Ενώ μόλις χθες ανακοινώθηκε ότι καταργούνται και τα τελευταία περιοριστικά μέτρα για τον κορονοϊό, οι περισσότεροι είχαμε ξεχάσει ότι ακόμα υπάρχουν. Πώς λειτουργεί η μνήμη, γιατί ξεχνάμε τόσο έντονα βιώματα.

Μόλις χθες, Τρίτη, το υπουργείο Υγείας ανακοίνωσε την άρση και των τελευταίων περιοριστικών μέτρων για τον κορονοϊό, με κάποιες μικρές εξαιρέσεις.

Ωστόσο, οι περισσότεροι είχαμε ξεχάσει ότι υπάρχουν ακόμη υποχρεωτικά περιοριστικά μέτρα, όπως η χρήση μάσκας στα μέσα μαζικής μεταφοράς και τα υποχρεωτικά τεστ στους ανεμβολίαστους εργαζόμενους μία φορά την εβδομάδα.

Εντούτοις, όσο ζούσαμε αυτές τις πρωτόγνωρες καταστάσεις, είχαμε την εντύπωση ότι θα τις θυμόμαστε με κάθε λεπτομέρεια για πάντα.

Πόση διάρκεια είχε το πρώτο lockdown της πανδημίας, πόσες φορές στείλαμε μήνυμα στο 13033 για να βγούμε από το σπίτι, πόσο διάστημα παρέμειναν κλειστά τα σχολεία και τα εστιατόρια, τι είχε γίνει με τον διαχωρισμό εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων πολιτών;

Πλέον, ελάχιστα είναι αυτά που θυμόμαστε και ο εγκέφαλός μας είναι σε αυτήν την περίπτωση ο φύλακας άγγελός μας.

Η πανδημία του κορονοϊού επηρέασε για πάντα τη ζωή, κυρίως σε όσους έχασαν κάποιο δικό τους άνθρωπο από λοίμωξη Covid.

Οι υπόλοιποι, λίγο-πολύ έχουμε ξεχάσει τις τόσο έντονες φάσεις της ζωής μας που περάσαμε για 2,5 χρόνια.

Και σύντομα, σύμφωνα με τους ειδικούς, θα ξεθωριάσουν και οι τελευταίες μνήμες στους περισσότερους.

Γιατί όμως κάτι τόσο έντονο που το βιώσαμε όλοι, βρίσκεται ήδη στα ανήλιαγα υπόγεια του μυαλού μας;

«Η ανθρώπινη μνήμη δεν μοιάζει με αυτή του υπολογιστή. Κι αυτό διότι φθίνει, δηλαδή υπάρχει το φαινόμενο της λήθης», όπως εξηγεί ο Γουίλιαμ Χερστ, καθηγητής Ψυχολογίας στο New School for Social Research της Νέας Υόρκης.

Γιατί ξεχάσαμε την πανδημία

Η λήθη είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την μνήμη. Ως εκ τούτου για να κατανοήσουμε γιατί ξεχνάμε σημαντικούς σταθμούς της ζωής μας, όπως λεπτομέρειες από την περίοδο της πανδημίας, θα πρέπει να γνωρίζουμε πώς ο εγκέφαλος διατηρεί τις αναμνήσεις του.

Υπάρχουν τρεις αλληλένδετες φάσεις της μνήμης: η κωδικοποίηση, η ενοποίηση και η ανάκληση (ανάκτηση της πληροφορίας).

Όταν λαμβάνουμε νέες πληροφορίες, ο εγκέφαλός μας τις κωδικοποιεί με αλλαγές στους νευρώνες του ιππόκαμπου, μια σημαντική ανατομική δομή του κέντρου της μνήμης.

Επίσης, υπάρχουν και άλλες περιοχές του εγκεφάλου που δημιουργούν μνήμες, όπως είναι η αμυγδαλή που καταγράφει και αποθηκεύει οτιδήποτε σχετίζεται με τα συναισθήματα.

Αυτοί οι νευρώνες ενσωματώνουν τα ίχνη των αλλαγών, με μία διαδικασία που προκαλεί φυσικές ή βιοχημικές αλλαγές στον ιστό του εγκεφάλου και είναι γνωστή ως εγγράμμα.

Ωστόσο, πολλές από αυτές τις πληροφορίες χάνονται από τη μνήμη, εκτός εάν αποθηκευτούν κατά τη φάση της ενοποίησης, κατά την οποία γίνεται ανακατανομή των νευρώνων όταν κοιμόμαστε.

Η διαδικασία αυτή καθιστά τις μνήμες πιο σταθερές και με μεγαλύτερη διάρκεια.

Ο ιππόκαμπος από την πλευρά του, αναπαράγει τη μνήμη, η οποία επίσης βρίσκεται στους νευρώνες του φλοιού του εγκεφάλου.

Μία θεωρία είναι ότι ο ιππόκαμπος αποθηκεύει ένα ευρετήριο για το πού βρίσκονται αυτοί οι νευρώνες της μνήμης του φλοιού. Κάτι όπως η αναζήτηση στη google.

Τέλος, κατά τη διαδικασία ανάκτησης μια ανάμνησης, οι νευρώνες του ίχνους μνήμης στον ιππόκαμπο και τον φλοιό επανενεργοποιούνται.

Γι’ αυτό και όσο ζούσαμε τις πρωτόγνωρες φάσεις της πανδημίας, ενώ νομίζαμε ότι θα θυμόμαστε την κάθε λεπτομέρεια για πάντα, στη μνήμη μας τελικά έχει παραμείνει μία συναισθηματικά φορτισμένη κατάσταση.

Οι υπερβολικές πληροφορίες και η μονοτονία επηρεάζουν τη μνήμη

Επίσης, συνέβησαν τόσα πολλά και τόσο γρήγορα, που ο εγκέφαλος δεν προλάβαινε να κωδικοποιήσει τις καταστάσεις, καθώς στην ουσία υπήρξε υπερφόρτωση πληροφοριών.

Στο ίδιο πλαίσιο, υπάρχει ένας μηχανισμός της μνήμης, μέσω του οποίου οι νέες εμπειρίες, παρεμβαίνουν στις παλιές αναμνήσεις και ως εκ τούτου είναι πιο εύκολο να θυμόμαστε τα νεότερα γεγονότα της ζωής μας.

Το άγχος που είχαμε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, είναι επίσης ένας ανασταλτικός παράγοντας για την «εγγραφή» των βιωμάτων μας στη μνήμη.

Επιπλέον, η μονοτονία της καθημερινότητας για τους περισσότερους που βρισκόμασταν κλεισμένοι στο σπίτι, είναι κάτι που δεν βοηθούσε στον σχηματισμό μνήμης, ακόμη και αν βιώναμε έντονα το κάθε γεγονός, όπως οι ανακοινώσεις των περιοριστικών μέτρων και οι εξελίξεις γύρω από τα εμβόλια από τον Σωτήρη Τσιόδρα και τον Νίκο Χαρδαλιά.

«Όταν ζούμε κάτι σαν να είναι το ίδιο και το ίδιο, όπως έγινε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η μνήμη νομίζει ότι πρόκειται για ένα και μόνο γεγονός και δεν καταγράφει σωστά τις αναμνήσεις. Επομένως, είναι επόμενο να έχουμε αρκετά ασαφείς αναμνήσεις από τα προηγούμενα χρόνια», εξηγεί η Ντόρθε Μπέρντσεν, καθηγήτρια ψυχολογίας, με εξειδίκευση στη μνήμη, στο Πανεπιστήμιο Aarhus στη Δανία.

Ποιος θέλει να θυμάται την πανδημία;

Οι άνθρωποι τείνουν να βλέπουν το μέλλον πιο θετικά από το παρελθόν και ως εκ τούτου δεν θέλουν να κρατήσουν ζωντανές στη μνήμη τους τις εμπειρίες από την πανδημία.

Σε έρευνα που είχε γίνει ένα χρόνο μετά την πτώση των δίδυμων πύργων στη Νέα Υόρκη και το τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου, φάνηκε ότι το 40% είχε ξεχάσει σοβαρές πτυχές του θέματος και δεν μπορούσαν να θυμηθούν με βασικές λεπτομέρειες για το τι είχε συμβεί.

Άρα, υπάρχει ένας μηχανισμός του εγκεφάλου που καθαρίζοντας τη μνήμη, μας απαλλάσσει από τις καταστάσεις οι οποίες μπορούν να μας προκαλέσουν δυσάρεστα συναισθήματα.

Ωστόσο, μπορεί οι περισσότεροι να μην μπορούμε σήμερα να θυμηθούμε με ακρίβεια τι έγινε και πότε κατά τη διάρκεια των 2,5 ετών, όμως στην περίπτωση που συμβεί κάτι παρόμοιο στο μέλλον, όπως για παράδειγμα μια νέα πανδημία, ο συναισθηματική μας μνήμη θα ξυπνήσει και θα μας θυμίσει απότομα όλες τις βίαιες καταστάσεις που ζήσαμε.

Κι αυτό όχι για να μας… τιμωρήσει, αλλά για να μας θυμίσει πώς γίνεται η διαχείρισή τους και να μας προφυλάξει από το στρες και την κατάθλιψη.

news247.gr