Στα πλαίσια της της δράσης #EUGreenWeek 2023, της μεγαλύτερης εκδήλωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Περιβάλλον, που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 10 Ιουνίου 2023 στο Συνεδριακό Κέντρο Καρπενησίου, βραβεύτηκαν με τιμητικές πλακέτες που παρέλαβαν, κτηνοτρόφοι και άνθρωποι της Ευρυτανικής υπαίθρου. Στην παρουσίαση έγινε επίσης η προβολή συνεντεύξεων δύο ακόμα Ευρυτάνων, που δεν παρέλαβαν βραβεία, αλλά απέσπασαν το πιο δυνατό χειροκρότημα. Πρόκειται για τον κ. Κύρο Θανάση και τον κ. Παπαδοκωστόπουλο Αριστοτέλη, που με την σοφία των χρόνων τους και το αειθαλές μυαλό τους μας θύμισαν πως

η ζεστή φιλοξενία των ντόπιων, συνοδευόμενη με αληθινές ιστορίες ανθρώπων της υπαίθρου, κάνουν μοναδικές τις εμπειρίες. Σε αυτούς αφιερώνεται η στήλη αυτής της εβδομάδας.

Κύρος Θανάσης, 85 ετών, Φουρνά Ευρυτανίας

“Καλώς ήρθατε στο χωριό μας. Είναι ιστορικό το χωρίο μας, λίγοι όμως γνωρίζουν την ιστορία του. Εμείς εδώ στη Φουρνά καλλιεργούσαμε τα χωράφια με τα ζώα, ζούσαμε δηλαδή με την κτηνοτροφία και δεν υπήρχε σπίτι να μην έχει μανάρες. Γι’ αυτό και με την πείνα του ’41 που πέθαναν όλοι στις πόλεις, εδώ δεν πέθανε κανένας. Κι αυτό, γιατί είχαμε το γάλα, το τυρί, το κρέας από τα μανάρια και ο ένας με τον άλλον βοηθιούνταν κα δεν πέθαινε κανένας.

Έγινε ο σεισμός, εδώ αναστατωθήκαμε, το μισό το χωριό έφυγε, πήγε προς τα κάτω, άλλοι στα θυρωρεία, άλλοι αλλού. Μετά άνοιξε το εργοστάσιο εδώ, ήρθε το δασαρχείο, άρχισε κι έκανε έργα, αναδασώσεις και όλος ο κόσμος δούλευε. Δούλευα κι εγώ 20 χρόνια δασοεργάτης. Κουβαλούσαμε, κόβαμε ξύλα στο εργοστάσιο, μεταφέραμε, δασικές εργασίες πάντα.

Υπήρχε πολλή φτώχεια! Δεν είχαμε παπούτσια. Εγώ φόρεσα γουρουνοτσάρουχα από χοιρινό. Τομάρι από χοιρινό. Παπούτσι φόρεσα, όταν ήρθε το δασαρχείο εδώ και πήγα και δούλεψα εκεί. Και τι παπούτσια; Στην αρχή κάτι καουτσούκια. Και όταν φόρεσα τα καουτσούκια μετά τα γουρουνοτσάρουχα ένιωσα ότι πατάω στον παράδεισο! 17 χρονών πρώτη φορά φόρεσα παπούτσια.

Όταν πήγαινα σχολείο ήμουν και τσομπανάκος. Έκανα χωράφι και με τα ζώα, με βόδια και αγελάδες. Όταν μετά πήγαμε στη Λαμία, μετά τον ανταρτοπόλεμο, εκεί μάθαμε ότι και τα μουλάρια κάνουν χωράφι. Δεν υπήρχαν τρακτέρια τότε. Όποιος είχε μουλάρι τότε ζούσε, δεν μπορούσες να ζήσεις χωρίς μουλάρι. Είχαμε καλλιέργειες, σιτάρι – καλαμπόκι, φύσαγε ένας λίβας που λένε το καλοκαίρι, τα έκαιγε τα σιτάρια. Δεν έβγαιναν καθόλου. Ζούσαμε κυρίως με το καλαμπόκι, φτιάχναμε πολλά.

Το μυστικό για να ζει κάποιος πολλά χρόνια είναι να μην γίνονται καταχρήσεις και η διατροφή επίσης. Άμα τρως κάθε μέρα κρέατα λιπαρά, τότε επιβαρύνεις τον οργανισμό σου. Τα παλιά τα χρόνια ο κόσμος ζούσε με λάχανα. Φυλάγανε σαράντα μέρες Σαρακοστή.  Τώρα άμα έρθει η πείνα θα πεθάνετε όλοι! Εδώ στα χωριά θα ζήσουν όλα. Άμα το μαγαζί δεν φέρει ψωμί, σαν τα ποντίκια μες στη φάκα θα φύγουν όλοι. Άμα σταματήσει το καρβέλι πώς θα ζήσουμε; Το ’41 τα αμπάρια ήταν όλα γεμάτα, γεμάτα καρπό. Είχαμε τέσσερα μύλια που άλεθαν εδώ, είχαμε μύλους, νερόμυλους στο ποτάμι κάτω. Τώρα δεν υπάρχει τίποτα.

Οι νέοι θέλουν μια καλή ζωή, έναν καλόν ύπνο, ένα καλό φαγητό, όχι φαγητά λιπαρά να κάνουνε πάχια. Όλα αυτά είναι βλαβερά. Να μην έχουν άγχος, τα παιδιά αγχώνονται πολύ, δεν τα βγάζουν πέρα και αγχώνονται.

Η μακροζωία θέλει καλή παρέα, να είναι κανείς πρόσχαρος, γελάμενος. Γιατί η ζωή αυτή είναι, να γλεντάς, να νιώθεις τα πράγματα. Πάντα έτσι την έβλεπα τη ζωή με χορό και τραγούδι.”

Παπαδοκωστόπουλος Αριστοτέλης, 93 ετών, Μηλιά Ευρυτανίας

“Πρέπει να πιστεύεις και να τολμάς, να είσαι τολμηρός, τότε θα τα καταφέρεις όλα!”

“Γεννήθηκα στο Παλαιοχώριον Ευρυτανίας και έφυγα από εκεί το ’57. Παντρεύτηκα εδώ και έμεινα εδώ μέχρι το ’62. Από το ’62 πήγα στην Αθήνα και δούλευα στις οικοδομές, πήρα σύνταξη, έχω και δυο κόρες.

Είμαι άνθρωπος που τα αντέχω όλα και τα κάνω όλα. Τώρα να μην είναι η γυναίκα σπίτι, θα τα φτιάξω όλα, και να μαγειρέψω και να πλύνω, πλυντήρια, όλες τις δουλειές τις κάνω στο σπίτι. Μόνος μου, γιατί η γυναίκα μου έχει πεθάνει.

Είμαστε στη Μηλιά Ευρυτανίας. Τώρα για το χωριό τι να σου πω. Είναι καλό για καλοκαίρι και για χειμώνα. Ο κόσμος είναι λίγος, εδώ δεν υπάρχει ούτε δάσκαλος ούτε παπάς. Η ζωή ήταν πολύ σκληρή. Ο πατέρας μου είχε έξι παιδιά, συν δύο οι γερόντοι και δύο οι παραγερόντοι 10. 10 ήμασταν σε μια οικογένεια. Μην ρωτάς για φτώχεια. Πήγαινα στο σχολείο ξυπόλυτος. Δεν είχαμε πολυτέλειες.

Ο κόσμος ό,τι έβγαζε έτρωγε. Ασχολούνταν με καλλιέργεια, με κτηνοτροφία, με τέτοια. Δεν είχε κρέας, το κρέας το έτρωγε μια φορά τον μήνα. Αλλά είχαμε πράγματα πολλά, ελιές. Δεν είχαμε χωράφια τότε, πεζούλια ήτανε με τα βόδια και τα μουλάρια.

Όταν έγινε η λίμνη (Κρεμαστών) ήμουνα εδώ. Η λίμνη ήτανε όλα τα χωριά, ο Άγιος Γεώργιος, Παλαιοχώρι, Επισκοπή, Μαυριάς, ο Αϊ Βασίλης, το Λογγίτσι, το Αγιοχώρι. Ήταν κάμπος τότε, μετά πνίχτηκε, μετά έγινε γέφυρα. Ο κάμπος είχε λιοστάσια, καλλιέργειες, καλαμπόκια, τριφύλλια, πορτοκαλιές. Όλη η Επισκοπή είχε. Τρεις η ώρα πηγαίναμε να καλλιεργήσουμε και να γυρίσουμε. Νύχτα με Νύχτα. Το καλοκαίρι είχαμε το σιτάρι, τον χειμώνα το καλαμπόκι. Αυτά τα δύο υπήρχαν. Και ο τραχανάς. Έφτιαχνε η μάνα μου πίτα, έβγαζε του παππού και της γιαγιάς και το υπόλοιπο όποιος προλάβαινε το περισσότερο. Σε μικρό τραπέζι, “σοφρά” το λέγαμε. Δεν είχαμε πολυτέλειες τότε. Και πρώτα-πρώτα εμείς δεν ήμασταν μόνιμοι στο χωριό, μία πηγαίναμε στο χωριό, μία πηγαίναμε στο κτήμα που είχαμε παραέξω. Η γυναίκα δούλευε και στο σπίτι και στα χωράφια. Η μάνα μου μαζί με τον πατέρα μου και τα αδέρφια μου πήγαιναν να καλλιεργήσουν τα χωράφια. Υπήρχε σέβας ανάμεσά τους. Υπήρχαν δύο καφενεία, ο “Μησαλεξάκης” πήγαιναν τα γερόντια και έπαιζαν κολτσίδα και ο “Θεμιστοκλής ο Γαλατάς”.

Ήταν πιο αγαθός και πιο φιλότιμος ο κόσμος τότε. Τώρα μέσα στα χωριά δεν θέλει να βλέπει ο ένας τον άλλον. Τότε ήταν πιο αγνοί, υποστήριζε ο ένας τον άλλον, κι ας είχαν φτώχεια. Ο άρχοντας ήταν αυτός που ήταν πιο δυναμικός σε περιουσία, σε χρήμα, σε μόρφωση. Αυτός ήταν ο μεγαλύτερος στο χωριό. Αλλά τώρα έγιναν όλοι ίσοι…”.

* Όλο το υλικό προέρχεται από της διαδικτυακές εκπομπές ‘Greek Village Life’, με την επιμέλεια της κας Παρθενίας Χαρίτου και του κ. Ανδρέα Κουτσοθανάση.