Γράφει ο: Μωυσής Μπερμπερής

Περιφερειακός Σύμβουλος Στερεάς Ελλάδας

Τα τελευταία είκοσι κάτι χρόνια, η Ελληνική κοινωνία έζησε τρία ισχυρά οικονομικά σοκ, κλιμακούμενα σε ένταση και δρώντας αυτά προσθετικά για την τσέπη των πολιτών.

Αναμενόμενα βέβαια και ως ίδιο χαρακτηριστικό του καχεκτικού Ελληνικού καπιταλισμού, αλλά και της γενικότερης παγκόσμιας κατάστασης πραγμάτων.

Αναγκαία προϋπόθεση για τη διαρκή διεύρυνση της παραγωγικής βάσης του υπάρχοντος οικονομικού συστήματος, είναι η συσσώρευση κεφαλαίου απ’ τις κυρίαρχες παραγωγικές ή και παρασιτικές στην περίπτωσή μας δυνάμεις.

Η όποια διασπορά πόρων στην κοινωνία από περιόδους ισχνής ανάπτυξης δεν μπορεί να συνεχισθεί στο διηνεκές καθότι ακυρώνει αυτή καθ’ αυτή την υπαρξιακή λογική του συστήματος του καζινοκαπιταλισμού.

Για παράδειγμα και τελείως απλοϊκά, αν όλοι οι Καρπενησιώτες είχαμε από εκατό ευρώ ελάχιστα πράγματα θα μπορούσαμε να κάνουμε για την τοπική παραγωγική διαδικασία.

Αν αυτά τα χρήματα τα συγκεντρώσουν δυο ή τρεις θα μπορούσαν να κάνουν πράγματα στην πόλη, αυτό που λέμε ιδιωτικές επενδύσεις και βέβαια θέσεις εργασίας, σύμφωνα με το κυρίαρχο παραγωγικό ιδεολόγημα.

Στη χώρα μας έγινε μια βίαιη ανακατανομή πλούτου και μέσα απ’ το χρηματιστήριο κατά την περίοδο του 1999 για την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας ολίγων και  με απώτερο σκοπό την προετοιμασία της εισόδου στη ζώνη του ευρώ, αλλά και τα έργα για τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών αγώνων του 2004

Με κεντρικά μεθοδευμένη παρότρυνση εκατομμύρια πολίτες προερχόμενοι κυρίως απ’ τη μεσαία τάξη και όχι μόνο, τοποθέτησαν τις οικονομίες τους  σε μετοχές, πολλές φορές χωρίς καν να γνωρίζουν περί τίνος ακριβώς πρόκειται.

Υπήρξαν δε και πάμπολες περιπτώσεις που πουλήθηκε το χωραφάκι στο χωριό, για να αγορασθούν τίτλοι των Χαλυβδόφυλλων Αγρινίου.

Η συνέχεια βέβαια είναι σε όλους μας γνωστή, δισεκατομμύρια τότε άλλαξαν τσέπες στο όνομα της ισχυρής Ελλάδας του εκσυγχρονισμού.

Ως άμεσο αποτέλεσμα ακολούθησε η πτώχευση και τα μνημόνια του 2010.

Με το οικονομικό σοκ του 2010 συντελέστηκε εκ νέου μια βίαιη και άδικη ενίσχυση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής μέσα από μια διαδικασία εσωτερικής υποτίμησης και με τη βάναυση συρρίκνωση του εργατικού κόστους.

Στο όνομα της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας αυτή τη φορά και με θύματα πάλι τα πολύ φτωχά και τα μικρομεσαία στρώματα.

Σήμερα  σε ένα πιο διεθνοποιημένο περιβάλλον και σε μια παγκοσμιοποιημένη διαδικασία εμπορίου, έρχεται μια ριζική αλλαγή παραγωγικού μοντέλου μέσα απ’ την πράσινη μετάβαση και την ψηφιακή επανάσταση.

Η κλιματική κρίση καθώς και η διαρκής μείωση των φυσικών πόρων οδηγούν μέσα απ’ τις νέες ανάγκες σε άλλες μορφές παραγωγής και νέου τύπου ανταγωνισμούς.

Μένει ως ζητούμενο αυτή η μετάβαση θα γίνει με ποιους και κυρίως για ποιους.

Ήλθε βέβαια τώρα και ένα νέο οικονομικό σοκ για νοικοκυριά και επιχειρήσεις μέσα απ’ τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού, τις τιμές των καυσίμων, αλλά και των άλλων καταναλωτικών προϊόντων και πολύ πριν την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία.

Έχει ορισθεί απ’ τον ΟΟΣΑ ως ενεργειακή φτώχεια η περίπτωση που τα νοικοκυριά θέλουν για ηλέκτριση και θέρμανση πάνω απ’ το 10% των εισοδημάτων τους.

Στην Ελλάδα σήμερα νοικοκυριά με 1500 ευρώ μηνιαίο εισόδημα μόνο για τη ΔΕΗ χρειάζονται γύρω στα 200 ευρώ μηνιαίως, κάντε λοιπόν τις αναγωγές και με ευκολία θα διαπιστώσετε στο που έχουμε οδηγηθεί.

Οι δε συνέπειες των αυξήσεων στην ενέργεια και τα μεταφορικά, για την ραχοκοκαλιά της Ελληνικής οικονομίας τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, είναι απολύτως καταστροφική, έξω από κάθε λογική και χωρίς καμία δυνατότητα ενσωμάτωσης του νέου κόστους στα προϊόντα τους, καθότι έτσι η κατανάλωση θα βυθισθεί.

Αυτά τα επιπλέον χρήματα που καλούνται να πληρώσουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις δεν πέφτουν στο πηγάδι ,απλά αλλάζουν τσέπες.

Ενταγμένο εκ νέου όλο αυτό σε μια προσπάθεια αλλαγής θεσμικής και τεχνικής λειτουργίας  του παραγωγικού μοντέλου και της δημιουργίας νέων αγορών, στο όνομα της απανθρακοποίησης και της περιβαλλοντικής προστασίας και βέβαια με διάφορα γκρίζα και αναπάντητα ερωτηματικά για την κοινωνία.

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αναγκαία προστασία του πλανήτη μας, εκείνο βέβαια που τίθεται υπό αίρεση είναι με ποιους όρους και για ποιους αποδέκτες.

Οι κοινωνίες επιβάλλεται να διεκδικήσουν στο νέο καθεστώς όρους ενεργειακής δημοκρατίας με ένα αποκεντρωμένο μοντέλο παραγωγής (Ενεργειακές κοινότητες, μοντέλα αυτοκατανάλωσης κτλ.κτλ.), ταξικά δίκαιη, συμπεριληπτική και με περιβαλλοντική ευαισθησία.

Σε κάθε άλλη περίπτωση οι πολλοί θα μείνουν για πολλοστή φορά αποκλεισμένοι από τις εξελίξεις, παραγκωνισμένοι στο οικονομικό και κοινωνικό περιθώριο.

Στην επερχόμενη e-εποχή της τεχνητής νοημοσύνης και της ρομποτικής και χωρίς να αλλάξουν πολιτικές προτεραιότητες η πύκνωση και η ένταση τέτοιων κρίσεων είναι δεδομένη. Η κοινωνία των πολιτών μπορεί και πρέπει να βρει ένα ρόλο ενεργό που μαζί με τις προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις θα επιβάλλουν ένα άλλο μοντέλο σχέσεων παραγωγής και κατανάλωσης.

Η υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων και διαρκών κρίσεων φέρνει εκ νέου στην επιφάνεια διάφορες θεωρητικές προσεγγίσεις αλλά και νέες πρακτικές που αμφισβητούν έντονα το κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο δόγμα.

Μέχρι στιγμής βέβαια το σύστημα εφευρίσκει αποτελεσματικούς τρόπους να ξεπερνά τις κρίσεις μέσα απ’ τις εφεδρείες του και σε βάρος πάντα των γνωστών υποζυγίων, κάνοντας τους φτωχούς φτωχότερους και τους πλούσιους πλουσιότερους, όμως μέχρι πότε.

Ο μισός παγκόσμιος πλούτος έχει μαζευτεί στα χέρια ελάχιστων μεγιστάνων και μάλιστα κατά κανόνα αφορολόγητος. Αυτό δεν μπορεί να υπάρξει ως διαρκές και βιώσιμο.

Έχει βέβαια αποδειχθεί ιστορικά ότι οι κοσμοκρατούντες έχουν και τα έσχατα μέσα στα απόλυτα αδιέξοδα τους, δηλαδή τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, τις τοπικές συρράξεις, ή γιατί όχι και τον καθολικό πόλεμο.

Μακριά από μας βέβαια και ξώμακρα ,αλλά ας το έχουμε  και αυτό κατά νου…..