Για την πορεία της ζωής του, ο Σπ. Μελετζής ανέφερε σε εκδήλωση που οργάνωσε προς τιμήν του ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Δημοσιογράφων Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης 1941 – ’44, το 1992: «Το 1942 βρέθηκα στον κάτω Ολυμπο και ήρθα σε άμεση επαφή κοντά στο χωριό Καρυά με τους αρχηγούς των πρώτων αντάρτικων ομάδων του ΕΛΑΣ. Τόση ήταν η συγκίνηση που ένιωσα και τόσο γοητεύτηκα που πήρα την απόφαση, αν θα μπορούσα, και εγώ να ανέβαινα στο βουνό και να ζούσα αυτή την αντάρτικη ζωή που ήταν γεμάτη λεβεντιά και αντρειοσύνη. Στις αρχές του 1944 πήρα μια ειδοποίηση από την Κεντρική Επιτροπή, που μου έλεγε να ετοιμαστώ όσο μπορούσα πιο γρήγορα γιατί θα ανέβαινα στο βουνό, στην Ελεύθερη Ελλάδα, ως ο επίσημος φωτογράφος της Εθνικής μας Αντίστασης… Σήμερα έχω βεβαιωθεί πως ήταν σωστές οι ενέργειές μου στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας, αλλά και όλη η μετέπειτα πορεία της ζωής μου, που μπόρεσα να φυλάξω και να διασώσω όλο αυτό το μοναδικό, ιστορικό και ανεπανάληπτο υλικό της Εθνικής μας Αντίστασης, το οποίο θα μείνει παντοτινή κληρονομιά στο λαό μας και δίδαγμα μεγάλο στις μελλοντικές γενιές μας».Αναφέρει κάπου ο ίδιος:« Εγώ ήμουν ένας καλλιτέχνης φωτογράφος […] που τότε δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι θα «έγραφα» με το φακό μου ιστορία […] και μια μέρα οι φωτογραφίες μου αυτές θα ήταν τα πιο αδιάψευστα, τα πιο αληθινά ντοκουμέντα που θα φανέρωναν […] όλη αυτή τη δράση και τη δημιουργική πνοή που πραγματοποιούνταν σε όλους τους τομείς και σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής στην Ελεύθερη Ελλάδα .»«Νομίζω ότι ο Τιτάνιος αγώνας που έκανε ο Ελληνικός λαός για τη λευτεριά του βρήκε ανταπόκριση από το φακό μου […] Γράφαμε ο καθένας με τον τρόπο του, μια ιστορία συγκλονιστική του καιρού μας.» Ο κατ’ εξοχήν φωτογράφος της Εθνικής Αντίστασης. Ο φωτογράφος, που έκανε τον μικρόσωμο Αρη Βελουχιώτη να φανταζει μπροστά μας ως γίγαντας (αυτό που ήταν άλλωστε). Οι σκηνές από την Αντίσταση στην Πελοπόννησο, στη Ρούμελη δίνουν όχι μόνο την καταγραφή της καθημερινότητας των αγωνιστών, αλλά και την υψηλού επιπέδου τεχνική κι αισθητική του. Ο Σπύρος Μελετζής γεννήθηκε στην Ίμβρο το 1906. Εκεί τέλειωσε το δημοτικό και το Σχολαρχείο. Το 1923, όταν η Ίμβρος παραχωρήθηκε στους Τούρκους, κατέφυγε στην Αλεξανδρούπολη και από κει στην Αθήνα. Στην τέχνη της φωτογραφίας μυήθηκε από άξιους δασκάλους, καλλιτέχνες με υψηλή αισθητική, γνώσεις και πείρα του σκοτεινού θαλάμου όπως ο φωτογράφος των ανακτόρων Μπούκας και ο Γεραλής. Φαίνεται όμως πως δεν ήταν φτιαγμένος για τον κλειστό χώρο του στούντιο. Γι’ αυτό και η πρώτη φωτογραφική επαφή του με τη φύση και ειδικά την ηπειρώτικη γη, καθόρισε και τη μελλοντική πορεία της δουλειάς του. Μετά από περιοδεία και φωτογράφηση 22 μηνών έκανε στα Ιωάννινα, το1938, την πρώτη του έκθεση με θέμα τη φύση αυτή της Ηπείρου. Η έκθεση αυτή μεταφέρθηκε και στην Αθήνα εντυπωσιάζοντας και αποσπώντας επαινετικές κριτικές.Από τότε συμμετείχε σε πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις, δίνοντας το προσωπικό στίγμα του φακού του, που ήξερε να αποτυπώνει τη μάχιμη καθημερινότητα των απλών ανθρώπων, του χώρου και του χρόνου, αναζητώντας την ομορφιά και τις κοινωνικές προεκτάσεις ανάμεσα σε πρόσωπα, πράγματα και πεπρωμένα. Στην περίοδο της γερμανικής κατοχής ο φακός του κατέγραψε την Αντίσταση του ελληνικού λαού. Μετά την απελευθέρωση φωτογραφίζει έργα Ελλήνων ζωγράφων του 19ου αιώνα. Περιοδεύει φωτογραφίζοντας και εκθέτει τη δουλειά του από το Άγιο όρος, τον Όλυμπο, τα Τέμπη, τις Κυκλάδες. Το 1950 συμμετέχει σε δυο ομαδικές εκθέσεις στην Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη. Το 1951 οργανώνεται έκθεση στην Κύπρο. Το 1952 συμμετέχει, ως ιδρυτικό μέλος της Ε.Φ.Ε ( Ελληνική Φωτογραφική Εταιρεία), στο τμήμα φωτογραφίας παραδίδοντας μαθήματα σκοτεινού θαλάμου, αισθητικής και σύνθεσης. Το 1953 συμμετέχει σε εκθέσεις στο Ρότσεστερ, Μπέρμπιγχαμ, Μπουένος- Άϋρες, όπου αποσπά βραβείο και τιμητικές διακρίσεις. Το 1956 συμμετέχει με άλλους καλλιτέχνες και διανοούμενους σε αποστολή στη Μόσχα, όπου και εκθέτει έργα του. Επί υπουργίας Κ. Καραμανλή του ανατίθεται η φωτογράφηση όλων των δημόσιων έργων. Το 1957 του απονέμεται από τη Διεθνή Ομοσπονδία Ερασιτεχνών Φωτογράφων ο τιμητικός τίτλος του «τεχνοκρίτη» (F.Ι.Α.Ρ).Aπό το 1960 σε συνεργασία με την Ελένη Παπαδάκη θα φωτογραφίσει αρχαιότητες κι αρχαιολογικούς χώρους (αγάλματα βυζαντινά μνημεία) για την έκδοση οδηγών Για τα Αρχαιολογικά Μουσεία Αθηνών, Δελφών, Ολυμπίας, Επιδαύρου, Κορίνθου, Μυκηνών, Ρόδου. Το 1974 εκδίδει το λεύκωμα “Με τους αντάρτες στα βουνά” και το 1987 εκδίδει βιβλίο με θέμα τον Όλυμπο. Σταθμό στην καριέρα του θα αποτελέσει η προσωπική του έκθεση με θέμα την Ελλάδα στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στη Βιέννη το 1993. Το 1997 παρουσιάζει δουλειά του στην Κίνα στην έκθεση «Ελληνική φωτογραφία 1870-1995», και την ίδια χρονιά εκδίδεται το λεύκωμα “ΙΜΒΡΟΣ” που είναι μια κατάθεση ψυχής στην ιδιαίτερη, σκλαβωμένη πατρίδα του, ενώ το 1998 με τις «Οψεις της ελληνικής φωτογραφίας» στη Νίκαια της Γαλλίας και το Μονακό. Έχει φωτογραφίσει κατά καιρούς τις σημαντικότερες προσωπικότητες, από βασιλείς και πολιτικούς μέχρι καλλιτέχνες και διανοούμενους. Έχει διατρέξει όλη την Ελλάδα και ολόκληρη σχεδόν η ελληνική γη και οι άνθρωποι της, με τα ήθη και τα έθιμα τους, βρίσκονται καταγραμμένοι στο πλουσιότατο φωτογραφικό έργο του.*Photologio.gr

Μπορεί να είναι εικόνα 1 άτομο και στέκεται
Μπορεί να είναι εικόνα 4 άτομα, γένι και άτομα που στέκονται
Μπορεί να είναι εικόνα 1 άτομο και γένι
Μπορεί να είναι εικόνα 1 άτομο
Μπορεί να είναι εικόνα 4 άτομα, άτομα που στέκονται και εσωτερικός χώρος

«Φίλοι Μουσείου Εθνικής Αντίστασης και Σύγχρονης Ιστορίας Ρούμελης»