Σύμφωνα με την χριστιανική παράδοση, η Κυριακή πριν την Μεγάλη Τεσσαρακοστή (Καθαρά Δευτέρα) είναι γνωστή και ως Κυριακή της Τυρινής ή αλλιώς, η Κυριακή της Συγχώρησης. Οι χριστιανοί την ήμερα αυτή, δίνουν μεγάλη αξία στις διαπροσωπικές τους σχέσεις, αφιερώνοντάς την στη μετάνοια. Τους δινόταν η ευκαιρία να αναθερμάνουν τις σχέσεις τους και σε αυτούς που είχαν φιλονικήσει να συμφιλιωθούν και απαλλαγμένοι από πράξεις που βάραιναν την ψυχή τους να εισέρθουν στην μεγάλη σαρακοστή με ΄΄ελαφριά΄΄ καρδιά.

Σε πολλές περιοχές στην Ελλάδα και όχι μόνον, οι κάτοικοι πιστοί στα εκκλησιαστικά τους έθιμα προετοιμάζονταν για την ημέρα της αλληλοσυγχωρήσεως που επικεντρωνόταν στο δείπνο της Κυριακής της Τυρινής. Στο χωριό μας, από την προηγούμενη μέρα έκαναν τα ψώνια και τις απαραίτητες ετοιμασίες. Λίγο πριν τη δύση του ήλιου, οι δουλειές τελείωναν. Οι άνδρες που βρίσκονταν σε εξωτερικές δουλειές, επέστρεφαν στο σπίτι για να πλυθούν και να φορέσουν τα γιορτινά τους ρούχα. Οι γεροντότεροι της κάθε οικογενείας, ήταν τα τιμώμενα πρόσωπα. Σε αυτούς θα απευθύνονταν πρώτα τα υπόλοιπα μέλη, συγγενείς και φίλοι που θα επισκεπτόταν το σπίτι για να ζητήσουν συγνώμη. Έτσι και αυτοί φρόντιζαν να είναι καθαροί και να φορούν τα καλά τους.

Το απόγευμα της ημέρας αυτής, τελούνταν ο κατανυκτικός εσπερινός της συγνώμης. Στο τέλος της λειτουργίας, οι πιστοί φιλούν το χέρι του ιερέα, ζητώντας συγχώρεση από το θεό και στη συνέχεια δίνουν το χέρι ο ένας στον άλλον λέγοντας «συγχωρεμένα». Οι άνδρες που βρίσκονταν στο καφενείο επέστρεφαν νωρίς στο σπίτι για να ξεκινήσουν με τις οικογένειες τους τις επισκέψεις. Στο καφενείο που βρίσκονταν ή στο δρόμο που αντάμωναν, αλληλοσυγχωριόταν δια χειραψίας. Μετά τον εσπερινό, άρχιζαν οι επισκέψεις στα σπίτια του χωριού για να καταλήξουν στο πατρικό τους στο οποίο ζούσαν οι ηλικιωμένοι γονείς τους. Επισκέπτονταν συγγενείς, φίλους, κουμπάρους και ηλικιωμένους που τους έτρεφαν ιδιαίτερη εκτίμηση και σεβασμό. Οι επισκέψεις τους στα σπίτια ήταν σύντομες, για να προλάβουν να πάνε σε όλα όσα είχαν προγραμματίσει.

Αφού έμπαιναν στο σπίτι και καλησπέριζαν τους νοικοκυραίους και όλους τους υπόλοιπους που βρίσκονταν την ώρα εκείνη εκεί, κάθονταν και περίμεναν το κέρασμα από την νοικοκυρά. Συνήθως στους άνδρες πρόσφεραν κάποιο μεζέ που αποτελούνταν από τυρί, αυγό και τουρσιά συνοδευόμενο με κόκκινο κρασί ή τσίπουρο. Στις γυναίκες πρόσφεραν λουκούμι και νερό. Τα παιδιά είχαν να επιλέξουν από αυγό, λουκούμι, ξηρούς καρπούς, έως μανταρίνια και πορτοκάλια. Στο τραπέζι ή στο σοφρά τα για τα παλαιότερα χρόνια, είχε όλα τα υπόλοιπα εδέσματα τα οποία και αυτά ήταν στην διάθεση των επισκεπτών.

Στο τέλος της σύντομης επίσκεψης και αφού σηκωνόντουσαν να φύγουν, αλληλοσυχωριόταν. Πρώτα κατευθυνόταν, προς τον μεγαλύτερο του σπιτιού, στον παππού και μετά στη γιαγιά που κάθονταν καταγής δίπλα στο τζάκι.Αντάλλασσαν όλοι την ίδια στιχομυθία. ΄΄Συγχώρεσέ με παππού!΄΄ ΄΄Συγχώρεσέ με γιαγιά!΄΄ Κατά το τοπικό ιδίωμα των εντοπίων ΄΄Πρόστι-μι ντέντο!΄΄ ΄΄Πρόστι-μι μπάμπω!΄΄ Οι ηλικιωμένοι απαντούσαν: ΄΄Γκόσπουτ ντα τι πρόστα!΄΄ που σημαίνει ο ΄΄Ο θεός να σε συγχωρέσει!΄΄. Στην συνέχεια, οι ηλικιωμένοι άπλωναν τα χέρια τους, δίχως να σηκωθούν από την θέση τους και οι νεότεροι με σεβασμό έσκυβαν ελαφρά για να τους φτάσουν, έπιαναν το χέρι, το φυλούσαν και το ακουμπούσαν στο μέτωπο τους. Αυτό γινόταν τρείς φορές και κάθε φορά έκαναν το σταυρό τους. Μετά πλησίαζαν τους υπόλοιπους, έδιναν τα χέρια και λέγανε ο ένας τον άλλον ΄΄συγχωρεμένα΄΄.

Πηγή: www.maxitis.gr