Η λεζάντα έγραφε… ‘‘Όλη η Ελλάδα σ’ ένα βίντεο’’… και ο μουσικός με το μπουζούκι τραγουδούσε… ‘‘Δώσε μου φωτιά ν’ ανάψω. Βάλε μου κρασί να πιω….’’, και από πάνω η πυρκαγιά στη Ζάκυνθο να μαίνεται. Αυτή είναι η χώρα μας, γεμάτη αντιφάσεις και ‘πιστεύω’ που το ένα τραβάει από τη μια και τ’ άλλο από την άλλη… αλλά με ποιον τρόπο συνυπάρχουν στην ίδια γυάλα.
Αυτή είναι η χώρα μας και αυτοί είμαστε και μεις…
Λέμε ότι έχουμε φιλελεύθερο πνεύμα, αλλά ο ατομισμός και η υπεροψία είναι δεύτερες φύσεις μας.
Είμαστε φιλόξενοι, αλλά η διχόνοια μάς τρώει τα σωθικά.
Είμαστε αισιόδοξοι, αλλά αφήνουμε τα πάντα στην τύχη τους.
Γεννήσαμε τη δημοκρατία, αλλά δεν μπορούμε να συζητήσουμε σ’ ένα τραπέζι, ούτε για τα πιο απλά.
Έχουμε μεγάλη ιστορία, αλλά πάσχουμε από ιστορική αμνησία.
Έχουμε τον ηρωισμό στο DNA μας, αλλά δύσκολα ξεκολλάμε από τη φούστα της μαμάς μας.
Είμαστε παθιασμένοι και επαναστάτες, αλλά ψηφίζουμε πάντα τους ίδιους πολιτικούς.
Είμαστε πρωτοπόροι, αλλά από οργάνωση και προγραμματισμό δεν ξέρουμε και πολλά.
Κρίνουμε τα πάντα, αλλά την αυτοκριτική δεν την ξέρουμε.
Έχουμε άποψη για τα πάντα, αλλά μας νοιάζει ‘τι θα πει ο κόσμος’.
Πιστεύουμε στις αξίες, αλλά ζητάμε και κανένα ρουσφετάκι.
Είμαστε πιστοί, αλλά δεν έχουμε και ‘φόβο Θεού’.
Είμαστε εγκάρδιοι, αλλά έχουμε πάντα μια ‘Κατίνα’ στη γειτονιά μας.
Διδάξαμε τον πολιτισμό, αλλά τα μουσεία μας ούτε απ’ έξω δεν τα ξέρουμε.
Μεγαλουργούμε σ’ όλο τον κόσμο, αλλά ξεπουλήσαμε τα πάντα στην χώρα μας.
Στην ταβέρνα κερνάμε, αλλά μας λες και συμφεροντολόγους.
Αγαπάμε τον τόπο μας, αλλά αφήνουμε τα πατρικά μας να ρημάζουν.
Αγαπάμε τα παιδιά μας, αλλά τα μεγαλώνουμε ανελεύθερα.
Λέμε μεγάλες κουβέντες, αλλά οι πράξεις μας δεν ακολουθούν.
Ερωτευόμαστε παθιασμένα, αλλά με τη μεγάλη μας αγάπη δεν λέμε ούτε ‘καλημέρα’.
Εμείς βάζουμε την φωτιά, αλλά κι αν καούμε… συνεχίζουμε την ζωή μας ατάραχοι.
Οπότε το άσμα το λέει μια χαρά … προχωράμε στη ζωή… με της λησμονιάς το βάλσαμο.