Ευρυτάνας Εβδομάδας

9450

Όνομα: Γιώργος Γιαννίτσαρης

Ιδιότητα: Αναπληρωτής καθηγητής Ε.Μ.Π.

Αρχιτέκτων μηχανικός (1978), Σχολής Αρχιτεκτόνων Ε.Μ.Π.

Διδάκτωρ μηχανικός (2000), της Σχολής Αρχιτεκτόνων Ε.Μ.Π.

Γνωστικό αντικείμενο: Σχέση παραδοσιακής και σύγχρονης αρχιτεκτονικής

Ερευνητικά Ενδιαφέροντα: Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική, Μεταβυζαντινά μνημεία, Βιομηχανική αρχαιολογία

Τόπος κατοικίας: Αθήνα

Τόπος καταγωγής: Νόστιμο Ευρυτανίας

Βιβλία: «Η Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική της Ευρυτανίας»

    «Οι νερόμυλοι της Ευρυτανίας»

Η έκδοση του βιβλίου είναι της Πανευρυτανικής ‘Ενωσης, με την συνεισφορά της κυρίας Καρκαζή Πουρνάρα.

          

Με αφορμή την παρουσίαση του νέου βιβλίου του Καθηγητή της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου κ. Γεωργίου Γιαννίτσαρη «Η ΜΟΝΗ ΠΡΟΥΣΟΥ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ, ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ», την Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου, στο κτήριο της Παλαιάς Βουλής, είχαμε την ευκαιρία για μια ενδιαφέρουσα συζήτηση για το περιεχόμενου του βιβλίου, καθώς και όλη την επιστημονική έρευνα του κ. Γιαννίτσαρη για την αρχιτεκτονική των παραδοσιακών οικισμών στην Ευρυτανία. Και στην κατακλείδα το όραμα της σωτηρίας των υπό εγκατάλειψη παραδοσιακών οικισμών της Ευρυτανίας.  

ΕΠ. Με ποια αφορμή ξεκινήσατε να σκέφτεστε ότι θα γράψετε ένα τέτοιο βιβλίο;

Γ.Γ Οι σπουδές των αρχιτεκτόνων στη σχολή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου περιλαμβάνουνε και τη γνώση της λεγόμενης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Τα ιστορικά κτήρια και τα μνημεία μελετώνται για να μάθουμε την αρχιτεκτονική τους αλλά και τους τρόπους που πρέπει να τα διασώσουμε, στην περίπτωση που υπάρχει κάποιο πρόβλημα π.χ. με την τοιχοποιία λόγω του καιρού, των σεισμών κτλ. Επειδή εργάστηκα τα πρώτα μου χρόνια από το 1980 έως το 1985 στο Καρπενήσι, διαπίστωσα ότι υπάρχουν πάρα πολλά μνημεία και ιστορικά κτήρια καθώς και αξιόλογα παραδοσιακά κτήρια εκεί. Για το λόγω αυτό επειδή η Ευρυτανία ήταν αφανής κάποτε, τρανταχτό παράδειγμα είναι η ντροπή που ένιωθαν κάποιοι στο να δηλώσουν την καταγωγή τους, θεώρησα πως έπρεπε να αναδείξω τον τόπο μου. Για καλή μου τύχη ο αείμνηστος υπουργός του ΠΑΣΟΚ Αντώνης Τρίτσης προκήρυξε μελέτες για νέους επιστήμονες. Έτσι κατάφερα να κερδίσω μια μελέτη η οποία αφορούσε τους παραδοσιακούς οικισμούς της Ευρυτανίας και έτσι ξεκίνησα τη μελέτη των οικισμών. Αυτό συνέβη περίπου το 1984. Μέσα από αυτό το έργο μου δόθηκε η ευκαιρία να εντοπίσω όλους τους οικισμούς και να τους φωτογραφίσω. Έχω ένα υλικό γύρω στις 5.000 φωτογραφίες που αφορά την Ευρυτανία του 1984.

ΕΠ. Η Ιερά Μονή Προυσού πως μπαίνει στο ερευνητικό σας πεδίο;

Γ.Γ. Είδα 162 οικισμούς όπου μέσα σ’ αυτή την περιοδεία είδα και το μοναστήρι του Προυσού το οποίο το ήξερα διότι με είχε πάει η μητέρα μου όταν ήμουν μικρός έχοντας αρρωστήσει πολύ βαριά. Στη συνέχεια πήγαινα ο ίδιος ως προσκυνητής και οδοιπόρος στο μοναστήρι. Για καλή μου τύχη το ίδιο έτος μας ανατέθηκε με μια συνάδελφο που είναι καθηγήτρια, η κυρία Καθρίτσα, την μελέτη της αποκατάστασης των πύργων του Καραϊσκάκη καθώς είχαν υποστεί ζημιά. Λίγο αργότερα, το 1990 μου ανέθεσαν να κάνω την αποκατάσταση αυτού του πύργου το ονομάζουμε κρυφό σχολείο. Είναι ένας τριώροφος πύργος, όπου το μοναστήρι μίσθωνε ένοπλα σώματα γιατί δεχόταν πάρα πολλές επιθέσεις από ανθρώπους της περιοχής γιατί όλοι ήξεραν ότι έχει χρήματα, ζώα και άλλα ακριβά αντικείμενα. Έκανα δυο μελέτες για το μοναστήρι. Η μια αφορούσε τον πύργο του Καραϊσκάκη και η άλλη τη σχολή ελληνικών γραμμάτων ή πύργο. Αυτό περίπου έγινε μέχρι το 1991 έως 1992. Το 2003 εκλέχτηκα στο Πολυτεχνείο ως καθηγητής με την βαθμίδα του λέκτορα στη σχολή αρχιτεκτόνων. Επισκεπτόμενος ξανά το μοναστήρι όλα αυτά τα αντίκρισα διαφορετικά. Ήθελα να αναδείξω τα μνημεία της πατρίδας μας τα οποία είναι πολύ σημαντικά. Από το 2004 έως το 2007 με τη βοήθεια φίλων αρχιτεκτόνων αποτύπωσα όλο το συγκρότημα του μοναστηριού.

ΕΠ. Θα μπορούσατε να κατατάξετε τα κτίσματα της Ευρυτανίας σε συγκεκριμένα αρχιτεκτονικά μοντέλα;

Γ.Γ. Εκείνη την εποχή ένα έντονο φαινόμενο που παρατηρείται είναι αυτό της ληστείας. Σε όποιο σπίτι έχω κάνει τα σχέδιά του το οποίο έχει χτιστεί μέχρι το τέλος του 1800 όλα έχουν πολεμίστρες. Ανάλογα με την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκει ο καθένας παρατηρούνται τα ταπεινά σπίτια, τα οποία είναι ισόγεια μονόχωρα. Ανεβαίνοντας τάξη παρατηρούμε το ισόγειο με όροφο και ένα μπαλκόνι. Αυτοί που είχαν χρήματα μπορούσαν να κάνουν πυργοειδή κτήρια όπως είναι στους Δομιανούς και στο Στένωμα το οποίο κατεδαφίστηκε το καλοκαίρι που μας πέρασε. Αρχοντικά συναντούσαμε σε πολλά μέρη της Ευρυτανίας όπως στο Μαραθιά, στα Άγραφα τα οποία τώρα δεν υπάρχουν. Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα στα σπίτια εκτός των προαναφερθέντων είναι τα παντζούρια εσωτερικά στην οικία, η κορνίζα αυτή που έχουν τα μπαλκόνια, τα λεγόμενα ξυλόγλυπτα. Ο δαντελένιος στολισμός που έχουν κάποια μπαλκόνια είναι επιρροές από Ευρυτάνες που ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη. Ο Μαραθιάς αποτελείται από αρκετά τέτοιου είδους εγκαταλελειμμένα κτήρια.

ΕΠ. Οι μάστορες από ποια περιοχή έρχονταν;

Γ.Γ. Ήταν κυρίως Ηπειρώτες. Το μοναστήρι έγινε από Κονιτσιώτες και τα περισσότερα σπίτια έγιναν από αυτούς που έχουν καταγωγή απ΄ τα Τζουμέρκα, οι οποίοι ήταν έντιμοι, εργατικοί και επιδέξιοι.

ΕΠ. Πιστεύετε ότι είναι εφικτό στους εγκαταλελειμμένους αυτούς οικισμούς να δοθεί ξανά ζωή;

Γ.Γ. Είναι εφικτό αρκεί να βρεθούν χρήματα. Είναι κρίμα για την Ευρυτανία που δυο εξαιρετικοί οικισμοί φορτωμένοι με ιστορία η Βίνιανη και ο Μαραθιάς να είναι κατεδαφισμένοι. Προφανώς θα χαρακτηρίζονταν ως μνημείο ιστολικό, πολιτισμικό, αρχιτεκτονικό, αν μπορούσαν να αναστηλωθούν, αλλά πρέπει να βρεθούν τα χρήματα. Σε περίπτωση που αυτό ήταν εφικτό θα είχαμε διπλό πόλο έλξης στη Ευρυτανία για τους τουρίστες.

         Από την παρουσίαση του βιβλίου «Οι νερόμυλοι της Ευρυτανίας»

Στιγμιότυπα από την Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου, στο κτήριο της Παλαιάς Βουλής, στην παρουσίαση του νέου βιβλίου, που διοργάνωσε η Πανευρυτανική Ένωση

Στους παραδοσιακούς οικισμούς της Άνδρου… δίνοντας οδηγίες στους φοιτητές του