Δυο είναι οι μεγαλογιορτές τ΄ Απρίλη: Τ΄ Άι-Γιωργιού και η Πασχαλιά, η οποία μόνο κατ΄ εξαίρεση -όπως φέτος- πέφτει το Μάη). Όλες οι λαϊκές τάξεις και διαστρωματώσεις κάτι περίμεναν από αυτόν. 

Οι τσοπαναραίοι πρόσμεναν «ν’ ανθίσει ο γάβρος κι η οξιά, να λιώσουνε τα χιόνια», για ν΄ αφήσουν τη λασπουριά του κάμπου και να γιορτάσουν στα βουνά το πανηγύρι του Αγίου τους.Τον περίμεναν να τους οδηγήσει στα βοσκοτόπια των βουνών, με τα κρύα νερά και τα περδικολαλήματα. Στη γιορτή του άρχιζε το ποιμενικό έτος και γέμιζαν κι αχολογούσαν οι πλαγιές και τα φαράγγια με βοσκόπουλα και βοσκοπούλες, με κυπροκούδουνα και τραγούδια.

Ο χωραφιάρηδες αγαπούσαν το γεώργιό τους (=το χωράφι τους) και λάτρευαν τον Άγιό τους, το Γεώργιο.

Οι περιφερόμενοι και πλανόμενοι επαγγελματίες (χτίστες, γανωτήδες, τενεκετζήδες κ. ά.) αυτόν περίμεναν να τους ευλογήσει και να τους καθοδηγήσει στον καλοκαιρινό πλάνητα βίο τους.

Όλοι οι νέοι, ποιμενόπαιδες, αιπόλοι, βουκόλοι και λοιποί αγραυλούντες, περίμεναν τη γιορτή του «να ρίξουν στο σημάδι» να παλέψουνε, να τρέξουν, να ιπποδρομήσουν και να πηδήξουνε την πρώτη (άλμα εις μήκος) και στις τρεις (τριπλούν).

Έτσι και μεις, οι τελευταίοι των Μοϊκανών, κάναμε ότι μπορούσαμε και βέβαια οπωσδήποτε το εν διανοία φλέρτ, με τις δίπλα μας τιτιβίζουσες άγουρες παρθένες. Αν οι παπάδες δεν κυνηγούσαν τον Έρωτα, ο Άι-Γιώργης θα ήταν ο δικός μας Βαλεντίνος, που θα κάλπαζε με τ΄ άλογό του όταν «η φύση βρίσκεται στην πιο γλυκιά της ώρα» και «στήνει ο Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη».  Λαμπρός, τροπαιοφόρος κι ερωτικός ο Άι-Γιώργης.

Προσωπικά γιόρταζα τον Άγιο κάθε χρόνο, ανθοστόλιστο και τροπαιοφόρο, στο γραφικότερο ξωκλήσι του χωριού μου, όχι με χριστιανική θέωση αλλά με παγανιστική… ξεθέωση. Πόσες φορές δε λαχτάρησα, να διαβαίνω σαν κι αυτόν, καβαλάρης στο μεθυστικό πανηγύρι της φύσης και να σκοτώνω το δράκο, που διαφέντευε τις χίλιες βρύσες της χαράς.

Ο Άι-Γιώργης είναι πολεμιστής. Είναι «των αιχμαλώτων ελευθερωτής και των πτωχών υπερασπιστής», είναι ο προστάτης του Πεζικού και όλου του Στρατού. Είναι αδελφός του Περσέα και ξάδερφος του Ηρακλή. Είναι ο δρακοκτόνος, που εφάρμοσε το Ρωμαϊκό Δίκαιο και έδωσε τα νερά των πηγών σε δημόσια χρήση.

«Πανηγυράκι γίνεται ψηλά στον Αϊ-Γιώργη

Το πανηγύρι ήταν πολύ κι ο τόπος ήταν λίγος

Τρεις λυγερές συνάζονταν να παν να δουν το δράκο

Απόλα δράκο μ΄ το νερό να πιεί το πανηγύρι

Σκάσαν οι μούλες για νερό και τα στοιχειά απ΄ τη δίψα

Κι αυτά τα βοϊδογέλαδα πέσανε να ψοφήσουν»

τραγουδούσε ο λαός και δράκος δεν ήταν άλλος από τον τσιφλικά ή όποιον άλλον σφετεριστή της γης και των πηγών. 

Σωρεία γιορτών εορτάζουμε στην εποχή μας, όμως τη συμπαντική ποίηση τ΄ Άι-Γιωργιού δεν την έχει καμία. Και γενικά ο καταναλωτισμός και η ηδονοθηρία έδιωξαν την ποίηση απ΄ όλες τις γιορτές.