Χειρόγραφα

Γράφει ο Θεοφάνης Λ. Παναγιωτόπουλος

Συγγραφέας, Αρθρογράφος & Ραδιοφωνικός Παραγωγός,theofanhspap@outlook.com

Γιάννης Βαρβέρης: «Φεγγάρια πανσελήνου» Εσύ είσαι όρος/ όταν θεριεύεις ύψος/ μυρίζει μέλλον φθινοπωρινό/ απαλό της μνήμης./ Σε ζωογονούνε/ ήλιος/ μ’ όσους πυρπόλησε η σκιά/θάλασσα/ με τα παγωμένα χαμόγελα στο βυθό/ κι ο άνεμος/ που μας πετάει βότσαλα ευτυχίας./ Όμως κοιτάς φεγγάρια Πανσελήνου./Μα εσύ είσαι όρος./ Ρίξε τα ξύλα και νερά σου κρουνηδόν/ πάνω στα χορταράκια/ και στα πεπρωμένα/ της πανίδας/ με το καλό/ με τον καιρό/ γίνε πεδιάδα/ και τότε τόλμησε/ και τότε κοίτα./ Γυναίκα ήταν και κοίταζε φεγγάρια Πανσελήνου.
Γιάννης Ρίτσος: «Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού» Τότε το φεγγάρι σκόνταψε στις ιτιές κι έπεσε στο πυκνό χορτάρι./ Μεγάλο σούσουρο έγινε στα φύλλα./ Τρέξανε τα παιδιά, πήραν στα παχουλά τους χέρια το φεγγάρι κι όλη τη νύχτα παίζανε στον κάμπο./ Τώρα τα χέρια τους είναι χρυσά, τα πόδια τους χρυσά, κι όπου πατούν αφήνουνε κάτι μικρά φεγγάρια στο νοτισμένο χώμα./ Μα, ευτυχώς, οι μεγάλοι που ξέρουν πολλά, δεν καλοβλέπουν./  Μονάχα οι μάνες κάτι υποψιάστηκαν./ Γι αυτό τα παιδιά κρύβουνε τα χρυσωμένα χέρια τους στις άδειες τσέπες, μην τα μαλώσει η μάνα τους που όλη τη νύχτα παίζανε κρυφά με το φεγγάρι.[…]
Γιώργος Σεφέρης: «Τελευταίος Σταθμός» Λίγες οι νύχτες με φεγγάρι που μ’ αρέσαν./ Τ’ αλφαβητάρι των άστρων που συλλαβίζεις/ όπως το φέρνει ο κόπος της τελειωμένης μέρας/ και βγάζεις άλλα νοήματα κι άλλες ελπίδες,/ πιο καθαρά μπορείς να το διαβάσεις./ Τώρα που κάθομαι άνεργος και λογαριάζω/ λίγα φεγγάρια απόμειναν στη μνήμη…./ Σιωπές αγαπημένες της σελήνης. […]
Λεοντάρης Βύρων: «Έλεος δεν έχει τούτο το φεγγάρι» Έλεος δεν έχει τούτο το φεγγάρι/ απλώνει απλώνει αδιάκοπα στο δέρμα του καλοκαιριού/ πήζει τον ουρανό πήζει τον άνεμο/ κερώνει την καρδιά και τις χαραματιές της θύμησης/ και τα σκιαγμένα πρόσωπα ψηλά στις πολεμίστρες…./ Πεσμένοι πάνω στα καμένα βράχια με το θρυμματισμένο/ πρόσωπο της ανταρσίας αναστραμμένο στο αύριο/ μ’ ένα τραγούδι αλλουλούδιστο στα μάτια μας/ με τα κεραυνωμένα χέρια σωριαστά/ κι απ’ τα χαλαρωμένα δάχτυλα φευγάτα όλα τα ελάφια/ πόσες φορές θα σκοτωθούμε ακόμα;/ Το αίμα στο αίμα πάνω πέτρωσε δεν δίνει πια χρησμό/ άδειος εδιάβηκε ο καιρός χωρίς κανένα θάμα.
Μίλτος Σαχτούρης «Το φεγγάρι γελάει» Καίει/ καίει η νύχτα/ οι άνθρωποι τρώνε/ ονομάζοντας σκοτεινές αρρώστιες/ η γυναίκα λέει για ένα γάμο/ Ανεβαίνει/ ανεβαίνει φωτεινή ρουκέτα/ στον ουρανό η νύφη/ ο γαμπρός κόλλησε στη γη/ γεμάτος κόκκινα στίγματα και στάχτη/ κλαίει η γυναίκα/ το φεγγάρι γελάει/ το φεγγάρι κλαίει/η γυναίκα γελάει.
Ζωή Καρέλλη: «Από την ενότητα της σελήνης» Αργυρόηχη, μελίχροη, χρυσορόδινη,/ μειλιχόμειδη ερωμένη, ασύλληπτη./ Ηδονή ομιχλώδης η χάρη σου, η καλλονή/ πάρα πολύ σιωπηλή,/ βασίλισσα/ στο μαβί, στιλπνό στερέωμα,/ του σκοταδιού αργυρή αρχόντισσα, μακρινή./ Είναι το φως σου παράξενα οδυνηρό/ και μαγικό, σαν τη σκιά/ εκείνων που αγαπήσαμε τρυφερά/ και ξανάρχονται να μας ψιθυρίσουν,/ να πουν για τ’ ανύπαρχτα, για τα φανταστικά,/ για κείνα τα μυστικά,/ που μόνο οι ανήσυχες ψυχές/ έχουν μέσα τους./ Παρηγοριά εκείνων που γνωρίζουν τη μοναξιά,/ την πλήρη ονείρων κατάσταση/ που το φως σου ξυπνά,/ καθώς τις σκιές διαπερνά,/ δίχως να τις κυνηγά να φύγουν./ Τόσο υπερήφανη, ασυγκίνητη στην εμορφιά σου/ λάμψη διαβρωτική, ύπουλα διαπεραστική/ εντός μου σταλάζεις/ τα μυστικά της νύχτας.