«Καμπανάκι» του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τα γλυκαντικά. Δεν βοηθούν στην απώλεια βάρους. Τι να κάνουμε όταν ο εγκέφαλος ζητάει γλυκό

Η στέβια, η ασπαρτάμη, η σακχαρίνη και άλλα σύνθετα γλυκαντικά, που χρησιμοποιούνται ευρέως στη βιομηχανία τροφίμων, δεν είναι αθώα, τονίζει σε ανακοίνωσή του ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Η σύσταση, όπως αναφέρει ο ΠΟΥ, βασίζεται στα ευρήματα μιας συστηματικής ανασκόπησης των διαθέσιμων στοιχείων που υποδηλώνουν ότι η χρήση των NSS (γλυκαντικά χωρίς ζάχαρη) δεν προσφέρει κανένα μακροπρόθεσμο όφελος στη μείωση του σωματικού λίπους σε ενήλικες ή παιδιά. Όχι, μόνο, λοιπόν, δεν βοηθούν στην απώλεια βάρους, «αλλά μπορεί να υπάρχουν πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες από τη μακροχρόνια χρήση τους, όπως αυξημένος κίνδυνος διαβήτη τύπου 2, καρδιαγγειακές παθήσεις και θνησιμότητα στους ενήλικες».

«Η κατανάλωση τεχνητών γλυκαντικών δεν ενδείκνυται καταρχάς διότι οδηγούν, ειδικά τα μικρά παιδιά, σε εθισμό στη γλυκιά γεύση, ενώ ο στόχος μας πρέπει να είναι να μειώνουμε την ανάγκη μας για γλυκά πλούσια σε ζάχαρη», επισημαίνει στην «Κ» η δρ Αιμιλία Βασιλοπούλου, επίκουρη καθηγήτρια του τμήματος Επιστημών Διατροφής και Διαιτολογίας του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος (ΔΙΠΑΕ) στη Θεσσαλονίκη. «Εχει, επίσης, αποδειχθεί ότι τα τεχνητά γλυκαντικά δεν συμβάλλουν στην απώλεια βάρους». Επισημαίνεται ότι η ημερήσια πρόσληψη σακχάρων πρέπει να κυμαίνεται κάτω από το 10% της ημερήσιας ενεργειακής μας πρόσληψης. Υπενθυμίζεται ότι το μέλι και η αγαύη είναι φυσικά γλυκαντικά, όπως και η ζάχαρη. Η σύσταση, επομένως, του ΠΟΥ δεν αφορά αυτή την κατηγορία. «Το μέλι καθώς περιλαμβάνει και άλλα θρεπτικά συστατικά το θέλουμε στις διατροφικές μας συνήθειες», διευκρινίζει η δρ Βασιλοπούλου.

Οι κίνδυνοι

Η βιομηχανία τροφίμων στηριζόμενη στο γεγονός ότι η στέβια π.χ. δεν ανεβάζει τον γλυκαιμικό δείκτη, την εισήγαγε στα τρόφιμα σε υπερβολικό βαθμό. «Ο κίνδυνος από την κατανάλωση τεχνητών γλυκαντικών αυξάνεται λόγω της επεξεργασίας που υπόκειται το ίδιο γλυκαντικό και συνολικά το σκεύασμα, προκειμένου να εξισορροπηθεί γευστικά και να είναι ελκυστικό στους καταναλωτές» εξηγεί η δρ Βασιλοπούλου. Kαι προσθέτει: «Τα πολύ επεξεργασμένα τρόφιμα έχουν συνδεθεί με την εμφάνιση χρόνιων νοσημάτων». Τα επεξεργασμένα τρόφιμα εμποδίζουν την ομαλή ανάπτυξη του εντερικού μικροβιώματος, «το οποίο με τη σειρά του συνδέεται άμεσα με το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού μας». Συνεπώς, όσοι καταναλώνουν συστηματικά επεξεργασμένα τρόφιμα με γλυκαντικά ενδέχεται να είναι πιο επιρρεπείς σε λοιμώξεις, «ενώ έχει διαπιστωθεί ότι παρουσιάζουν συχνά και εντερικές δυσλειτουργίες λόγω της μη βιοποικιλότητας του μικροβιώματος».

Πηγή: www.kathimerini.gr.

Φωτο: ΚΟΙΝΣΕΠ ‘Η ΕΥΡΥΤΗ’