Χρονογραφήματα Ο βούραγκας

1822

Γράφει o Αλέξανδρος Χουλιαράς

Ως έφηβοι, όταν αποτινάζαμε τον ζυγό της καθημερινής δουλείας, μπροστά μας ανοίγονταν πολλοί ορίζοντες φυγής σ΄ έναν κόσμο αισιόδοξο και ατέρμονο.

Μια προσφιλής καλοκαιρινή απόδραση ήταν στο ποτάμι. Εκεί σε δυο δραστηριότητες διοχετεύαμε το ενεργειακό μας δυναμικό: Στο ψάρεμα και στο κολύμπι. Το ψάρεμα σ΄ όλο το μήκος του ποταμού και το κολύμπι στα βουράγκια. Αυτά ήταν οι καυτές μας παραλίες.

Η επαφή με τα γάργαρα και κελαρύζοντα νερά βουτάει στις απαρχές της ζωής. Τα ευρυτανικά ποτάμια δεν είναι οι αμίλητες θολούρες των καμπίσιων ποταμών. Μιλούν με χίλιες γλώσσες και είναι φανταστικής καθαρότητας. Τα νερά τους που δέρνονται και ηχούν στα ποταμολίθια είναι το σόλο όργανο στο ποτάμιο κονσέρτο, που εκτυλίσσεται μέσα στην ανεπανάληπτη ορχήστρα της φύσης.

Τούτο το λέω μετά λόγου γνώσεως. Από πολύ παλιά ήθελα να ρθω σε επαφή με την κλασσική μουσική, πράγμα που υλοποίησα μετά τα εξήντα μου χρόνια. Θεωρούσα –και είμαι- μουσικά ένας… συμπαγής οπτόπλινθος, όταν όμως άρχισα τις ακροάσεις στο τρίτο πρόγραμμα, αναδύθηκαν από άγνωστες συνειδησιακές πτυχές τα κονσέρτα
των ποταμών και οι συμφωνίες των λόγγων. Έτσι υποστηρίζω με ατράνταχτα επιχειρήματα ότι εμείς που ανδρωθήκαμε στις αγκάλες της φύσης έχουμε –μεταξύ των άλλων- αποθησαυρίσει αρχέγονα και αιώνια μουσικά ακούσματα.

Αγελαίως ξεκινάγαμε από το χωριό, δρομέως ροβολούσαμε την άγουσαν και σε λίγο χρόνο αδαμιαίως τσαλαβουτούσαμε στα νερά του μεγαλύτερου βούραγκα.

Ξιαρμάτωτοι και ξεβράκωτοι ήμασταν οι πρώτοι έλληνες γυμνιστές. Ενώ η σεμνοτυφία και η κάλυψη, όχι μόνο των «ασχημοσύνων» του σώματος ήταν κυρίαρχη φιλοσοφία και λογική, στο
βούραγκα αυτά αναιρούνταν. Ήταν ένας είδος κολυμπήθρας, που μας οδηγούσε στις αρχέγονες ρίζες μας. Οι περαστικοί κάθε φύλου διάβαιναν ανεπηρέαστοι και βέβαια στους γυμνιστές δεν ίδρωνε το αυτί τους. Αυτό που για να αποκαλυφθεί και να θεσπιστεί στις παραλίες πέρασε από τετρακόσια κύματα, στα βουράγκια των λόγγων
συντελούταν σα να μην τρέχει τίποτα. Έτσι μάθαμε κολύμπι κι έτσι γνωρίσαμε το σώμα μας, που λένε κι οι ψυχολόγοι.

Ξαπλωμένοι στις πυρωμένες πλακολιθιές κάναμε την προσφιλή μας ηλιοθεραπεία, μετρούσαμε τη… μεγαλοσύνη μας και την εκμετρούσαμε –ενίοτε και ομαδόν- σε άσκοπες βολές (αγαθόν εν επαρκεία, τότε, τα… μπαρουτόσκαγα) Αμαρτάναμε και συμπληρώναμε την ηδονή καπνίζοντας σέρτικα σακαή χύμα τσιγάρα ή στην ανέχεια αρωματική κεδρόφλουδα τυλιγμένη σ΄ εφημερίδα και γύρω τριγύρω ο περίγυρος βαπτίζονταν και πλημμύριζε με τεστοστερόνη ανακατεμένη με κεδρίσιο καπνό.
Τέτοιο αμαρτωλό άντρο στο Καρπενήσι ήταν ο βούραγκας στου Κουτσοφράγκου και στα χωριά ακόμα περισσότερα. Τα ποτάμια της Ευρυτανίας έχουν μεγάλη κλίση και η ροή τους είναι ορμητική και τυρβώδης, που είναι η αιτία της μεγάλης βουραγκοπαραγωγής.

Στο τέλος, με κοχλάζουσα την αστείρευτη λίμπιτο, ανασηκώναμε το πάνω χείλη και ξεχυνόμασταν στην οργιάζουσα φύση, περιδιαβαίνοντας “αγρονόμαις αυλαίς” και ποίμνια ποιμενίδων.