο, τον είχε απέναντί του, τον έβριζε και τον έφτυνε μέσα στα μούτρα. Και το μόνο που ακούγονταν ήταν οι ήχοι από τα μηχανήματα και οι φωνές του Σπύρου.
Δεν σκέφτηκε κανένας μας να φύγει, ακόμη αν είχε τελειώσει το ωράριό μας. Όλοι εκεί δίπλα του μέχρι τέλους. Ξημερώματα πια, κατάκοποι όλοι μας, μόλις τελείωσε το χειρουργείο. Πήγαμε όλοι βουβοί στα αποδυτήρια να βγάλουμε στολές, αλλά κανένας δεν έφευγε ακόμη, δίπλα του όλοι.
Αυτό που ακολούθησε ήταν συνταρακτικό! Κόσμος πολύς στους διαδρόμους. Και ξαφνικά σηκώνεται μια νέα γυναίκα όρθια. Πρησμένη απ’ το κλάμα. Δεν είπε τίποτα. Η σιωπή της μαχαίρι. Έπεσε στα πόδια του Σπύρου και άρχισε να του φιλάει τα πόδια, όχι τα χέρια και το μόνο που ψέλλιζε ήταν, ‘’Σ’ ευχαριστώ, σ’ ευχαριστώ’’… η μάνα του παιδιού. Ο Σταύρος σώθηκε …Υποκλίνομαι…! »
Είναι το απόσπασμα μαρτυρίας γιατρού Μαρίας Ρούμελη, διαδικτυακής φίλης, για τον άνθρωπο και αείμνηστο καρδιοχειρούργο, Παναγιώτη Σπύρου (1936-2012). Όσο υπάρχουν άνθρωποι!