Κώστας Μπαλάφας (1920-2021), ο φωτογράφος του ασπρόμαυρου, της Αντίστασης και του κοινωνικού προβληματισμού

501

Ένας απ’ τους κορυφαίους φωτογράφους του 20ου αιώνα ο Κώστας Μπαλάφας. Κι άλλη φορά έχω γράψει γι’ αυτόν, αλλά όσα και να γράψεις δεν μπορείς να καλύψεις το μέγεθος και το μεγαλείο του αείμνηστου. Τον γνώρισα στα τελευταία δέκα στερνά του χρόνια και είχα την τιμή και την τύχη να είμαι και ο μοναδικός βιογράφος του με το βιβλίο ‘’Ο Κώστας Μπαλάφας και η Ελλάδα του, 2010. Βιβλίο που προλόγισε ο αείμνηστος, Άγγελος Δεληβοριάς, Διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη, τότε.

Γεννήθηκε στην Κυψέλη Άρτας (παλιά Χόσεψη) από γονείς φτωχούς, αγρότες πολυφαμελίτες. Σε ηλικία 11 χρόνων ορφάνεψε και βρέθηκε  στην Αθήνα ως μικρός βιοπαλαιστής. Στα 1936 πήγε για σπουδές  στη Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων. Με την ευδόκιμη αποφοίτησή του συνέχισε τις σπουδές  Γαλακτολογίας στην Ιταλία. Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος τον βρήκε στα Γιάννενα, στρατεύτηκε, αλλά μαζί του πάντα είχε εκτός από το όπλο  και τη φωτογραφική του μηχανή. Από μικρός του άρεσε και ασχολήθηκε με την φωτογραφία.

Απαθανάτισε το Αλβανικό μέτωπο και μετά την Εθνική Αντίσταση, ως μαχητής του ΕΛΑΣ στη Ήπειρο. Τα δέκα βιβλία-άλμπουμ που έγραψε έμειναν στην ιστορία με πρώτο και καλύτερο ‘’Το Αντάρτικο στην Ήπειρο’’. Ο Πόλεμος στην Αλβανία και η συμμετοχή του μετά στην Αντίσταση αποτέλεσαν σταθμό στη ζωή του, χαράσσοντας την μετέπειτα πορεία του. Ένας ουμανιστής που άφησε έντονα τα σημάδια στο διάβα του. Ο μεγάλος δάσκαλος εκτός από το αξιόλογο αρχείο που μου παρέδωσε, οι αφηγήσεις του  και τα θερμά του λόγια για την παράδοση και διατήρηση του λαϊκού μας πολιτισμού, μου έμειναν  βαθιά παρακαταθήκη για το ταπεινό συγγραφικό μου έργο :

«…Έχουμε υποχρέωση να περισώσουμε πράγματα με ποιότητα, που κάθε μέρα αφανίζονται από την πλημμύρα των ξενόφερτων στοιχείων, που μας κάνουν να μοιάζουμε ξένοι στον ίδιο μας τον τόπο. Από αμέλεια και άγνοια αφήσαμε και καταστράφηκε ο λαϊκός μας πολιτισμός και ορφάνεψε η γενιά μας από τη παράδοσή της… Δεν πρόκειται να αναβιώσουμε την παράδοση. Δεν γυρίζουν πίσω οι καιροί. Έχουμε όμως το χρέος να τη διαφυλάξουμε, ως κάτι πολύτιμο, ιερό και άγιο για τις επόμενες γενιές, οι οποίες θα είναι απληροφόρητες για τη ζωή και το έργο των προγόνων μας. Πρέπει να δημιουργήσουμε μια παρακαταθήκη αξιών, ώστε κάθε φορά που χάνουμε το δρόμο μας, να αντλούμε από τον θησαυρό της στοιχεία γνήσια και άφθαρτα, για να χαράξουμε τη δική μας πολιτισμική ιστορία.  Ο Κόντογλου έλεγε, οι παλιοί θαλασσινοί για να βρίσκουν το δρόμο τους, ακολουθούσαν το άστρο της τραμουντάνας (τον πολικό αστέρα) και οι λαοί, για να ξέρουν που πηγαίνουν, ακολουθούν την παράδοση. Η παράδοση μοιάζει με το ένστικτο των ταξιδιάρικων πουλιών, που βρίσκουν αλάνθαστα το δρόμο τους, φτάνοντας ημερολογιακά στον προορισμό τους, ταξιδεύοντας μερόνυχτα στα καταπέλαγα του ουρανού. Για να μη χαθούμε, ακουμπούμε στην παράδοση, γιατί είναι δέντρο με βαθιές ρίζες …» κι άλλα πολλά. Εμείς τι μπορούμε να πούμε…!