Γράφει ο Αλέξανδρος Χουλιαράς

Χρόνια τώρα ζούμε ένα αλαλούμ, όσον αφορά την αναπτυξιακή άπνοια της ταλαίνης Ευρυτανίας, όμως τελευταία ανακαλύφτηκε ότι ο τόπος μας κάθε άλλο παρά άπνους είναι. Στις κορφές των βουνών μας πνέουν σημάντορες άνεμοι κι έτσι άρχισε ο γκιουρλεμές των ανεμογεννητριών.

Σε κάποιες εκλογές τη δεκαετία του ΄90 οι τοπικοί πράσινοι φωστήρες, στο προεκλογικό τους πρόγραμμα επαγγέλθηκαν για την Ευρυτανία ένα «πάρκο κεραιών». Ρώτησα τους πάντες τι εστί τούτο και κανένας δεν μου εξήγησε, είτε γιατί δεν ήξερε είτε γιατί υπάκουε στην ομερτά της κομματικής του μαφίας.

Το θέμα ξεκαθαρίστηκε όταν κάποιοι τοπικοί ταγοί του ιδίου κομματικού φάσματος εκόπτοντο φανατικά και θανατερά για την δημιουργία στα βουνά μας των «αιολικών -πλέον- πάρκων». Διαλαλούσαν στα πέρατα ότι τα τέρατα που θα στήσουν και τα κέρατα που θα φυτρώσουν στις βουνοκορφές θα φέρουν πακτωλό βεσπασιανών για όλα τα θυλάκια. Η λιγούρα τους και η φαγούρα πήρε εκρηκτικές διαστάσεις.

Παράλληλα αναπτύχθηκε ένα… ρωμαλέο αντιανεμογεννητριακό κίνημα, από πεμπτοφαλαγγίτες ανεμογεννητριακούς και λοιπούς οικολόγους περιβαλλοντολόγους και… όλους αυτούς τους λόγους, που ανακάλυψαν για τα δάση μας την ξεχασμένη παρθενία της χριστιανικής… χρηστολογίας, αγνοώντας ότι τα βουνά μας -και τα δάση μας- καθόλου παρθένα δεν είναι. Τα ξεπαρθένεψε το μαχαίρι των ληστών, το τσεκούρι των υλοτόμων και το υνί των γεωργών.

Όλα αυτά ήταν ο αφρός στο κοχλάζων καζάνι της εξουσίας, γιατί ξαφρίζοντας βρίσκομε και αντίρροπες δυνάμεις προοδευτικές και ρηξικέλευθες.

Πρώτο το ΠΑΣΟΚ, στον καιρό του κοχλάζοντος πρασινοσοσιαλισμού, το 1986 ψήφισε το «Βασικό νόμο για την προστασία του περιβάλλοντος» τον Ν1650/86, που θεσμοθέτησε ένα πρότυπο και πρωτότυπο μοντέλο οικοανάπτυξης και διαχείρισης του περιβάλλοντος, και που τροχοδρομούσε την Ευρυτανία στους δρόμους του μέλλοντος. Όμως άπαντες σιωπούσαν γιατί από τη μια δεν προβλέπονταν ρουσφέτια και χρηματοδοτήσεις για ρεμούλες και αλιμούρες κι από την άλλη δεκαετίες πριν προβλήθηκε το μοντέλο της άρχουσας τάξης και εν προκειμένω των μεγαλοξενοδόχων με το υπερφίαλο σύνθημα: «Ευρυτανία η Ελβετία της Ελλάδος».  

Μετά 32 χρόνια, το 2018, επί εποχής ροζέ σοσιαλισμού, ψηφίστηκε το «Περιφερειακό χωροταξικό πλαίσιο της περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας» (ΦΕΚ 299/15-12-18), που συντάχτηκε σύμφωνα με τον Ν1650/86 και που χαρακτήρισε την Ευρυτανία ως «Περιφερειακό πάρκο» και περιοχή οικοανάπτυξης.

Και πάλι η ομερτά της κομματοκουλτούρας εθριάμβευσε. Στην ουσία το αποκήρυξαν οι φυσικοί γεννήτορες αυτού, αδιαφόρησαν οι τρόφιμοι των λοιπών κομματικών εκτροφείων και το αγνόησαν οι διάφοροι αρειμάνιοι λογγοπερπατάρηδες.

Όμως τίποτα δεν πάει χαμένο, μετά τέσσερα χρόνια, δηλαδή τις προάλλες, ήρθε μια ακόμα θεάρεστη πρωτοβουλία. Ο Κ. Μητσοτάκης έδωσε εντολή στην ηγεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και εκπονήθηκε ένα project, υπό την επωνυμία: «Απάτητα βουνά» που θωρακίζονται περιβαλλοντικά έξι βουνά της Ελλάδας, με τους όρους του Ν1650/86 και του «Χωροταξικού της Στερεάς» και παράλληλα, γι΄ αυτές τις περιοχές, τροχοδρομείται το οικοαναπτυξιακό μοντέλο (οικοαγροτοτουρισμός και μικρομεσαίες δραστηριότητες στον αγροδιατροφικό τομέα).

Όμως φευ! Στα βουνά αυτά δεν περιλαμβάνεται κανένα ευρυτανικό. Ούτε η κορυφογραμμή της Σαράνταινας, ούτε και τα όντως απάτητα αγραφιώτικα βουνά.

Ο ανεψιός του πρωθυπουργού, …σεσημασμένος οπαδός των ανεμογεννητριών και του μεταμοντέρνου ξενοδοχειακού μοντέλου, που διέλαμψε στην περιοχή μας καθώς και οι επίγονοι αυτού, έλαμψαν δια της απουσίας τους.

Πανταχόθεν άκρα του τάφου σιωπή. Καμιά φωνή και διαμαρτυρία από τους λαλίστατους οικολόγους και περιβαλλοντολόγους, η αυριανίζουσα αντιπολίτευση το έχει κάνει γαργάρα και η λιβανίζουσα συμπολίτευση καθεύδει και ρέγχει τον ύπνον ενός γνήσιου αρπακτικού.

Και ο λαός; Ποιος λαός! Δεν υπάρχει. Από τους οικονομικά ενεργούς οι περισσότεροι πήραν τα μάτια τους κι έφυγαν και κάποιοι που έμειναν είναι φιμωμένοι όμηροι της πελατοκρατίας και της κυρίαρχης νομενκλατούρας. Είμαστε και κάποιοι απόμαχοι, στρεβλωμένοι από την χρόνια πανδημία της κομματοκρατίας, που συνωστιζόμαστε στις θυρίδες του κρατικού κορβανά και στην… πύλη του Αγίου Πέτρου και εν απαρτία άδομεν επαναστατικώς: «Γεια σας απάτητα βουνά, της κλεφτουριάς καμάρι όπου φωλιάζαν αετοί κι ηχούσε το τουφέκι και φ-τέρνα δε σας πάτησε κι Αγαρηνού ποδάρι μα σαν λευτερωθήκατε πλακώσαν οι Νενέκοι».