Ο τίτλος δεν είναι δικός μου. Τον διάβασα σε ένα κείμενο της Πελιώς Παπαδιά, σε ένα κείμενό της με αφορμή το διπλό έγκλημα στη Μακρινίτσα. Από τότε ακολούθησαν άλλες τέσσερεις γυναικοκτονίες στη χώρα, και άλλες τρεις τις τελευταίες τρεις ημέρες, από άντρες που θεωρούσαν ότι τους ανήκαν οι γυναίκες και προτιμούσαν να τις δουν νεκρές, παρά ελεύθερες. Σε έξι χρόνια 120 γυναικοκτονίες στην Ελλάδα, για να φτάσουμε να θεωρούμε τον όρο πια δόκιμο και για να αρχίσει η κοινωνία μας να καταλαβαίνει ότι κάτι γίνεται εκεί έξω.. σε μια πατριαρχία που αντιστέκεται εκπνέοντας. Για τησημαντικότητα της χρήσης του όρου μιλούν γυναίκες επιστήμονες…

Η κ. Αγγελική Καρδαρά,δρα Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ Ε.Κ.Π.Α., Φιλόλογο και Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος, επιστημονική υπεύθυνη του Crime & Media Lab–Ομάδας Εργασίας για το Έγκλημα και την Απεικόνισή του στα ΜΜΕ.επισημαίνει ότι αντιπαράθεση υπάρχει και μεταξύ ίδια δηλώνει υπέρμαχος της λέξης «γυναικοκτονία». «Όπως γνωρίζουμε», αναφέρει χαρακτηριστικά, «η γλώσσα έχει τεράστια δύναμη και μέσω των γλωσσικών μας επιλογών έχουμε τη δυνατότητα να περάσουμε πολύτιμα μηνύματα στο κοινό, με στόχο την ενημέρωση αλλά και την πρόληψη. Επομένως, η λέξη “γυναικοκτονία” φωτίζει ένα κρίσιμης σημασίας φαινόμενο, που πρέπει να αντιμετωπίσουμε ως κοινωνία χωρίς να κλείνουμε τα μάτια μας μπροστά του. Η ενδοοικογενειακή βία αποτελεί ένα  “σκοτεινό/αφανές” έγκλημα που συνήθως αποκτά “ορατότητα” μόνο όταν οδηγεί στην ανθρωποκτονία. Τι γίνεται, όμως, με τον καθημερινό “βασανισμό” γυναικών πίσω από κλειστές πόρτες, με τις μακροχρόνιες, δυσμενέστατες και απειλητικές για την πορεία ζωής τους συνέπειες σε ψυχή και σώμα;» αναρωτιέται.Επομένως, υπογραμμίζει η κ. Καρδαρά, ορθώς χρησιμοποιείται και από τα ελληνικά ΜΜΕ η λέξη «γυναικοκτονία», όταν περιγράφει τη δολοφονία γυναικών ως αποτέλεσμα άσκησης βίας από ερωτικό σύντροφο/ σύζυγο/ πρώην σύντροφο/ πρώην σύζυγο. Ο όρος περνά ένα ισχυρό μήνυμα για τη σοβαρότητα του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας, κρούοντας ένα δυνατό «καμπανάκι κινδύνου» για την προστασία των γυναικών.Η κ. Καρδαρά παραθέτει ακόμα τους ορισμούς του European Institute for Gender Equality. Ο γενικός ορισμός μιλάει για «δολοφονίες γυναικών και κοριτσιών εξαιτίας του φύλου τους, που διαπράττονται ή γίνονται ανεκτές τόσο από ιδιώτες όσο και από δημόσιους φορείς».

Σύμφωνα με το πρόσφατο άρθρο των ΜΔΕ Εύης Καλούτσου και Marcela Soto «Γυναικοκτονία: Το “ανύπαρκτο” έγκλημα. Παγκόσμια δεδομένα & μια σύγκριση νομικών πλαισίων μεταξύ Ελλάδας και Χιλής», που δημοσιεύθηκε στο τεύχος 14 του CrimeTimes, «ο όρος “γυναικοκτονία” καταγράφηκε πρώτη φορά σε νομικό λεξικό του 1801 ως “femicide” από τον Joh Corry. Ωστόσο, στη σύγχρονη εποχή αποδίδεται στην Dianna Russell, η οποία τον χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το 1976 στο πρώτο Διεθνές Δικαστήριο για τα Εγκλήματα κατά των Γυναικών, υπογραμμίζοντας χαρακτηριστικά ότι “χρειάζεται να φθάσουμε σε μία συναίνεση προκειμένου να περιγράψουμε αυτό το σύνθετο, πολυεδρικό και πολιτισμικά εξαρτώμενο έγκλημα”. Στη συνέχεια, το 2001 στο έργο της “Femicide in Global Perspective”  επαναπροσδιόρισε τη γυναικοκτονία ως τη δολοφονία γυναικών με μοναδικό αίτιο το ίδιο τους το φύλο, ορισμός που υιοθετήθηκε παγκοσμίως παρά τις μικρές ή μεγάλες διαφορές τόσο σε νομικό όσο και σε πολιτισμικό επίπεδο». Αξιοσημείωτο επίσης είναι ότι, βάσει του προαναφερθέντος άρθρου, καθημερινά δολοφονούνται παγκοσμίως 137 γυναίκες από ένα αρσενικό μέλος της οικογένειάς τους».