Ο Δημήτρης Φαλλής, πριν από 40 ολόκληρα χρόνια, συγκεκριμένα το 1982, πλούτισε την ευρυτανική βιβλιογραφία με το πρώτο βιβλίο του «ΚΑΛΛΙΟΝ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ, Νέα Θεώρηση της Ιστορίας του», το οποίο αποτελούσε «καρπό μακρόχρονης έρευνας» και έφερνε «σε φως την άγνωστη στο ευρύτερο κοινό την ιστορία του χωριού Κλαψί», όπως αναφέρεται στον πρόλογο της πρώτης έκδοσης.
Η εργασία αυτή όμως, που εκδόθηκε από τον αείμνηστο Ευρυτάνα εκδότη Στέφανο Δ. Βασιλόπουλο και έτυχε ευρύτατης κυκλοφορίας, ήδη έχει εξαντληθεί. Αρκετοί συμπατριώτες μας, έχοντας υπόψιν τους το περιεχόμενο του έργου αυτού, αλλά και τα αποτελέσματα των τελευταίων ανασκαφικών εργασιών στο χώρο του Αγίου Λεωνίδη, στο Κλαψί, το αναζητούν. Έτσι, δικαιώνονται οι, μετά πάθους, αγώνες του συγγραφέα, καθώς και οι προβλέψεις του για την ύπαρξη των μέχρι σήμερα στον χώρο αυτόν σημαντικών ευρημάτων, των προχριστιανικών ακόμα χρόνων (τάφοι κ.ά.).
Ο ίδιος, ο συγγραφέας, μέσα από τις σελίδες του παραπάνω πονήματός του, πιστεύει ακράδαντα πως η αρχαιολογική σκαπάνη, σίγουρα, θα αποκαλύψει ακόμα και άλλα σημαντικά ευρήματα, επαληθεύοντας, έτσι, τα όσα στις έρευνές του υποστηρίζονται, οπότε θα επέλθει και η πλήρης δικαίωσή του. Μάλιστα, υποδεικνύει με βεβαιότητα και τους χώρους που υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα, και συγκεκριμένα στις περιοχές του «Άη – Ταξιάρχη» και του «Αγίου Νικολάου» (ανατολικά του Κλαυσίου).
Το Δ. Σ. της Πανευρυτανικής Ένωσης, ύστερα από σχετική επιθυμία του συγγραφέα, ο οποίος υπήρξε πολύτιμος συνεργάτης – εντός και εκτός των Συμβουλίων της – επί δεκαετίες ολόκληρες και πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες, δεν ήταν δυνατόν να αρνηθεί την επιθυμία του για την επανέκδοση του παραπάνω έργου του. Έτσι, προστίθεται ένας ακόμη τόμος στην όλη εκδοτική ανθοφορία της Πανευρυτανικής, η οποία – παρά τους δύσκολους καιρούς – ανθίσταται.
Τέλος, σημειώνεται ότι η Πανευρυτανική Ένωση με την προσθήκη ενός ακόμη τόμου στην όλη εκδοτική ανθοφορία της εφαρμόζει τις καταστατικές της αρχές της ‘ώστε να συνεχιστεί η καταγραφή και η προβολή της ιστορίας και του πολιτισμού της γενέθλιας γης μας παροτρύνοντας, παράλληλα, και άλλους ιστορικούς ερευνητές και φιλίστορες, ώστε να συνεχίσουν τις έρευνές τους και να καταγράψουν οποιαδήποτε άλλα στοιχεία του πολιτισμού μας.