https://eyrytixn.blogspot.com/2021/11/blog-post_10.html

Τμήμα παλαιάς εκτενούς εργασίας του αείμνηστου προοδευτικού Ευρυτάνα λόγιου Πάνου Βασιλείου (1898-1985) υπό τον γενικότερο τίτλο “ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΠΡΟΥΣΟΥ (ένα θρυλικό Χριστανικό μνημείο της Ρούμελης)”. Το κείμενο χρονολογείται 56 χρόνια πριν (1965) και προέρχεται από το ετήσιο περιοδικό “Ρουμελιώτικο Ημερολόγιο”, το οποίο διηύθυνε ο επίσης Ευρυτάνας διανοούμενος Δημήτριος Σταμέλος.

Από το “Παρεκκλήσι” ανοίγοντας μια πορτούλα με το φως φαναριού, ανεβαίνουμε τα 30 σκαλοπάτια μιας στενής λίθινης σκαλίτσας και σε λίγο βρισκόμαστε πάνω απ’ αυτό, σ’ ένα στενόχωρο δωματιάκι-κρυψώνα, σφηνομένο στο βράχο. Εκεί μέσα παλιότερα υπήρχε πλούσιο έντυπο και χειρόγραφο υλικό από το οποίο, παρ’ όλες τις κατά καιρούς δικαιολογημένες ή μη απώλειές του, απόμεινε αρκετό και λίαν ενδιαφέρον για τους σύγχρονους ερευνητές. Στα 1940 εμέτρησα 500 περίπου τόμους βιβλίων και κωδίκων από τους οποίους στα 1951 απόμειναν τόμοι 288 εντύπων και 70 κωδίκων. Ο χρόνος που αρχικά ιδρύθηκε η Βιβλιοθήκη δεν μας είναι γνωστός μιά και αρκετά από τα γενικώτερα βασικά χρονολογικά ενδιαφέροντα του μοναστηριού καλύπτονται από τον πέπλο της άγνοιας. Όμως είμαστε υποχρεωμένοι να παραδεχτούμε ότι η Βιβλιοθήκη τούτη πρέπει να πρωτοϊδρύθηκε τουλάχιστο από τότε που λειτούργησε στο μοναστήρι σχολείο ελληνικών γραμμάτων, που και αυτού η χρονολογική τοποθέτηση μάς είναι άγνωστος. Πάντως, έχοντας υπ’ όψη μερικά στοιχεία, θα μπορούσε να πιθανολογήση κανείς, ότι η συγκρότηση της Βιβλιοθήκης ανάγεται γύρω στο πρώτο ήμισυ του 17ου αιώνα, οπότε θα πρέπει να λειτουργούσε και εις τον 42 κώδικα (σελ.4) του μοναστηριού αναφερόμενο ως “έκπαλαι εις το μοναστήριον τούτο λειτουργούν σχολείον των Ελληνικών Γραμμάτων της Ρούμελης”

Στα 1814 η Βιβλιοθήκη του μοναστηριού επλουτίσθη με 252 βιβλία κλπ, που πρόσφερε ο Κύριλλος Καστανοφύλλης “εις μνημόσυνο του  εαυτού γεννητόρων Δημητρίου και Στάμως και των αυταδέλφων του Γεωργίου, Ιωάννου, Αγόρως και Χάιδως” και που κατεγράφησαν στις σελ. 847-848 του υπ. αριθ. 42 κώδικα του μοναστηριού. Ύστερα από το 1814 ο πρώτος γνωστός αξιόλογος απογραφέας και οργανωτής της βιβλιοθήκης αυτής, που διετέλεσε και ηγούμενος του μοναστηριού ως το 1823, ήταν ο Καστανιώτης Κύριλλος Καστανοφύλλης. Σαυτόν οφείλεται και η αντιγραφή μερικών σιγιλλίων πατριαρχικών γραμμάτων για την περίπτωση απωλείας ή καταστροφής των πρωτοτύπων. Αξιοσημείωτο είναι το ότι έκτοτε δεν πάρθηκε καμμιά μέριμνα πλουτισμού της βιβλιοθήκης ή τουλάχιστον ασφαλούς διαφυλάξεως και προστασίας αυτών που υπήρχαν βιβλίων και λοιπών πολύτιμων αντικειμένων και, το σπουδαιότερο, της συγγραφής και δημοσιεύσεως νέου γενικού καταλόγου, εργασία που, αν γινόταν πρωτήτερα θα απέκλειε την ευχέρεια “απωλείας” πολύτιμων εντύπων και χειρογράφων.

Δεύτερη πλημμελής καταγραφή μόνο 59 κωδίκων έγινε από τον καθηγητή του Γυμνασίου Αγρινίου Ι. Τέντε στα 1909. Τρίτη καταγραφή ή μάλλον απογραφή των υπαρχουσών στο μοναστήρι εν γένει περιουσιακών στοιχείων, εγινε στα 1951 από τους Γρηγ. Νταβαρίνον γυμνασιάρχη και Ανδρέα Τσαπέρα δημοδιδάσκαλο που είναι άξιοι κάθε επαίνου για την εργασία τους αυτή πολυ περισσότερο, γιατί εδημοσίευσαν σε ειδική μονογραφία τους εκτός πλείστων αφορώντων τα ιστορικά του μοναστηριού και Καταλόγους των υπαρχόντων βιβλίων, χειρογράφων, ιερών κειμηλίων και σκευών. Περί του έργου αυτού βλπ. κριτικό σημείωμά μου στο π. “Φθιώτις” Λαμία 1958 Νο 13 σελ.62-67.

Τα ανωτέρω έντυπα εξεδόθησαν από το 1638 (Καινή Διαθήκη σε απλήν διάλεκτο δια του μακαρίτου κυρίου Μαξίμου του Καλλιπολίτου εν έτει 1638) ως το 1927 χωρίς έκτοτε να αγορασθή ούτε ένα βιβλίο ούτε θεολογικό. Σημειώνουμε χάρη των ερευνητών ότι τα έντυπα που αναφέρονται στην τελευταία (1951) καταγραφή τυπωθήκανε στις πόλεις: Βενετία (κατά το πλείστον), Λειψία, Βουκουρέστι, Παρίσι, Αμστελόδαμο, Μόσχα, Βραϊσκόπφ, Γιάσι, Βιέννη, Αλεξάνδρεια, Ιεροσόλυμα, Κωνσταντινούπολη, Αθήνα, Τρίπολη, Ζάκυνθο, Αλεξανδρούπολη, Σύρο και Αίγινα.

Ο Τέντες στα 1909 κατέγραψε, καθώς ειπώθηκε, 59 μόνο κώδικες. Στην καταγραφή του 1951 βρέθηκαν 72 κώδικες από τους οποίους θα πρέπει να αφαιρεθή ο υπ’ αριθ. 41, γιατί αναφέρεται χωρίς να ευρεθή, επίσης ο υπ’ αριθ. 72 ως άχρηστος λόγω φθοράς του και ένας ακόμη κώδικας με κυριλλική γραφή για την αξία του οποίου έγραψε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ι. Παπαδόπουλος. Κι’ αυτός ο κώδικας παραδόξως χάθηκε. Δέουσα περιγραφή των ανωτέρω κωδίκων, δυστυχώς, δεν έγινε μέχρι σήμερα. Εν τούτοις και και μόνη η δημοσιευθείσα απογραφή των καθώς και των βιβλίων, των ιερών κειμηλίων και σκευών του μοναστηριού, εξασφαλίζει πλέον (από το 1957 και πέρα) την πολύτιμη αυτή κληρονομιά των περασμένων από “απώλεια” ή… καταστροφή των.

Πηγή: ΕΥΡΥΤΑΝΑΣ ΙΧΝΗΛΑΤΗΣ, www.eyrytixn.blogspot.com