‘Ακρασία’ είναι η ακράτεια στην νεοελληνική απόδοσή της, μια βασική έννοια στο Αριστοτελικό έργο (corpus), στην οποία αφιερώνει ολόκληρο το Z’ κεφάλαιο των Ηθικών Νικομαχείων. Συνεξετάζεται με το αντίθετό της, την εγκράτεια, μέσα στη θεματολογία της ηδονής, της σύνεσης, της φρόνησης, του ήθους και της σωφροσύνης.
Η έννοια του να μη μπορεί κανείς να πράξει το ηθικά καλό αν και το γνωρίζει (ακρασία) δηλαδή του ό,τι η ηθική γνώση δεν διαθέτει αυτή καθ’ εαυτή ισχύ επιβολής, απασχολεί ως κεντρικό πρόβλημα την φιλοσοφία ήδη από την αρχαιότητα, ενώ για τον Σωκράτη, εφόσον κανείς απ’ τους ανθρώπους δεν αμαρτάνει θεληματικά, το πρόβλημα οφείλεται στην απουσία πραγματικής γνώσης “ουδείς εκών κακός”. Ο Αριστοτέλης, αντίθετα, αποδέχεται τον καθοριστικό ρόλο των συναισθημάτων και των ανθρωπίνων παθών στην ψυχολογία της ανθρώπινης πράξης.
Σύμφωνα με την ηθική θεωρία του Σωκράτη, η γνώση ταυτίζεται με την αρετή και αυτές μόνο οδηγούν στην ευδαιμονία. Για να οδηγηθεί όμως κάποιος σε αυτή, πρέπει να είναι ηθικός και ενάρετος και για να είναι κάποιος ενάρετος πρέπει να αποκτήσει γνώση του τι είναι αρετή. Η αρετή για τον Σωκράτη, δεν έχει να κάνει με την εφαρμογή γενικών κανόνων που μας λένε τι πρέπει να κάνουμε για να είμαστε καλοί, αλλά είναι μια συγκεκριμένη κατάσταση της ψυχής.
Ο Σωκράτης διατυπώνει τις απόψεις του σχετικά με τη θεωρία της ακρασίας μέσα από το διάλογο «Πρωταγόρας». Σύμφωνα λοιπόν με τη θεωρία της ακρασίας, ο άνθρωπος αν και γνωρίζει το καλό, πράττει το κακό, γιατί παρασύρεται από τα πάθη του. Θεωρεί λοιπόν ότι το κακό πηγάζει από την άγνοια ως γνωστικό σφάλμα κακής κρίσης δεν είναι κανείς δηλαδή από τη θέληση του κακός (ουδείς εκών κακός). Το άτομο που παρασύρεται έχει περισσότερες από μια απόψεις για το τι είναι καλό και θεωρεί πως αυτό που επιλέγει να κάνει είναι το καλύτερο γι’ αυτό. Αμφιταλαντεύεται δηλαδή μεταξύ δύο απόψεων και οι λόγοι για αυτή την αμφιταλάντευση είναι καθαρά γνωσιολογικοί. Αν λοιπόν ο άνθρωπος είχε πραγματική γνώση ποτέ δεν θα συνέβαινε η ακρασία.
Ο Πλάτωνας, από την άλλη, είναι πια πεισμένος ότι η ακρασία είναι σαφώς δυνατή, παραδέχεται ότι υπάρχει περίπτωση ο άνθρωπος να παρασυρθεί από τα πάθη υπό την επίδραση του επιθυμητικού μέρους της ψυχής και να οδηγηθεί σε άκρατη συμπεριφορά. Είναι δυνατόν να επιζητούμε μορφές ικανοποίησης οι οποίες να έρχονται σε αντίθεση με τη λογική μας. Μέσα από τη «Πολιτεία» φαίνεται λοιπόν ότι τα πάθη όταν επικρατήσουν στη ψυχή περιορίζουν τη δράση του λογιστικού και έτσι έχουμε το φαινόμενο της ακρασίας.
Επομένως ο άνθρωπος δεν αρκεί μόνο να γνωρίζει ποιο είναι το καλό, αλλά θα πρέπει το λογιστικό να παρέμβει και να περιορίσει τις επιθυμίες του επιθυμητικού. Για τον Πλάτωνα λοιπόν ενάρετος δεν είναι αυτός που γνωρίζει το περιεχόμενο της αρετής αλλά αυτός που δεν παρασύρθηκε από τις σαρκικές απολαύσεις του επιθυμητικού.
Η ψυχή πριν την ενσωμάτωσή της, όταν ήταν στον κόσμο των ιδεών, γνώριζε τα πάντα, κατέχει τις έννοιες του καλού, της δικαιοσύνης και όλων των καθολικών εννοιών. Μέσω της ανάμνησης λοιπόν η ψυχή γνωρίζει το αγαθό έτσι μέσω της διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου επανέρχεται στο λογιστικό μέρος της ψυχής, η ιδέα του αγαθού. Με αυτό το τρόπο επικρατεί το λογιστικό και αποκτά η ψυχή, ηθική διάθεση.
Ο Αριστοτέλης διαφωνεί με το Σωκράτη, θεωρώντας ότι το άλογο μέρος της ψυχής είναι υπεύθυνο για τα πάθη και τις κακές επιλογές της θέλησής και έτσι, ενώ γνωρίζουμε το καλό πράττουμε το κακό λόγω ηθικής αδυναμίας. Η πράξη αυτή που τη συγκεκριμένη στιγμή δεν ακολουθεί το ορθό και λογικό αλλά επιλέγει την επιθυμία, το πάθος μπορεί να ορισθεί ως ακρασία. Υπάρχει επίσης η θηριώδης και νοσηματώδης ακρασία, όταν η επιθυμία οφείλεται σε ασθένεια έχουμε νοσηρό είδος ακράτειας. (με πηγή από @Ηω Αναγνώστου/terrapapers.com και Wikipedia).
Η χθεσινοβραδινή μου μελέτη για το πώς οδηγείται ένας άνθρωπος στη νοσηρή ακρασία (συγκεκριμένα σε σεξουαλική κακοποίηση του παιδιού του), τιμωρείται με φυλάκιση και όταν επιστρέφει στον τόπο του, όλοι οι υπόλοιποι σπεύδουν να τον χαιρετίσουν διά χειραψίας…