Γράφει o Αλέξανδρος Χουλιαράς

Ο Καρπενησιώτης ποταμός με όρους “Δασικής Αναψυχής” διαμορφώνει ένα τεράστιο αξονικό τοπίο, το οποίο διατρέχει όλη την καρπενησιώτικη επικράτεια και αποτελεί την μισγάγγεια γραμμή των κλιτύων της ομώνυμης υδρογεωλογικής λεκάνης. Ο άξονας του χωρίζεται σε δυο τμήματα. Το πρώτο ξεκινάει από τις πηγές του ποταμού και φτάνει μέχρι το Κεφαλόβρυσο και το δεύτερο συνεχίζει μέχρι τα Διπόταμα, το οποίο αναπτύχτηκε ως τουριστικός άξονας θρησκευτικού και κοσμικού τουρισμού.

Το πρώτο τμήμα είναι παρατημένο και αναξιοποίητο. Τούτο, λοιπόν, μπορεί και πρέπει να αποτελέσει τον οικοαγροτουριστικό άξονα του Καρπενησίου. Υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις, μόνο πολιτική βούληση δεν υπάρχει για κάτι τέτοιο.

Ο πλούτος του Καρπενησιώτη ποταμού είναι η ομώνυμη εύφορη και ποτιστική κοιλάδα, που τον περιστοιχίζει μέχρι το Γαύρο. Τούτη παλιά καλλιεργούνταν όλη και έθρεφε τους καρπενησιώτες και τους κατοίκους των ένθεν και ένθεν χωριών και οικισμών. Τις τελευταίες δεκαετίες βρίσκεται χέρσα σε κατάσταση αγρανάπαυσης και οι «τεμπέληδες τούτης της εύφορης κοιλάδας» παρασιτούν απομυζώντας το Δημόσιο ή κάνοντας ευκαιριακές δουλειές του ποδαριού.

Το πάνω τμήμα του, μέχρι τη Λάσπη, ήταν φημισμένο για τα χαντρέλια, τα καλαμπόκια και τ΄ άλλα γεωργικά προϊόντα που παρήγαγε και που μέχρι τελευταία βλέπαμε πολλούς Λασπιώτες να τα πουλάνε παραδρομίως.

Επίσης στις πλαγιές και τα βοσκοτόπια του φαραγγιού του Καρπενησιώτη αρκετοί επιδίδονταν στην κοπαδιάρικη κτηνοτροφία κι ακούγαμε και μείς, οι απορφανισμένοι των κοπαδιών, κυπροκούδουνα και βελάσματα.

Οι πλαγιές του φαραγγιού διασχίζονται από παλιά μονοπάτια που έχουν τεράστιο ενδιαφέρον δασικής αναψυχής και βέβαια αντίστοιχο πεζοπορικό μεγαλείο. Τυχερός όποιος αισθάνεται το αξιακό τους βάρος και με οδηγό αυτά κάνει ένα ταξίδι στις ρωγμές του χρόνου.   

Κομβικό του σημείο είναι το ΚΕΓΕ το οποίο δημιουργήθηκε μετά τον Πόλεμο, με σκοπό να εισάγει την παραδοσιακή γεωργία του τόπου μας στη βιομηχανική εποχή, αλλά το νεογέννητο πέθανε στα σπάργανα. Έτσι τα κτίρια εδώ και δεκαετίες είναι εγκαταλειμμένα στο έλεος του χρόνου. Αυτά μπορούν να στεγάσουν το “Αγροτομουσείο Ευρυτανίας” στο οποίο θα προβάλλεται η παραδοσιακή αγροτική ζωή του τόπου μας, θα ιχνογραφείται το πέρασμά της στη βιομηχανική εποχή και θα τροχοδρομεί την τοπική αγροτική ζωή, μέσα στα πλαίσια των τριών μεταβιομηχανικών επαναστάσεων.

Γενικά η γεωργοκτηνοτροφική ανάπτυξη στη λεκάνη του Καρπενησιώτη και γενικά στον τόπο μας περνάει μέσα από πολλούς δρόμους. Έρχεται από δρόμους του παρελθόντος που ανοίχτηκαν στις χιλιετηρίδες του χρόνου με τα χέρια και την αξίνα χιλιάδων γεωργών και τσοπάνηδων και πορεύεται υπό το φως της επιστήμης και της παγκόσμιας εμπειρίας.   

Με δυο πόδια μπορεί να περπατήσει τούτη η γεωργοκτηνοτροφική ανάπτυξη.

Πρώτο είναι η σύνδεσή με τη σοφία του παρελθόντος. Η αγροτική προβιομηχανική ζωή των Ευρυτάνων μπορεί να αναδειχθεί μέσα από: Την επιστημονική τεκμηρίωση και προβολή της τοπικής ιστορίας. Την μελέτη, την παρουσίαση και την ενσωμάτωση στις σημερινές κατασκευές στοιχείων της λαϊκής αρχιτεκτονικής (κατοικίας και άλλων κτισμάτων). Την παρουσίαση των εργαλείων και την αναφορά –ή και ανάλυση– των ασχολιών των ανθρώπων (αγροτικών, τεχνικών κ.λπ) που σχετίζονταν μ΄ αυτά. Την έκθεση και την ανάδειξη των σκευών και των αντικειμένων που χρησιμοποιούσε ο άνθρωπος στην καθημερινή του ζωή και στις γιορτές. Την έρευνα και παρουσίαση της βιοκοινότητας (πανίδας και χλωρίδας) και λοιπών στοιχείων (πρώτες ύλες κ.λπ.) του ευρυτανικού περιβάλλοντος και την επεξεργασία και παρουσίαση προτάσεων για την αγροτική και την εν γένει ανάπτυξη της Ευρυτανίας.

Δεύτερο είναι η εφαρμογή της γνώσης, που μας παρέχει η σύγχρονη επιστήμη. Φορείς και μύστες αυτής της γνώσης είναι οι γεωπόνοι και οι κτηνίατροι που, όσοι δουλεύουν, σαπίζουν στη γραφειοκρατία του Δημοσίου οι ετεροαπασχολούνται.

  Ευλογία και προϋπόθεση όλων των παραπάνω είναι ένας ΚΑΘΑΡΟΣ ΚΑΡΠΕΝΗΣΙΩΤΗΣ.

Ο Αχελώος ήταν μια σημαντική ποτάμια θεότητα των αρχαίων Ελλήνων, καιρός να γίνει και ο Καρπενησιώτης η ποτάμια θεότητα των νέων Ευρυτάνων.