Πολλοί διθύραμβοι, ύμνοι και βαρύγδουποι πανηγυρικοί λόγοι εκφωνήθηκαν κι εκφωνούνται για την επέτειο των 200 χρόνων για την επανάσταση του ’21 και τους ήρωές της. Λίγοι όμως ήταν αυτοί που μίλησαν για το άδοξο τέλος αρκετών  δοξασμένων, για τους πιο αδικημένους σαν τον ένδοξο Νικηταρά, τον «Τουρκοφάγο». Έτσι, δανείστηκα το απόσπασμα από ένα χρονογράφημα της εποχής, μια νεκρολογία, για να το μοιραστώ με τους αναγνώστες μας:

«…Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 1849

 Ο νεκροθάφτης ρίχνει την πρώτη φτυαριά χώμα στο άψυχο κορμί και λιποθυμάει αναλογιζόμενος ποιος είναι ο νεκρός. Είναι ο πατριδοφύλακας είναι ο γενναίος  των γενναίων, είναι ο Τουρκοφάγος, είναι ο Νικήτας Σταματελόπουλος. Αυτός που εξόντωσε με στρατό 600 παλικαριών, τους 6.000 Τούρκους του Κεχαγιάμπεη, αυτός που έσπασε 7 σπαθιά στην υπεράνθρωπη προσπάθειά του στα Δερβενάκια, αυτός, αυτός που μέχρι το τέλος του Αγώνα ήταν στην πρώτη γραμμή, δίπλα στο θείο του, τον Γέρο του Μωριά. Αυτός ο Νικηταράς τώρα έχει κλειστά τα μάτια, αυτός ο Νικηταράς σίγησε για πάντα. Πρότυπο παλικαριάς και αρετής. Άνδρας απλός, άκακος, ειλικρινής και τίμιος. Ενώ είχε τρόπους  να πλουτίσει όπως και άλλοι οπλαρχηγοί, ο Νικηταράς καταφρόνησε τα λάφυρα. Απόκτησε όμως πλούτο και θησαυρό ανεξάντλητο και πολυτιμότερο, την υπόληψη και τον σεβασμό του Πανελληνίου.

Η πατρίδα όμως δεν ξέρει να τιμάει τα παιδιά της. Τον Δεκέμβριο του 1839 το οθωνικό κράτος φυλάκισε τον Νικηταρά με την κατηγορία της συνωμοσίας κατά του θρόνου. Όταν αποφυλακίστηκε ένα χρόνο αργότερα και τον αντίκρυσε η πολυαγαπημένη του κόρη δεν άντεξε και έχασε τα λογικά της. Το χιλιοταλαιπωρημένο του κορμί, το βασανισμένο του πρόσωπο, τα θολά πλέον, πρώην γερακίσια μάτια του, εκείνη η περήφανη φουστανέλα, η γεμάτη από το πολύτιμο αίμα του, καθώς εκείνο το άλλοτε λευκό πουκάμισο, το καταματωμένο  πρώτα, έκαναν να σαλέψουν  τα λογικά της. Φωνάζοντας σπαραχτικά : «Τι ωραία που σου πάνε τα κόκκινα πατέρα!», πέρασε στο ομιχλώδες βασίλειο της τρέλας. Πώς να μην σαλέψει ο νους; Η νεαρή τον έβλεπε καβαλάρη αγέρωχο να ορμά στον εχθρό. Ήξερε την απίστευτη τιμιότητά του. Και αντί να υψώσουν σε βάθρο τον ήρωα πατέρα, τον κομμάτιασαν ανελέητα. Όταν πλησίαζε το τέλος, ο αθάνατος στρατηγός ζήτησε να θαφτεί δίπλα στον τάφο του θείου του, του Κολοκοτρώνη. Και έτσι έγινε. Την ημέρα της κηδείας του συνέβη κάτι αυθόρμητο. Όταν το λείψανο του Νικηταρά έβγαινε από το σπίτι του οι συμπολεμιστές του που το κρατούσαν δεν το εναπόθεσαν στο κάρο. Προσφέρθηκαν όλοι οι Έλληνες και από χέρι σε χέρι το Άγιο λείψανο του γοργοπόδαρου πολεμιστή έφτασε στον τάφο του…» Δυστυχώς όμως σήμερα δεν γνωρίζουμε που βρίσκονται τα άγια κόκαλά του …από την ανευθυνότητα όλων ! (Πηγή : Αμφοτεροδέξιος, «Μωραϊτες εν χορώ,  Chris Adamopοulος).

                                                    Κώστας Μπουμπουρής

                                                  Αστυν.Δ/ντής ε.α.-Συγγραφέας

                                                      (k.boubouris@yahoo.gr)