Click away ή παράδοση εκτός, για την ελληνική εκδοχή του Μπαμπινιώτη, όπως και να το πεις, το μόνο σίγουρο είναι ότι κανείς, ούτε καν η κυβέρνηση, δεν πιστεύει ότι μπορεί να βοηθήσει και να δώσει διέξοδο στα καταστήματα λιανικής. Ο επόμενος χρόνος όπως όλα δείχνουν θα ξεβράσει τα ‘απόνερα’ της εδώ και πλέον μιας δεκαετίας οικονομικής ασφυξίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της χώρας και χιλιάδες απ΄ αυτές δεν φαίνεται ότι μπορούν να αποφύγουν το λουκέτο. Η κραυγή αγωνίας των μικροεπιχειρηματιών και των φορέων που τους εκπροσωπούν, είναι χαρακτηριστική της οριακής κατάστασης, με την λήψη ισχυρών μέτρων στήριξης, που να μην λειτουργούν σαν ‘πατερίτσες’ στο επιχειρείν, είναι ο μονόδρομος αν πρόκειται να διασωθεί η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας που αποτελείται από τις 220.000 μικρές και μεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις της χώρας.

Η τοποθέτηση του Προέδρου της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου & Επιχειρηματικότητας κ. Γιώργου Καρανίκα, αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο την κατάσταση που επικρατεί και σκιαγραφεί τους κινδύνους του μέλλοντος. Σε συνέντευξή του συγκεκριμένα αναφέρει:«Για την συντριπτική πλειονότητα των εμπορικών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα στους μεγάλους κλάδους της ένδυσης και της υπόδησης, οι οποίες δεν διαθέτουν ηλεκτρονικό κατάστημα, ο εορταστικός τζίρος χάνεται οριστικά και αμετάκλητα. Καμία αναπλήρωση των απωλειών δεν θα επέλθει με τηλεφωνικές παραγγελίες, καθώς κανείς πελάτης δεν πληρώνει αν δεν βλέπει τι αγοράζει. Ο εορταστικός τζίρος ήταν η τελευταία ελπίδα του εμπορίου να ‘σώσει’ τη χρονιά. Δυστυχώς πάμε σε αγορά δύο ταχυτήτων. Από τη μία πλευρά είναι τα χιλιάδες κλειστά, επί δύο συνεχείς μήνες, κυρίως συνοικιακά μικρά και μεσαία εμπορικά καταστήματα, οι ιδιοκτήτες των οποίων αντιμετωπίζουν άμεσο πρόβλημα επιβίωσης και οι θέσεις εργασίας τους βρίσκονται ‘στον αέρα’. Στον αντίποδα βρίσκονται οι λίγοι ισχυροί του εμπορίου, που διευκολύνονται με το clickaway να εξυπηρετούν τους πελάτες στους οποίους δεν μπορούν να φθάσουν έγκαιρα οι εταιρίες κούριερ, καθώς ακόμη και τα υπερσύγχρονα e-shop που διαθέτουν ‘έπεσαν’, ακριβώς λόγω του αυξημένου όγκου παραγγελιών που δέχονται».

Πόσες άραγε και ποιες μικρομεσαίες επιχειρήσεις πρόκειται να επιβιώσουν σε αυτόν τον άνισο αγώνα διπλών ή και τριπλών ταχυτήτων όπως αυτές διαμορφώνονται σήμερα στην ελληνική αγορά; Και αν το lockdown της μορφής που αποφάσισε η κυβέρνησή μας ήταν πραγματικά αναγκαίο, γιατί δεν προχώρησε σε μέτρα υποστήριξης των επιχειρήσεων, όπως για παράδειγμα αυτά που πήρε η Γερμανία που αποφάσισε προ ημερών εξίσου αυστηρά μέτρα περιορισμού, και τις αποζημιώνει με το 75% του περσινού τζίρου τους. Και μην σκεφτεί κανένας, οι Γερμανοί τα έχουν και τα δίνουν, γιατί η αυτόματη απάντηση θα ήταν ας έδιναν όσα έδωσαν με την επιστρεπτέα προκαταβολή, χωρίς να ζητάνε να τα πάρουν πίσω. Δηλαδή οι επιχειρήσεις που απ’ ότι διαφαίνεται θα μείνουν κοντά ένα χρόνο κλειστές, με απώλειες χιλιάδων ευρώ, συσσωρευμένα χρέη, χαμένα εμπορεύματα, θα επιστρέψουν πάλι στην ‘κανονικότητα’ χρωστώντας και στο ελληνικό δημόσιο! Για την κατάσταση στην Ευρυτανία και στο Καρπενήσι που διαθέτει μια υποτυπώδη αγορά, τα σχόλια είναι περιττά και το σκηνικό καταγράφει μόνο ‘απόντες’. Κανένα έμπρακτο ενδιαφέρον, καμία επίσημη ανακοίνωση (με εξαίρεση την προσπάθεια στήριξης της Περιφέρειας Στερεάς, που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, για να κριθεί), κανένας σχεδιασμός για το μέλλον, από τις αρχές, αλλά και τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους. Ο θάνατος του εμποράκου είναι δυστυχώς πραγματικότητα και περιμένουμε απλά τα κηδειόχαρτα κρεμασμένα, για να κλάψουμε και επίσημα και να βγάλουμε έναν ωραίο επικήδειο. Ο Θεός να τον συγχωρέσει!