Πώς συνδέονται οι Κορυσχάδες με την Επανάσταση του 1821

Ο Ευρυτανικός Παλμός φέρνει στο φως ιστορικά ντοκουμέντα και άγνωστες πτυχές της ιστορίας

Φέτος κλείνουν 76 χρόνια από τον Μάιο του 1944, όταν συγκλήθηκε στις Κορυσχάδες Ευρυτανίας, στο σχολείο του χωριού, το Εθνικό Συμβούλιο, ένα είδος Βουλής της Ελεύθερης Ελλάδας από την ΠΕΕΑ – Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης. Οι εργασίες του Εθνικού Συμβουλίου κράτησαν από τις 14 έως τις 27 Μαΐου 1944. Στο διάστημα αυτό συζητήθηκαν οι προγραμματικές δηλώσεις της «Κυβέρνησης του Βουνού», της πρώτης ελεύθερης κυβέρνησης μέσα στη Γερμανική κατοχή, και λήφθηκαν σημαντικές αποφάσεις που αφορούσαν, στρατιωτικά, αγροτικά και εργατικά ζητήματα, θέματα λαϊκής δικαιοσύνης, αυτοδιοίκησης και εκπαίδευσης, εθνικής οικονομίας και κοινωνικής υγιεινής. Η κορυφαία στιγμή του Εθνικού Συμβουλίου ήταν έγκριση του ιστορικού ψηφίσματος, του καταστατικού χάρτη της Ελεύθερης Ελλάδας.

Κάθε χρόνο γίνονται εκδηλώσεις τιμής και μνήμης τέτοιες μέρες, τόσο στις Κορυσχάδες από το Δήμο Καρπενησίου, όσο και στην παλαιά Βίνιανη από το Δήμο Αγράφων, αλλά φέτος λόγω της πανδημίας του covid-19 έχουν ακυρωθεί όλες. Ο Ευρυτανικός Παλμός, θέλοντας να τιμήσει αυτή την πρώτη και τόσο προοδευτική προσπάθεια ανασυγκρότησης της χώρας, με βάση την ισότητα, την ισοτιμία και την εθνική ενότητα, εξασφάλισε την επιστημονική εργασία της κας Λάζου Βασιλικής, ιστορικού, διδάκτορος του Παντείου Πανεπιστημίου, επί τριών βασικών αξόνων του θέματος και αναδεικνύει αφώτιστες πτυχές της ιστορίας.

Το Εθνικό Συμβούλιο και η πραγματική Εθνική Ενότητα

«Το Εθνικό Συμβούλιο ενσάρκωση της λαϊκής κυριαρχίας, η ΠΕΕΑ ενσάρκωση της Εθνικής Ενότητας» ήταν τα κυρίαρχα συνθήματα που γράφτηκαν στους τοίχους του σχολείου στους Κορυσχάδες Ευρυτανίας τις ιστορικές εκείνες μέρες του Μάη του 1944. Το όλο σκηνικό της σύγκλισης του Εθνικού Συμβουλίου παρέπεμπε στην πολυπόθητη εθνική ενότητα. Με έκδηλο συμβολισμό εκλέχτηκε πρόεδρος ο φιλελεύθερος στρατηγός Νεόκοσμος Γρηγοριάδης και αντιπρόεδρος ο μητροπολίτης Κοζάνης Ιωακείμ. 

Την πρώτη μέρα έκαναν συγκροτημένα την εμφάνισή τους οι Αριστεροί Φιλελεύθεροι από μέλη του Κόμματος Φιλελευθέρων. Η ομάδα περιλάμβανε τον στρατηγό Νεόκοσμο Γρηγοριάδη, τον Νικόλαο Ασκούτση, γραμματέα Συγκοινωνιών και τον Σταμάτη Χατζήμπεη, γραμματέα Εθνικής Οικονομίας αλλά και τους Παντελή Καρασεβδά, Αλκιβιάδη Λούλη και Δημήτρη Ψιάρη.  Κοινοβουλευτική ομάδα που αριθμούσε 11 άτομα είχε και η Ενωση Λαϊκής Δημοκρατίας (ΕΛΔ). Στο Εθνικό Συμβούλιο συμμετείχαν επίσης αρκετοί από το πολιτικό φάσμα πέραν των Φιλελευθέρων. Η πιο γνωστή και εμβληματική περίπτωση ήταν εκείνη του δημάρχου Πατρέων Βασίλη (Λαλάκη) Ρούφου, ο οποίος δήλωσε ευθαρσώς την προτίμησή του στη βασιλευομένη δημοκρατία, χωρίς όμως να εισακουσθεί. Υπήρχαν όμως και άλλες περιπτώσεις, λιγότερο ως καθόλου γνωστές. Για παράδειγμα οι βουλευτές Πέλλης του 1936 Αθανάσιος Πέγιος και Κωνσταντίνος Γέσιος, του Λαϊκού και του Μεταρρυθμιστικού Εθνικού Κόμματος αντίστοιχα ή ο γιατρός Λεωνίδας Βελόπουλος, βουλευτής Φθιωτιδοφωκίδος το 1935 με το Λαϊκό Κόμμα. 

Η κοινωνική σύνθεση του Εθνικού Συμβουλίου αντανακλούσε έκδηλα «την αυξημένη παρουσία των λαϊκών τάξεων». Επρόκειτο για ένα ευρύ κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο που υπερέβαινε το ίδιο το ΕΑΜ. Αυτό το μέτωπο μπήκε φραγμός στο φασισμό και αντιμετώπισε τις ναζιστικές ορδές όταν η πλειονότητα των παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων είτε ακολούθησαν το βασιλιά στη φυγή του στην Αίγυπτο είτε απείχαν του εθνικού προσκλητηρίου. Το λαϊκό και πολιτικό αυτό μέτωπο οραματίστηκε και υλοποίησε μια δημοκρατική και συμμετοχική κοινωνία προς όφελος μεγαλύτερων τμημάτων του πληθυσμού.Το μέτωπο αυτό συγκρότησε την «Κυβέρνηση του βουνού» και επιδίωξε την ενότητα όλων των δυνάμεων που αντιστέκονταν και αγωνίζονταν, όταν οι αντίπαλοί του από φόβο μήπως απωλέσουν την εξουσία που νέμονταν έως τότε «κληρονομικώ δικαίω» είτε αρνούνταν τη συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας είτε εξόπλιζαν προδοτικά Τάγματα Ασφαλείας.

Για αυτό και δικαίως το Εθνικό Συμβούλιο στους Κορυσχάδες Ευρυτανίας είναι μια κορυφαία στιγμή της πολιτικής αντιπροσώπευσης και σεβασμού της λαϊκής κυριαρχίας. 

Πώς συνδέεται με την Επανάσταση του 1821

«Επίδαυρος 1821-Κορυσχάδες 1944»

«Μια πύρινη επιγραφή στέκει απ’ έξω απ΄ένα σκολειό ενός μικρού βουνίσιου χωριού της Ελεύθερης Ελλάδας, «Επίδαυρος 1821-Κορυσχάδες 1944». Αλλοίμονο σε όσους σκοτίζονται από τη λάμψη της και δεν θελήσουν να τη διαβάσουν», γράφει σε άρθρο του τον Μάιο 1944 ο Κώστας Καραγιώργης αποτυπώνοντας την μεγαλειώδη στιγμή της σύγκλησης του Εθνικού Συμβουλίου της Κυβέρνησης του Βουνού.

Στις σκληρές συνθήκες της Κατοχής η Επανάσταση του 1821, η καθοριστική αυτή στιγμή της συγκρότησης του νεοελληνικού κράτους, λαμβάνει νέο νόημα προκειμένου να εκφράσει τη συνέχιση των λαϊκών αγώνων αλλά και την αναγκαιότητα της ολοκλήρωσής τους. Έλληνες και Ελληνίδες άξιζε να πολεμήσουν σαν «Κολοκοτρωναίοι», ενωμένοι στον αγώνα για την ολοκλήρωση του 1821. Έπαθλό τους «μια Ελλάδα, ελεύθερη και πολιτισμένη». «Ένας λεύτερος και ευτυχισμένος ελληνικός λαός». Η ΕΑΜική Αντίσταση προβλήθηκε ως το νέο Εικοσιένα. «Η ψυχή του Κολοκοτρώνη ζει όπως τότε, και τα λόγια του πέρασαν στα χείλη των αγωνιστών του ’44». Οι αντάρτες ήταν οι κληρονόμοι και συνεχιστές του. Και ο λαός ήταν ο αιμοδότης του αγώνα.

Η σύνδεση με το ηρωικό ένδοξο παρελθόν δεν εκφράστηκε μόνο στα εκλαϊκευτικά άρθρα των εκατοντάδων αντιστασιακών εντύπων. Μετουσιώθηκε σε πράξη. Το ΕΑΜ γιόρτασε την 25η Μαρτίου με μαζικές κινητοποιήσεις ενάντια στην ξενική κατοχή. Μέσα από πατριωτικούς συμβολισμούς και τελετουργίες, με ηρώα και ανδριάντες να στεφανώνονται συχνά μέσα σε συνθήκες βίαιες και αιματηρές. Η πρώτη επέτειος, το 1942, τιμήθηκε από τους φοιτητές. Ήταν η «Μεγάλη Έξοδος» των νέων «με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες». Ένα χρόνο αργότερα, η επέτειος της 25ης Μάρτη 1943 αποτέλεσε άλλο έναν σταθμό της γενικευμένης εξέγερσης με τις δυναμικές διαδηλώσεις και τις γενικές απεργίες εκείνων των ημερών ενάντια στην πολιτική επιστράτευση.

Αφθονούν τα παραδείγματα σύνδεσης με το 1821 σε όλες τις πρακτικές και το λόγο της ΕΑΜικής Αντίστασης. Από το πρώτο αμήχανο σύνθημα ΕΑΜ-Τσαρούχι το 1941 ως την χρήση όρων όπως «Νέα Κλεφτουριά» ή «Νέα Φιλική Εταιρεία». Από τη χρησιμοποίηση του χαρακτηρισμού καπετάνιος για τον στρατιωτικό διοικητή των αντάρτικων μονάδων ως τη χρήση ονομάτων των αγωνιστών του 1821 ως ψευδώνυμα των αγωνιστών. Από τη συμμετοχή κληρικών στο αντάρτικο όπως του παπα-Ανυπόμονου, δίπλα στον Άρη ως τους στίχους των αντάρτικων τραγουδιών που αναπαράγουν την κλέφτικη παράδοση «ξαναζωντάνεψε τ’ αρματωλίκι», «αντάρτης, κλέφτης, παλληκάρι, πάντα είν’ ο ίδιος ο λαός».

Κορυφαία συμβολική βίωση του αντάρτικου ως συνέχεια της Μεγάλης Επανάστασης του 1821 οι ομιλίες στο Εθνικό Συμβούλιο των Κορυσχάδων, με φόντο τα πορτρέτα αγωνιστών του ’21 τον Μάιο του 1944. Η αναβίωση του 1821 συνδεόταν με το καθήκον για την ολοκλήρωση των αγώνων του 1821, «το συμπλήρωμα των έργων των πατέρων μας». «Ο ελληνικός λαός με επικεφαλής την ΠΕΕΑ έχει όλες τις δυνατότητες να ολοκληρώσει και θα ολοκληρώσει το έργο του 1821»..

Μέσω της σύνδεσης αυτής με τους επαναστατικούς εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες του λαού μας η Αντίσταση μπόρεσε να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει και να οδηγήσει σε πράξεις με πολιτικό περιεχόμενο που αμφισβητούσαν τις κυρίαρχες δομές εξουσίας.

Ο ξεχωριστός Μητροπολίτης Ιωακείμ και η Αντίσταση

Η Εκκλησία διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στις μεγάλες στιγμές του ελληνικού γένους και του λαού μας. Από την επανάσταση του 1821 και εντεύθεν ηρωικές μορφές ιερωμένων όπως ο Γρηγόριος Δικαίος (Παπαφλέσσας), ο Αθανάσιος Διάκος, ο επίσκοπος Σαλώνων Ησαϊας και ο καλόγηρος Σαμουήλ αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον οθωμανικό ζυγό. Στο νέο αγώνα της Αντίστασης στον ξένο κατακτητή ο κατώτερος κυρίως κλήρος συμμετείχε μαζικά  και δυναμικά . Απλοί κληρικοί εντάχθηκαν στις αντιστασιακές οργανώσεις και πολλοί έπεσαν για την πατρίδα. Αλλά και μέλη του ανώτερου κλήρου – παρά τις παραφωνίες – βοήθησαν με πολλούς τρόπους τον Αγώνα. Οι Μητροπολίτες Κοζάνης και Σερβίων Ιωακείμ και Ηλείας Αντώνιος οργανώθηκαν στο ΕΑΜ και εξελέγησαν Εθνοσύμβουλοι. Οι Μητροπολίτες Σάμου και Ικαρίας Ειρηναίος, Χίου Ιωακείμ Στρουμπής, Χαλκίδας Γρηγόριος, Αττικής Ιάκωβος, Βόλου Ιωακείμ, Δρυινουπόλεως και Κονίτσης Δημήτριος, ο δεσπότης Λάρισας και Ελασσόνας Καλλίνικος συνεισέφεραν στην Αντίσταση.

Ανάμεσα στις μορφές που ξεχωρίζουν τις ημέρες της σύγκλισης του Εθνικού Συμβουλίου στις Κορυσχάδες είναι η επιβλητική παρουσία του Μητροπολίτη Κοζάνης Ιωακείμ. Αποκαλούμενος  και ως πνευματικός ηγέτης της Αντίστασης ο Ιωακείμ συμμετείχε ενεργά στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του λαού τιμώντας τις αγωνιστικές παραδόσεις της Εκκλησίας. Ο Ιωακείμ (Απόστολος Αποστολίδης) γεννήθηκε στη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας το 1883 και σπούδασε στη θεολογική Σχολή της Χάλκης και τη Δρέσδη. Το 1914 αγωνίστηκε στη Θράκη για την κατάπαυση των ανθελληνικών διωγμών των Νεότουρκων εναντίον του ντόπιου πληθυσμού. Εκλέχτηκε Μητροπολίτης Σερβίων – Κοζάνης το 1923. Εξορίστηκε από τον Μεταξά στον Αθω τον Αύγουστο 1936, γιατί έστειλε οξύτατη επιστολή στο βασιλιά και την κυβέρνηση, εξ ονόματος του λαού της Δυτ. Μακεδονίας για παραμέληση της περιοχής. Στην Κατοχή προσχώρησε στο ΕΑΜ. Βγήκε στο βουνό τον Απρίλιο 1943 καλώντας με φλογερές ομιλίες το λαό στον αγώνα. Με την ίδρυση της ΠΕΕΑ εκλέχτηκε αντιπρόεδρος και παρέμεινε στην έδρα της στους Κορυσχάδες. Μετά την απελευθέρωση η Σύνοδος της Εκκλησίας, καταδίωξε και καθαίρεσετον αγωνιστή ιεράρχη. Tον Νοέμβριο του 2000 πραγματοποιήθηκε από την Εκκλησία της Ελλάδος η μετά θάνατον αναγνώριση και ηθική του αποκατάσταση μαζί με άλλους κληρικούς που αγωνίστηκαν στην Εθνική Αντίσταση. Η πιο σπουδαία παρακαταθήκη της Εθνοσυνέλευσης υπήρξε το Σύνταγμα που ψηφίστηκε στις Κορυσχάδες και αποτελεί το πιο σύγχρονο και προοδευτικό της Ευρώπης, για την εποχή του. Στο άρθρο 2 υπογραμμιζόταν ότι «όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό και ασκούνται από το Λαό. Η Αυτοδιοίκηση και η Λαϊκή Δικαιοσύνη είναι θεμελιώδεις θεσμοί του δημοσίου βίου των Ελλήνων». Το άρθρο 5 καθιέρωνε την ουσιαστική ισότητα των δύο φύλων, αναγνωρίζοντας το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες, ενώ στο άρθρο 4 διακηρυσσόταν πως «οι λαϊκές ελευθερίες είναι ιερές και απαραβίαστες» και «το αγωνιζόμενο έθνος θα τις προστατεύσει από κάθε απειλή, από οπουδήποτε κι αν προέρχεται». Το ψήφισμα αναγνώριζε την εργασία ως «βασική κοινωνική λειτουργία» που «δημιουργεί δικαίωμα για την απόλαυση των αγαθών της ζωής» και θεωρούσε υποχρέωση του κράτους να εξασφαλίζει εργασία στους πολίτες του. Με το άρθρο 7 του ψηφίσματος αναγνωριζόταν ότι «επίσημη γλώσσα για όλες τις εκδηλώσεις της δημόσιας ζωής και για όλους τους βαθμούς της εκπαίδευσης, είναι η γλώσσα του λαού», δηλαδή η δημοτική.

Η Βασιλική Λάζου είναι ιστορικός, διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου. Εχει δημοσιεύσει άρθρα για τις κοινωνικές και πολιτικές πτυχές της δεκαετίας του 1940 και είναι συγγραφέας της μονογραφίας “Η επιβολή του κράτους. Ο εμφύλιος πόλεμος στη Λαμία, 1945-1949” (Ταξιδευτής 2016). Διδάσκει από το 2017 θέματα σύγχρονης ελληνικής και παγκόσμιας ιστορίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ. Είναι πρόεδρος των «Φίλων Μουσείου Εθνικής Αντίστασης και Σύγχρονης Ιστορίας Ρούμελης». Συμμετέχει ενεργά και διοργανώνει δράσεις Δημόσιας Ιστορίας.