Δεν ξαναμπήκε άνθρωπος σε τραίνο και ο Σιδηροδρομικός Σταθμός Λιανοκλαδίου παραμένει άδειος κι έρημος λένε τα ρεπορτάζ από τη Φθιώτιδα, πράγμα πολύ λογικό και αναμενόμενο μετά το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη, όπου επίσημα σκοτώθηκαν 57 νέοι κυρίως άνθρωποι. Βέβαια, κανένας πολιτικός και κανένα ΜΜΕ δεν αναφέρουν πια και πόσοι άλλοι είναι αγνοούμενοι, αποσιωπώντας πάνω από πενήντα ακόμη πιθανούς θανάτους, αφού κανένας δεν γνώριζε τον ακριβή αριθμό επιβαινόντων!

Πριν από λίγες μέρες η οροφή του αστικού λεωφορείου 040 της Γραμμής Πειραιάς – Σύνταγμα, κόπηκε και κατέρρευσε μέσα στο λεωφορείο εν κινήσει με επιβάτες. Από θαύμα δεν θρηνήσαμε κι άλλα θύματα. Προχθές η είδηση ότι τρόλεϊ ξέφυγε της πορείας του στην Πατησίων και συγκρούστηκε σφοδρά με σταθμευμένο φορτηγό με αποτέλεσμα να τραυματιστεί ένας επιβάτης. Οι καταγγελίες πέφτουν βροχή για φθαρμένα λάστιχα στα λεωφορεία των ΚΤΕΛ, για έλλειψη προσωπικού σε ΜΕΤΡΟ και γενικά συγκοινωνίες, για μη τήρηση κανόνων ασφαλείας και γενικά για γενική εγκατάλειψη στα μέσα συγκοινωνίας.

Καλά για τα τροχαία ας μη μιλήσουμε. Είναι καθημερινά και πολλά από αυτά θανατηφόρα. Είμαστε και εμείς οι οδηγοί πολλές φορές απρόσεχτοι, είναι και οι δρόμοι μας όμως καρμανιόλες…

Απ’ ότι φαίνεται μάλλον είναι πολύ επικίνδυνο σε αυτή τη χώρα να βγαίνεις από το σπίτι σου. Κάθε βήμα και προσευχή. Ίσως αυτή την πραγματικότητα γνωρίζοντας η κυβέρνηση τα τρία από τα τέσσερα χρόνια που κυβερνά, με αφορμή πάντα την πανδημία του κορωνοϊού, ‘φαγώθηκε’ να μείνουμε σπίτι. Κάτι ήξερε… Για το καλό μας πάντα έπαιρνε και παίρνει τις αποφάσεις της κάθε κυβέρνηση που έχει περάσει στην Ελλάδα, φαίνεται άλλωστε εκ του αποτελέσματος (!).

Μείναμε λοιπόν τρία χρόνια μέσα στο σπίτι, με τον δέοντα σωφρονισμό όπου και όταν χρειαζόταν, αφού έπεφταν τα πρόστιμα βροχή και χρειαζόμουν χαρτί εξόδου για να περπατήσω από την Πλατειά Πέτρα μέχρι τη Ρεβύθη (συνοικισμοί του Λημερίου Αγράφων) όπου ανάθεμα κι αν συναντούσα άνθρωπο. Μείναμε μέσα με τα κανάλια να μετράνε καθημερινά τους νεκρούς από την πανδημία και να τονίζουν όλη μέρα πόσο τυχεροί είμαστε μέσα και μην τολμήσουμε να πάμε σε τίποτα γονείς ή παππούδες γιατί θα τους ‘σκοτώσουμε’. Μείναμε μέσα με τα χρέη να ανεβαίνουν στα ύψη και οι μικροεπιχειρήσεις της γειτονιάς μας, της περιοχής μας, της πόλης μας να κλείνουν η μία μετά την άλλη. Μείναμε μέσα αλλά η Βουλή δούλευε και δούλευε εντατικά… και ψηφίζονταν νόμοι και νομοσχέδια με υποπαραγράφους και παραρτήματα που όταν θα τα καταλάβουμε θα είναι πολύ αργά. Και γενικά με προσήλωση και τον απαιτούμενο διχασμό μείναμε μέσα…

Αυτές τις τελευταίες δέκα μέρες όμως, όλοι μα όλοι σε αυτή τη χώρα βγήκαμε έξω. Βγήκαμε στις πλατείες και στους δρόμους, στα προαύλια των σχολείων, σε κάθε πόλη και χωριό. Βγήκαμε έξω γιατί σκοτώθηκαν τα παιδιά μας, γιατί αυτοί οι άγγελοι που σκοτώθηκαν στα Τέμπη ήταν τα παιδιά όλων μας. Βγήκαμε έξω γιατί αυτή η ποδοπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μας και των στοιχειωδών ελευθεριών μας, καταλάβαμε ότι μόνο στόχο είχε την απόλυτη και τελειωτική αποχαύνωσή μας. Βγήκαμε έξω γιατί με τα Τέμπη καταλάβαμε για πολλοστή φορά πόσο αναλώσιμοι είμαστε για την κάθε κυβέρνηση. Είμαστε απλά οι ηλίθιοι κομπάρσοι που πρέπει να εκλέγουμε όποτε μας το ορίζουν και αυτούς που μας ορίζουν, είμαστε τα πειραματόζωα στα κατεστραμμένα συστήματα Υγείας, Παιδείας, Μεταφορών κλπ κλπ.

Βγήκαμε έξω γιατί καταλάβαμε ότι όσους νεκρούς κι αν μετράμε σε αυτή τη χώρα, βλ. Μάτι, Εύβοια, Ηλεία, Μάνδρα, ξανά Εύβοια και τώρα για τρίτη φορά Τέμπη, όσο δεν αντιδρούμε και δεν βγαίνουμε έξω, τόσο θα διαιωνίζεται η κατάντια και θα βαθαίνει ακόμη περισσότερο. Και δεν είναι μόνο η σημερινή κυβέρνηση που ευθύνεται, παρόλο που πολλοί αυτά τα χρόνια τα παρομοιάζουν σαν τις πληγές του Φαραώ, είναι και όλες οι άλλες που διαρρηγνύουν σήμερα τα ιμάτιά τους ως μη γνωρίζοντες τίποτα.

Βγαίνουμε έξω γιατί οι Έλληνες μόνο στον ήλιο και στον καθαρό αέρα μπορούμε να λειτουργούμε. Βγαίνουμε έξω για να τελειώσει το ρουσφέτι και η λαμογιά. Βγαίνουμε έξω για μπορέσουμε να επιβιώσουμε και να δώσουμε μια ευκαιρία στα παιδιά μας να ζήσουν…

Έξω όλοι… (με διττή σημασία).