Ο Παναγιώτης Μπαλτάς

Μια ιστορία αιώνων, ένα χάνι που έχει περάσει στην σφαίρα του θρύλου και ατελείωτες ιστορίες από πρόσωπα, γεγονότα και αναμνήσεις βγαλμένες από μια άλλη εποχή, που θυμίζουν παραμύθι. Ο κύριος Παναγιώτης Μπαλτάς, απόγονος της ιστορικής πλέον οικογένειας των Μπαλταίων και μαζί με την σύζυγό του, μόνιμος κάτοικος των Μπαλταίϊκων, είναι ένας ζωντανός θρύλος και μια απλή συνομιλία μαζί του, αρκεί για να πλημμυρήσεις από εικόνες βγαλμένες από το παρελθόν…

Περήφανος ΄φρουρός΄ της φατριάς, του κερνάει τους επισκέπτες κρύο νερό από την πηγή των Μπαλταίϊκων κάτω από τις πανέμορφες καρυδιές, που ανεβάζει με το παγούρι με τον αυτοσχέδιο μηχανισμό που έφτιαξε. Φιλόξενος, με ζωηρό βλέμμα, γρήγορο μυαλό και γλώσσα, δείχνει πρώτα, πρώτα το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειάς του που ‘καμαρώνει’ στον τοίχο του σαλονιού. Μιλάει για τους προγόνους του, την ιστορία που ΄έγραψε’ το χάνι μέσα στους αιώνες και τον αδερφό του Γιάννη Μπαλτά που το ανέλαβε από τον πατέρα τους, το δέντρο στην αυλή που ακούμπησαν με θρήνο, προσκυνώντας το άψυχο σώμα του Μάρκου Μπότσαρη, διανυκτερεύοντας στο χάνι τα πρωτοπαλίκαρα του, παίρνοντας το δρόμο από το Κεφαλόβρυσο προς το Μεσολόγγι, μέσω του Προυσού.

‘‘Γεννήθηκα στο Χάνι μέχρι που έφτασα 40 χρονών και έφτιαξα το δικό μου σπίτι. Εγώ ζω εδώ μόνιμα με την γυναίκα μου και έρχονται συχνά τα δυο μας παιδιά και τα τρία μας εγγόνια.’’

Για τα χρόνια που έφυγαν θυμάται ότι από το Χάνι πέρασαν πολλοί… Θυμάται τον Παύλο Μπακογιάννη που τον επισκέπτονταν φτάνοντας από τα γειτονικά Βελωτά. Θυμάται τον κόσμο που γλεντούσε στην αυλή στο χάνι που έσφυζε από ζωή… Μια ζωή γεμάτη αναμνήσεις και μεγάλη ιστορία…

Τα Μπαλταίϊκα  και το θρυλικό “Χάνι του Μπαλτά”

Το Χάνι βρίσκεται νότια από το Καρπενήσι, στον παλιό δρόμο για το Αγρίνιο και κοντά στο μοναστήρι του Προυσού και λειτούργησε παραπάνω από 150 χρόνια. Τα Μπαλταίκα με το Χάνι του Μπαλτά, που μέχρι πρόσφατα λειτουργούσε εξυπηρετώντας τους προσκυνητές της μονής του Προυσού και τους οδοιπόρους της ευρύτερης περιοχής. Ο αδερφός του κ. Παναγιώτη Μπαλτά, Γιάννης, γεννημένος το 1929, ήταν αυτός που κράτησε σε λειτουργία το θρυλικό Χάνι των Μπαλταίων έως το 2016 όταν και έφυγε από την ζωή. Το χάνι είχε ανοίξει ο παππούς τους Ιωάννης Μπαλτάς με τη σύζυγό του Ιλιάδα γύρω στα 1860 και το συνέχισε ο πατέρας τους Αθανάσιος Μπαλτάς. Μετά την κατοχή επισκευάστηκε από την οικογένεια, γιατί καταστράφηκε από βομβαρδισμό. Μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του 80′ περνούσε από κει το παλιό μονοπάτι και μετέπειτα ο οδικός δρόμος για τα χωριά του Προυσού και το χάνι είχε ζωή, φιλοξενώντας προσκυνητές του Προυσού, επισκέπτες και περαστικούς. Έκτοτε έγινε παράκαμψη, συντόμευση του δρόμου και σταδιακά μειώθηκε η κίνησή του, ποτέ όμως δεν χάθηκε ο θρύλος που το συνόδευε μέσα στο πέρασμα των αιώνων.

Η καταγωγή των Μπαλταίων

Η καταγωγή της οικογένειας προέρχεται απ’ το Σούλι. Ήταν τρία αδέρφια Μπαλταίοι, οι οποίοι πολέμησαν στην πολιορκία του Μεσολογγίου. Ο ένας τραυματίστηκε και έφτασε στην περιοχή του Προυσού, γιατί θα τον πιάνανε οι Τούρκοι, θα τον σφάζανε. Οι άλλοι δύο πολεμήσαν ως το τέλος, κι ο ένας έφυγε προς την Κρήτη, κι ο άλλος έμεινε εκεί, και έχει απογόνους στο Μεσολόγγι. Ο Θανάσης Μπαλτογιάννης εγκαταστάθηκε στην περιοχή που πήρε το όνομά του και έζησε με την οικογένειά του. Γιος του ήταν ο Κώστας Μπαλτάς, ο επονωμαζόμενος Ζόρτσος. Ο Γιάννης  Μπαλτάς ήταν γιος του Κώστα και γυναίκα πήρε από την κοντινή Καστανιά, την Ιλιάδα Δημητριάδη. Ο Γιάννης Μπαλτάς, ο Μπαλτογιάννης, πέθανε το 1936, κοντά 80 χρονών. Το επάγγελμά του, τη λειτουργία του χανιού, συνέχισε έκτοτε ο γιος του, ο Θανάσης Μπαλτάς (1897-1981), παντρεμένος με τη Βασιλική Βασιλαγόρη με την οποία απέκτησαν εφτά παιδιά.

Ο αείμνηστος Γιάννης Μπαλτάς αφηγήθηκε στον Σπύρο Μαντά

‘Τότε ο Μπουρσός είχε πάνω από χίλια άτομα. Πέρναγαν απ’ αυτόν το δρόμο, σαν φίδι, από πάνω και πηγαίνανε. Πέρναγαν και προς τα αριστερά προς την Καρίτσα. Είχε δω κόσμο το χάνι. Περνούσαν αγωγιάτες, κοιμόντουσαν, κάναν ταξίδια και μια βδομάδα και παραπάνω. Πήγαιναν ως το Μεσολόγγι απ’ το Καρπενήσι και τη Λαμία. Φορτώναν τριφυλλόσπορο και πηγαίναν να τον πουλήσουν. Από κει φόρτωναν λάδι, πορτοκάλια, ψάρια. Τα ψάρια τα αλατίζαν και τα μεταφέρανε. Βάζαν μέσα σε τράστα σακούλες χιόνι για να μη λιώνει, και τα μεταφέρανε τα ψάρια…’

‘‘Κάτω στην ποταμιά ήταν γιοφύρι. Ήταν ξύλινο, 1880, 1890, περίπου εκεί. Ήταν ξύλινο, και κάθε χρόνο, επειδή είχε μεγάλη απόσταση, κάπου τριάντα τόσα μέτρα, ίσως και περισσότερα, περισσότερα μάλλον, έκανε πέζο και χάλαγε, κάθε χρόνο. Έκανε καμπούρα και κουνιότανε. Πέρναγαν ζώα και άνθρωποι…

Πέρναγαν τότε και κομματάρχηδες απ’ εδώ. Ήρθαν και στο χάνι και ζητούσαν ψήφους. Και τους λέει ο παππούς μου ο Μπαλτογιάννης.., λέει, ψήφους μας ζητάτε, μας ρωτάτε πώς περνάμε το ποτάμι; Χειμώνα περνάμε μέσα στο ποτάμι∙ έχουμε το καρέλλι και υποφέρουμε∙ τι θα γίνει, θα μας φτιάξετε γιοφύρι;

Μα.., δώστου, μα.., πάρτου, δε γίνεται γιοφύρι, είναι μακριά η απόσταση..! Τους λέει ο παππούς μου.., λέει, εγώ το ’χω μετρήσει, μπορούμε να το φτιάξουμε λίγο παρακάτω που δεν είναι τόσο πλατύ. Είσαι σίγουρος; Είμαι. Πάρε μια τριχιά κι ένα πασέτο και να πάμε να μετρήσουμε… Και μετρήσανε. Και από τότε βγάλανε την απόφαση να κάνουνε γιοφύρι…’’

Λίγα χρόνια αργότερα, το 1897, ο Μπαλτογιάννης, παρέα με τον νεαρό τότε πολιτευτή και μετέπειτα πρωθυπουργό (1924), Γεώργιο Καφαντάρη (1873-1946), που είχε έρθει απ’ τη Φραγκίστα, κατέβηκαν στον Καμπύλο για να μετρήσουν το άνοιγμα του ποταμιού -τον είχε περάσει δώθε ο χαντζής με το μουλάρι του. Το μέτρησαν μαζί, χρησιμοποιώντας για μέτρο το μπαστούνι του Καφαντάρη. Και η απόφαση ελήφθη. Έτσι, την ίδια χρονιά, το όνειρο του Μπαλτογιάννη έγινε επιτέλους πραγματικότητα. Ένα ολοπέτρινο, γερό γεφύρι ένωσε τις όχθες. Περνούσε πια ο κόσμος πάνω-κάτω άνετα.

Οι φωτογραφίες ανήκουν στον συγγενή της οικογένειας κ. Ζαχαρία Ζηνέλη από την Καστανιά Προυσού  και η καταγραφή της ιστορίας του Ιωάννης Μπαλτά έγινε από τον Σπύρο Ι. Μαντά (23.4.2016).

Ο Μπαλτογιάννης με τη γυναίκα του Ιλιάδα με την οικογένειά τους

Γιάννης Μπαλτάς (1929-2016)
Το Χάνι του Μπαλτά που έσφυζε από ζωή
Τα Μπαλταίϊκα
Το θρυλικό Χάνι των Μπαλταίων