Πάνος Ι. Βασιλείου’’

 1898-1985

Ιστοριοδίφης, ιστορικός, συγγραφέας.

Ο Πάνος Ι. Βασιλείου υπήρξε ένας Ευρυτάνας που μέσα από το έργο του ως ιστοριοδίφης,  ιστορικός και συγγραφέας, απέδειξε όσο λίγοι την αγάπη του για τον τόπο μας.Γεννήθηκε στην Αγία Τριάδα Ευρυτανίας το 1898. Φοίτησε στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (Αθηνών), από την οποία αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του, για να ακολουθήσει επαγγελματικά και ευδόκιμα τον τραπεζικό κλάδο ως το 1949. Πήρε μέρος στους εθνικούς αγώνες 1918-1923 ως οπλίτης και εφ. αξιωματικός. Επίσης, συμμετείχε στον αντιφασιστικό πόλεμο 1940-41 ως έφ. υπολοχαχός πεζικού. Κατά τον Γερμανοϊταλικό πόλεμο, έλαβε ενεργό μέρος στην εθνική αντίσταση και γι’ αυτό υπέστη φριχτές ταλαιπωρίες με 4ετή στην Ικαρία, Μακρόνησο και Άγιο Ευστράτιο εξορία του, τα ”αγαθά” της οποίας συντέλεσαν στον έκτοτε κλονισμό της υγείας του. Κατά την πολυετή υπαλληλική του ζωή, αναμίχθηκε με σθένος και δραστηριότητα σε συνδικαλιστικούς αγώνες, υπήρξε δε από τους πρωτεργάτες της οργανώσεως του αγώνα των παλαιών πολεμιστών (1930-1936) και από τους συντάκτες του πρώτου νομοσχεδίου της προστασίας τους.

Από τα παιδικά του χρόνια, έζησε και γνώρισε από κοντά τη φτώχεια και τα δεινά των ορεσίβιων αγροτών και για τον λόγο αυτόν, από της νεανική του ηλικία περιέγραφε, τόσο στον επαρχιακό όσο και στον αθηναϊκό τύπο, τις ποικίλες στερήσεις τους, ελπίζοντας να προκαλέσει το ενδιαφέρον των τότε αρμοδίων για την βελτίωση των όρων διαβίωσης, τον εκπολιτισμό και την πρόοδο, όχι μόνο των Ευρυτάνων, αλλά γενικότερα, των δυσπραγούντων κατοίκων της Ελληνικής υπαίθρου. Χάρη στην ένθερμη πατριδολατρεία του και τη συνεχή προβολή δια του τύπου της φυσικής ομορφιάς της τραχειάς, αλλά και γραφικής ευρυτανικής γης, των αρχαιολογικών και ιστορικών χώρων και μνημείων της, οφείλεται η αύξηση της τουριστικής κίνησης στην περιοχή. Ακόμη, έγκαιρα πρότεινε τη δέουσα εκμετάλλευση των αναξιοποίητων πλουτοπαραγωγικών πηγών της Ευρυτανίας, για να αποφευχθεί ο μεταναστευτικός εκπατρισμός των κατοίκων και η επακόλουθη ερήμωση των γοητευτικών της οικισμών της.

Συγγραφικό έργο

Ο Πάνος Βασιλείου είναι γνωστός στους ασχολούμενους κυρίως με τα ιστορικά θέματα, γιατί όλες οι μελέτες του που έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα, ως και οι ανέκδοτες, που αφορούν έρευνες τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο Εξωτερικό (Πάδοβα, Βενετία, Βιέννη, Παρίσι, Σόφια, Νέα Υόρκη, Ουάσιγκτον), ανήκουν στην περιοχή της ιστορίας και αναφέρονται ως επί το πλείστον στους χρόνους της τουρκοκρατίας. Ειδικότερα από το 1951, ασχολείται συστηματικά με ιστοριοδιφικές έρευνες και τη σύνθεση ιστορικών μελετών σε θέματα προσφοράς σημαντικών προσωπικοτήτων, άγνωστων αγωνιστών και του λαού μας, κατά τα δεινά χρόνια της Τουρκοκρατίας και του ιερού αγώνα του ’21. Έτσι, και με νέα στοιχεία από αγνοημένους κώδικες, χριστιανικά ανερεύνητα μνημεία, αρχεία Ελλάδος και του Εξωτερικού κλπ., καθώς και από επιτόπιες στη Ρούμελη έρευνές του, κατόρθωσε ν’ ανασχηματίσει τη ζωή και να φέρει στο φως την άγνωστη και ενδιαφέρουσα δράση των κατοίκων. Το έργο του κρίθηκε λίαν ευμενώς και χαρακτηρίστηκε ως “εθνική προσφορά εις την Πατρίδα”, βραβεύτηκε δε από την Ακαδημία Αθηνών το 1958 και τιμήθηκε με το χρυσό μετάλλιο της “Ιεράς πόλεως του Μεσολογγίου” το 1961.

Άρθρα, Μελέτες και Κριτικές Βιβλίων

Διετέλεσε τακτικός ή έκτακτος συνεργάτης επαρχιακών και αθηναϊκών εφημερίδων και περιοδικών, ημερολογίων και εγκυκλοπαιδειών από το 1923. Πολλά άρθρα του, ιστορικού, λαογραφικού και τουριστικού περιεχομένου, δημοσιεύτηκαν σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες κατά τη μακρόχρονη φιλολογική και ιστορική πορεία του. Εκτός πληθώρας άρθρων στον επαρχιακό τύπο, δημοσιεύτηκαν εργασίες του, ποικίλου περιεχομένου και στα κάτωθι έντυπα Αθηνών, όπως Εφημερίδα “Εμπρός”, “Ημερήσιος Τύπος”, “Ελεύθερος Άνθρωπος”, “Παλαιός Πολεμιστής”, “Βραδινή”, “Ελευθερία”, “Καθημερινή”, “Ελεύθερος”, “Έθνος”, “Βήμα”, καθώς και στον “Εθνικό Κήρυκα” Νέας Υόρκης κ.ά.

Από τις 41 αυτοτελείς μελέτες που εκδόθηκαν, για τα συγγράμματά του:”Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός”, “Η Επισκοπή Λιτζάς και Αγράφων επί τουρκοκρατίας”, “Το Μοναστήρι της Τατάρνας” και ο “Τουριστικός Οδηγός της Ευρυτανίας”, έργα πολύμοχθα και άρτια, πήρε μία από τις καλύτερες θέσεις, τόσο ως ευσυνείδητος ιστοριοδίφης, όσο και ως άξιος ιστορικός και λογοτέχνης, ανάμεσα στους πρωτοπόρους των ελληνικών γραμμάτων. Αλλά και ως κριτικός βιβλίων, ο Π. Βασιλείου, υπήρξε προσεκτικός και αντικειμενικός. Κατείχε τη στήλη της “Κριτικής του βιβλίου” στο περιοδικό “Φθιώτις” από το 1969 στο περιοδικό “Στερεά Ελλάς”. Επίσης, από το 1974 γράφει τη σελίδα “Πνευματική ζωή και κίνηση της Ρούμελης” στην εφημερίδα “Ρούμελη”.

Αναγνώριση του έργου

Η αναγνώριση της αξίας του έργου του ήταν κοινή για όλους. Πολυάριθμες και πολυσέλιδες υπήρξαν οι ευμενείς κρίσεις που γράφτηκαν γι’ αυτόν, τόσο από καθηγητές ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων, από ακαδημαϊκούς, πατριάρχες και μητροπολίτες, ακόμη και από απλούς ανθρώπους, όσο και από ειδικούς ντόπιους και ξένους κριτικούς. Έτσι, θεωρούμε ότι θα ήταν παράλειψη, αν δεν παραθέταμε έστω και αποσπασματικά κρίσεις μερικών για το έργο του.

Ο κ. Κ. Θ. Δημαράς, καθηγητής του Πανεπιστημίου του Παρισιού, έγραψε στην εφημερίδα “Το Βήμα” Αθηνών τα εξής:

«… ο κ. Πάνος Βασιλείου τόσο στο προηγούμενο βιβλίο του (εννοεί τον Ευγένιο Γιαννούλη τον Αιτωλό), όσο και σε τούτο (Επισκοπή Λιτζάς και Αγράφων) εσκόπευσε σωστά και πέτυχε το στόχο του: Επλούτισε την βιβλιογραφία μας με έργα που γεμίζουν βασικές ελλείψεις της, επάνω, δηλαδή, σε θέματα αποτελεσματικά της νεοελληνικής επιστήμης… Μακάρι, σε τέτοιες ώρες, όπου δραματικά υποχωρεί η πλούσια άλλοτε τοπικιστική επιστήμη μας, κάθε τόπος ελληνικός να είχε τον δικό του Πάνο Βασιλείου.»

Ο ιστορικός συγγραφεύς, Κ. Κώστας Αβραάμ, μεταξύ άλλων γράφει: «Πάντα όταν παίρνω κάτι του Πάνου Βασιλείου αισθάνομαι ειλικρινή συγκίνηση. Γιατί σκέφτομαι και θαυμάζω το μόχθο, το πάθος και τον ιδεαλισμό που τον διακρίνει και τον κρατάει όρθιο στην έπαλξη του πνευματικού χρέους, φωνή δυνατή, τίμια και αδιάφθορη. Έτσι και τώρα η “Τατάρνα” του μοιάζει σαν εσπερινή καμπάνα που χτυπάει βαθιά στην καρδία, στην ψυχή και στο πνεύμα εκείνων που ξέρουν ή που πρέπει να μάθουν τι θα πει έρευνα, αγάπη και προσφορά.»

ΧΡ. ΧΑΣΑΠΗΣ. Δημοσιογράφος. Από το δημοσίευμα του 1976, “Αστακός”