Ευρυτάνας Εβδομάδας

7950
OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Όνομα: Γιώργος Στ. Αθανασιάς

Ιδιότητα: Συνταξιούχος Δημοσίου, Συγγραφέας

Τόπος κατοικίας: Καρπενήσι

Τόπος καταγωγής: Μουτσιάρα Ραπτοπούλου Ευρυτανίας

Αγαπημένο σημείο στην Ευρυτανία: Ο τόπος, που πάτησα  επάνω του στέρεα, για να γράψω  τα όνειρά μου στα σύννεφα και τις ελπίδες μου επάνω σε μαύρο χιόνι. 

Στάση ζωής: ‘‘Ο αφανισμός της δυστυχίας, της αδικίας και της εκμετάλλευσης.’’

Με αφορμή την έκδοση του τελευταίου βιβλίου του “ΜΙΑ ΖΩΉ ΚΙ ΕΝΑ ΠΟΤΉΡΙ”, ο Γιώργος Αθανασιάς είναι ο Ευρυτάνας αυτής της εβδομάδας. Αυτή είναι η αφορμή για μια όμορφη κουβέντα, που μπορεί να μας παρασύρει στον μοναδικό τρόπο, γεμάτο λυρισμό, αλλά και πραγματισμό παράλληλα, που παρατηρεί και περιγράφει τα πράγματα. Μια ματιά που είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι υπάρχει σήμερα και που δίνει τροφή, αν μη τι άλλο, για σκέψη…

ΕΠ. “ΜΙΑ ΖΩΉ ΚΙ ΕΝΑ ΠΟΤΉΡΙ” είναι το τελευταίο σας συγγραφικό εκπόνημα. Πείτε μας δυο λόγια για το περιεχόμενό του.

ΓΑ. Κατ’ αρχάς, επιτρέψτε μου να σας ευχαριστήσω. Είναι ύψιστη η τιμή, που μου κάνετε. Με  συγκινείτε βαθύτατα. Σας είμαι εξαιρετικά υπόχρεος και σας ευγνωμονώ από καρδιάς. Σε ό,τι αφορά στο «ΜΙΑ ΖΩΗ ΚΙ ΕΝΑ ΠΟΤΗΡΙ», που αποτελεί σύνθεση πραγματικότητας και φαντασίας,  είναι ένα κοινωνικό μυθιστόρημα, που, για να γραφτεί, χρειάστηκε δύναμη, επιστράτευση αναμνήσεων, πολλές σταγόνες δάκρυ και προσπάθεια, για να περιοριστεί σε πλαίσια ανεκτά η υπερβολή και η αδικία.  Μέσα στις πεντακόσιες είκοσι τρεις (523) σελίδες του υμνεί τον έρωτα, εκθειάζει την αγάπη, αναγνωρίζει την προσφορά, επαινεί την ευγνωμοσύνη, στηλιτεύει τα «κακώς κείμενα» και στέκεται με ασυνήθιστη παρρησία απέναντι από τους λαοπλάνους, από τους Θεομπαίχτες και από τα κάθε λογής, μεγέθους, ράτσας και εθνότητας τρωκτικά. Τέλος, ευαγγελίζεται μια κοινωνία χωρίς ιδιοτέλεια, δίχως διαπλοκή, χωρίς δίνες, δίχως οδύνες και δίχως αγωνία. Μια κοινωνία με αληθινή δημοκρατία, με συναισθηματική νοημοσύνη, με ηθικό θάρρος, με αλτρουισμό, με ορθολογική εξέλιξη και με προκοπή.        

ΕΠ. Ποιες είναι οι εντονότερες αναμνήσεις που έχετε από τα παιδικά και εφηβικά σας χρόνια. Πώς καθόρισαν τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς σας.

ΓΑ. Είχα την τύχη να γεννηθώ λίγα χρόνια μετά από τον καταστρεπτικό εμφύλιο πόλεμο. Από τον πόλεμο, που δεν τιμά ούτε τους «νικητές», ούτε τους «ηττημένους». Κατά τη γνώμη μου, όλοι τους πρέπει να ντρέπονται, γιατί τα έργα και οι ημέρες τους μετέτρεψαν  την Ελλάδα σε τριτοκοσμική χώρα.

Εκείνη την εποχή κανένας δεν γεννιόταν παιδί. Όλοι μας μεγάλοι γεννηθήκαμε. Οι αναμνήσεις μου είναι πολλές και, παρά τα χρόνια που πέρασαν, παραμένουν έντονες. Θυμάμαι τις αιμορραγούσες πληγές του εμφυλίου. Θυμάμαι τον αγώνα των γονιών μου, προκειμένου να μας εξασφαλίσουν ένα κομμάτι μπομποτίσιο ψωμί. Θυμάμαι τις ανοιχτές πόρτες των καλυβιών και των σπιτιών. Θυμάμαι την «καλημέρα» που έβγαινε ίσια μέσα από των ανθρώπων τις καρδιές. Θυμάμαι την αλληλοϋποστήριξη και την συμπαράσταση. Θυμάμαι, ότι οι άνθρωποι αντιμετωπίζονταν ως αγέλη και όχι ως νοήμονες υπάρξεις και ως ανθρώπινες οντότητες. Οι επιτήδειοι πολιτικοί και οι κομματάρχες τους αντιμετώπιζαν έτσι.  Όλα αυτά συνέβαλλαν στην διαμόρφωση της προσωπικότητάς μου και της ιδεολογικής μου ταυτότητας.       

ΕΠ. Με δεδομένο ότι τα βιβλία σας βάζουν σε πρώτο πλάνο τον άνθρωπο και τις ιστορίες του, πόσο σημαντικός θεωρείτε ότι είναι ο ανθρώπινος παράγοντας στο πώς διαμορφώνεται τελικά η ιστορία;  

ΓΑ. Αναντίλεκτα, είναι ο κυρίαρχος παράγοντας. Ο άνθρωπος πρωταγωνιστεί στις σελίδες της ιστορίας. Δυστυχώς, ο ανθρώπινος παράγοντας γράφει τις σελίδες της μεροληπτικά και με αίμα. Αν οι «μεγάλοι» της γης και οι υποτακτικοί τους, οι μαριονέτες τους δηλαδή, δεν ήταν δούλοι της απληστίας  τους και αν οι λαοί δεν είχαν αγελαία νοοτροπία, ο κόσμος μας θα ήταν καλύτερος, η καταδυνάστευση θα ήταν λιγότερη και η γη μας δεν θα ήταν ποτισμένη με τόσο αίμα.          

ΕΠ. Πότε πιστεύετε ότι πρέπει να μιλάμε; Πότε να μην μιλάμε; Και πότε να γράφουμε;

ΓΑ. Μιλάμε, όταν δεν συναινούμε. Δεν μιλάμε, όταν με την σιωπή μας θέλουμε να πούμε πολλά και σημαντικά.  Γράφουμε, όταν η ψυχή μας νοιώθει την επιθυμία ή την ανάγκη να αφήσει, προσώρας, το σώμα μας,  για να ταξιδέψει σε άλλους τόπους, σε άλλους κόσμους και σε άλλα σύμπαντα, για να συναντήσει το απροσέγγιστο και το ιδανικό.       

ΕΠ. Πως θα μπορούσε το λογοτεχνικό πνεύμα και η ποίηση να ‘εμποτίσουν’ την ζωή των ανθρώπων σήμερα;

ΓΑ. Σίγουρα η λογοτεχνία και η ποίηση συμβάλλουν στο ποιοτικό μπόλιασμα της ανθρώπινης ψυχής και κατ’ επέκταση της ίδιας της ζωής, διότι  ευαισθητοποιούν, ελέγχουν, ενθαρρύνουν, προβληματίζουν, κατευθύνουν.  Όμως  οι άνθρωποι πρέπει να αφήσουν τη μακαριότητα και την ραθυμία και να στρέψουν  το βλέμμα τους στον ξάστερο ουρανό, για  να διαβάσουν  τα «λογοτεχνήματα» και τα «ποιήματα» Εκείνου. Με τα κατασταλάγματά Του πρέπει να εμποτίζουν τη ζωή τους. Τα έργα των λογοτεχνών και των ποιητών, ακόμα και των «άθεων»,  δεν είναι παρά στενά μονοπάτια, που οδηγούν ίσαμε κει.     

ΕΠ. Ευρυτανία από το χθες στο σήμερα. Με την λογοτεχνική σας ματιά, πως θα περιγράφατε αυτή την εξέλιξη, απ’ την δεκαετία του ’50 στο 2019;

ΓΑ. Η Ευρυτανία ήταν πάντα μια άκρως γοητευτική και νεραϊδόμορφη, αλλά μη επιλεκτική και εντελώς απρόσεκτη Κυρία. Οι επιλογές των εραστών της γίνονταν αυθόρμητα, εντελώς πρόχειρα, χωρίς βαθύτερη σκέψη και δίχως τον παραμικρό ενδοιασμό. Δυστυχώς, οι λάθος επιλογές της, εκτός συνταρακτικού απροόπτου, την οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην ερήμωση και στον ολοσχερή μαρασμό. 

‘‘Εκείνη την εποχή κανένας δεν γεννιόταν παιδί. Όλοι μας μεγάλοι γεννηθήκαμε’’

‘‘Μιλάμε, όταν δεν συναινούμε. Δεν μιλάμε, όταν με την σιωπή μας θέλουμε να πούμε πολλά και σημαντικά’’

‘‘Η Ευρυτανία ήταν πάντα μια άκρως γοητευτική και νεραϊδόμορφη, αλλά μη επιλεκτική και εντελώς απρόσεκτη Κυρία’’

‘‘Οι άνθρωποι πρέπει να αφήσουν τη μακαριότητα και την ραθυμία και να στρέψουν  το βλέμμα τους στον ξάστερο ουρανό, για  να διαβάσουν  τα «λογοτεχνήματα» και τα «ποιήματα» Εκείνου’’