Άλλες 5 αποχωρήσεις γιατρών από το Νοσοκομείο Καρπενησίου

3356

 

Μεγάλο πρόβλημα φαίνεται ότι αντιμετωπίζει η Ευρυτανία σχετικά με την νοσοκομειακή περίθαλψη. Το πρόβλημα εστιάζεται στο ιατρικό προσωπικό καθώς φαίνεται να υστερεί αρκετά κάνοντας τους κατοίκους της περιοχής να μετακινούνται στο νομό Φθιώτιδας ή Αιτωλοακαρνανίας, όταν αντιμετωπίζουν κάποιο σοβαρό περιστατικό. Συγκεκριμένα το πρόβλημα δεν έγκειται μόνο στην αποχώριση κάποιων γιατρών αλλά στην διαδικασία που νομιμοποιείται από το κράτος. Αυτό συνεπάγεται ότι πολλές από τις θέσεις μένουν κενές μέχρι να βρεθεί ο επόμενος γιατρός που θα τους αντικαταστήσει.

Τον Μάρτιο του 2018 το πρόβλημα άρχισε να κρίνεται εξαιρετικά σοβαρό μιας και έγινε γνωστή η αίτηση πέντε (5) γιατρών, τεσσάρων διαφορετικών ειδικοτήτων, που ζήτησαν να φύγουν από το Νοσοκομείο Καρπενησίου. Συγκεκριμένα δύο (2) γιατροί με την ειδικότητα του Ακτινολόγου, μια Γυναικολόγος, ένας Πνευμονολόγος και ένας Καρδιολόγος.

Τα μισθολογικά δεδομένα που έχει φέρει η περίοδος της κρίσης είναι ότι ο μισθός του Επιμελητή Β’ είναι 1.120,00 ευρώ μηνιαίως, γεγονός που κάνει το ενδιαφέρον των γιατρών να είναι μειωμένο, για να δεχτούν να αφήσουν κάποιο μεγάλο αστικό κέντρο και να εγκατασταθούν στο Καρπενήσι. Η μικρή επιδότηση των 400,00 περίπου ευρώ που δίνεται από την Περιφέρεια Στερεάς σε αυτούς που διορίζονται στο Καρπενήσι,  φαίνεται να αποτελεί μια μικρή ενίσχυση των οικονομικών, όχι όμως αρκετή για να αλλάξει τα δεδομένα της υποβάθμισης της υπηρεσίας των γιατρών, αν κρίνουμε την μισθολογική τους αντιμετώπιση. Επίσης σημαντικό στοιχείο είναι οι 55 αποχωρήσεις από το προσωπικό το 2017, που προέκυψαν είτε από συνταξιοδότηση, είτε από παραίτηση των υπαλλήλων. 

 5 νέες αποχωρήσεις γιατρών 

Ο Δρ Απόστολος-Γεώργιος Ι. Σοφός, Χειρουργός, χαρακτηριστικά αναφέρει για την κατάσταση στο Νοσοκομείο Καρπενησίου και κυρίως για τις πέντε τελευταίες αποχωρήσεις:

«Τα τελευταία χρόνια ζούμε την αποχώρηση από την ενεργό υπηρεσία πολλών στελεχών του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Χωρίς εξαίρεση και το Νοσοκομείο του Καρπενησίου που γνωρίζει έντονα με τη σειρά του από το 2017 τις απώλειες αυτές. Η γνώση του παρελθόντος είναι απαραίτητη για την οικοδόμηση του μέλλοντος και γι’ αυτό η υπενθύμιση κάποιων στοιχείων από το τεράστιο έργο που επιτέλεσαν οι αποχωρήσαντες και οι αποχωρούντες Διευθυντές Τμημάτων και Εργαστηρίων είναι επιβεβλημένη. Να σημειωθεί ότι όλοι τους εργάστηκαν στον Τομέα τους με πάθος και επιστημονική ικανότητα και προσέφεραν το έργο τους ανεξάρτητα και πέραν των συμβατικών τους υποχρεώσεων. 

Για τον Βασίλη Αθανασούλια Συντονιστή Διευθυντή Αναισθησιολογίας, ο οποίος αποχώρησε το 2017 από την Υπηρεσία, αλλά δυστυχώς χάθηκε πρόωρα και άδικα έχουν γραφτεί πολλά. Ο γράφων συνεργάστηκε μαζί του για 26 χρόνια και θυμάται την εκτέλεση πολλών επειγουσών και δραματικών επεμβάσεων σε μέρες αργίας και «μακρές νύχτες» που παρείχε τη συνδρομή του χωρίς καν να εφημερεύει, όπως βέβαια έπραξαν και πολλοί άλλοι συνάδελφοι. Καμιά χειρουργική επέμβαση δεν μπορεί να εκτελεστεί χωρίς τη συμμετοχή του Αναισθησιολόγου. Ο εκλιπών φρόντισε πάντα αυτές να γίνονται με ασφάλεια, με σωστό και ανανεωμένο εξοπλισμό, εργαζόμενος άοκνα για τη δημιουργία και διατήρηση ενός ασφαλούς περιβάλλοντος στο χειρουργείο του νοσοκομείου μας. Παράλληλα φρόντισε για τη δημιουργία του Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών στα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του και για τη δημιουργία Ιατρείου Πόνου, τόσο σημαντικού στην ορεινή περιοχή της Ευρυτανίας. Όλοι πενθήσαμε τον θάνατό του και όλοι θυμόμαστε το έργο του.

Στο τέλος του τρέχοντος έτους αποχωρεί ο διακεκριμένος και ικανότατος χειρουργός Ιωάννης Μπακόλας Συντονιστής Διευθυντής του Χειρουργικού Τμήματος, ο οποίος έβαλε τη σφραγίδα του στο Νοσοκομείο και στη Χειρουργική Τέχνη και Επιστήμη για σχεδόν τρεις δεκαετίες. Υπό την καθοδήγηση και ηγεσία του εκτελέστηκαν μια σειρά από δύσκολες και κατά καιρούς πρωτοποριακές χειρουργικές επεμβάσεις, κάποιες από τις οποίες έτυχαν και διεθνούς αναγνώρισης, όπως η «τροποποιημένη τεχνική της κεφαλικής παγκρεατεκτομής με διατήρηση του δεωδεκαδακτύλου» (1996) και η «τροποποιημένη τεχνική αποκατάστασης της κήλης παρά την κολοστομία» (1997). Φρόντισε όχι μόνο για την εύρυθμη λειτουργία του Χειρουργικού Τμήματος, αλλά και για τον άρτιο εξοπλισμό του, την επαρκή στελέχωσή του και τη χορήγηση χρόνου ειδικότητας χειρουργικής με τη σύσταση τριών θέσεων ειδικευόμενων γιατρών. Αφειδώς παρείχε τη συνδρομή του σε κάθε Τμήμα του Νοσοκομείου. Η προθυμία του, η εργασία του πέραν κάθε συμβατικής του υποχρέωσης και η ανθρωπιά που τον χαρακτηρίζουν έγιναν γνωστές σε κάθε γωνιά της Ευρυτανίας. Υπήρξε Διευθυντής, Δάσκαλος, αλλά και καλός Φίλος. Υπό την καθοδήγησή του όλα αυτά τα χρόνια (από τον Ιούλιο του 1991 και μέχρι την 31η  Οκτωβρίου 2018 στα τακτικά και επείγοντα εξωτερικά ιατρεία εξετάστηκαν πάνω από 110.000 ασθενείς και πραγματοποιήθηκαν περίπου 9000 μικρές επεμβάσεις. Στο Τμήμα νοσηλεύτηκαν 13412 ασθενείς και στο Χειρουργείο εκτελέστηκαν 5493 χειρουργικές επεμβάσεις. Στο ενδοσκοπικό ιατρείο (λειτουργεί από τον Φεβρουάριο του 1995) διενεργήθηκαν πάνω από 1600 γαστροσκοπήσεις και κολονοσκοπήσεις. 

Επίσης στο τέλος του χρόνου αποχωρεί ο καταξιωμένος Συντονιστής Διευθυντής του Ακτινολογικού Εργαστηρίου Ταϊσίρ Ραουάσντε. Ποιος δεν γνωρίζει την τεράστια προσφορά του στο Νοσοκομείο και την Ευρυτανία από το 1988 μέχρι σήμερα! Για αρκετά χρόνια μάλιστα υπήρξε ο μοναδικός ακτινοδιαγνωστής στον Νομό μας. Σε συνθήκες δύσκολες που δεν απαντώνται στα νοσοκομεία των μεγαλύτερων πόλεων, με τη σημαντική συμβολή αρχικά μιας και μετά δυο τεχνολόγων κατόρθωσε να εκτελούνται στο Γ.Ν. Καρπενησίου κάπου 20.000 απλές ακτινογραφίες κάθε χρόνο. Επίσης, πλειάδα ειδικών εξετάσεων (βαριούχο γεύμα, χολαγγειογραφίες από σωλήνα χοληφόρων κλπ) καθώς και ακτινολογική απεικόνιση στο χειρουργείο (ορθοπαιδικές ακτινοσκοπήσεις, διεγχειρητικές χολαγγειογραφίες και ακτινογραφίες σε χειρουργούμενους ασθενείς). Φρόντισε και πίεσε προς κάθε κατεύθυνση για να συμπληρωθεί το προσωπικό του Ακτινολογικού Εργαστηρίου με γιατρούς και τεχνολόγους, να εξοπλιστεί κατάλληλα (υπερηχοτομογράφος μαστογράφος κλπ.). Αγωνίστηκε ενάντια σε βλάβες μηχανημάτων, σε δυσκολίες που έχουν να κάνουν με την ορεινή και απομακρυσμένη τοποθεσία μας, ενάντια σε νοοτροπίες και ενάντια στη γραφειοκρατία που του έθεσε κάθε λογής εμπόδια. Κατάφερε πάρα πολλά, ίσως όχι όσα ήθελε, αλλά θα τον θυμόμαστε πάντα για την αφοσίωσή του στην ιατρική επιστήμη, την αυταπάρνησή του, την αγάπη του για τον ασθενή, αλλά και για τον συνάνθρωπο σε κάθε έκφανση της καθημερινής ζωής του. Δεν είναι δυνατόν να απαριθμήσω το σύνολο της προσφοράς του στην Ευρυτανία, γιατί σίγουρα η μνήμη μου θα τον αδικήσει.

Τον Δεκέμβριο του 2017 αποχώρησε και η Διευθύντρια της Υπηρεσίας Αιμοδοσίας Βιοπαθολόγος Ιατρός Αντωνία Τσίνα. Πριν από την έλευσή της  το 1992 στο Νοσοκομείο Καρπενησίου, δεν υπήρχε ειδικό Τμήμα και η Αιμοδοσία διενεργούνταν χάρη στην προσφορά του Νοσηλευτικού Προσωπικού. Η κ. Τσίνα εργάστηκε σκληρά και με αφοσίωση, πέραν κάθε συμβατικής υποχρέωσης, με προσήλωση στο καθήκον, συνέβαλε στη δημιουργία επίσημης Υπηρεσίας Αιμοδοσίας και παρέδωσε ένα άρτιο Εργαστήριο, χάρη στο οποίο αντιμετωπίστηκαν επιτυχώς οι ασθενείς που απαιτούσαν μετάγγιση είτε σε τακτά χρονικά διαστήματα είτε επειγόντως. Έγιναν δυνατές όλες οι σημαντικές χειρουργικές επεμβάσεις στο νοσοκομείο (γενικής χειρουργικής, ορθοπαιδικής και μαιευτικής-γυναικολογίας), αλλά και πολλές άλλες σε άλλα νοσοκομεία με την αποστολή φιαλών αίματος. Επίσης, με ομιλίες και δημοσιεύσεις συνέβαλε στη διάδοση της εθελοντικής αιμοδοσίας. Πάντα θα θυμόμαστε το ήθος, την επιστημονική συνέπεια και τη συνεχή ανιδιοτελή της προσφορά.

Δεν είναι εύκολο να μιλάει και να γράφει δημόσια κάποιος για τη σύζυγό του. Η Ιατρός Βιοπαθολόγος (Μικροβιολόγος) Λουκία Καλοβούλου ήλθε να εργαστεί το 1991 (παραβλέποντας κάθε άλλη ευκαιρία) σε ένα εργαστήριο που τότε λειτουργούσε χάρη στην προσωπική εργασία και αφοσίωση δυο παρασκευαστριών με ελάχιστο εξοπλισμό. Εργαζόμενη με σθένος ενάντια σε κάθε αντιξοότητα, πιστή στην επιστήμη και το καθήκον, φρόντισε ώστε να εξοπλιστεί το εργαστήριο με κάθε απαραίτητο όργανο και μηχάνημα, να συμπληρωθεί όσο επέτρεπαν οι συνθήκες σε προσωπικό (ιατρικό και μη) και να αποδίδει αξιόπιστο έργο μια και έθεσε ως απαραίτητη προϋπόθεση της λειτουργίας του τον εξωτερικό ποιοτικό έλεγχο των εξετάσεων. Με τη σειρά της συγκρούστηκε με γραφειοκρατία και νοοτροπίες, ώστε τα αποτελέσματα να είναι καθημερινά αξιόπιστα και ασφαλή. Έως το 2011 που παρέδωσε τη διεύθυνση του Εργαστηρίου στην άξια νυν Συντονίστρια Διευθύντρια, οι διενεργούμενες πάσης φύσεως εξετάσεις είχαν κάνει άλμα από τις 30.000 ετησίως του 1991 σε περισσότερες από 200.000 κατ’ έτος. Με την ιδιότητά της του Υγιεινολόγου και ως πρόεδρος της Επιτροπής Λοιμώξεων για όλα αυτά τα 25 χρόνια εργάστηκε συστηματικά για την πρόληψη, παρακολούθηση και καταπολέμηση των νοσοκομειακών λοιμώξεων. Συνέχισε να εργάζεται με τους ίδιους ρυθμούς μέχρι την αποχώρησή της τον Ιανουάριο του 2017 συνεργαζόμενη αρμονικά με όλους.

Νέοι άνθρωποι ανέλαβαν και θα αναλάβουν τη συνέχιση του έργου των αποχωρούντων παλαιότερων. Το Νοσοκομείο μας θα συνεχίσει να μεγαλώνει και να λειτουργεί παρά τις όποιες αντιξοότητες και δυσκολίες, αντικειμενικές και μη, γραφειοκρατικές και άλλες. Σε τελική ανάλυση δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ την εκπεφρασμένη γνώμη του μεγάλου

Ιωάννη Καποδίστρια: «Δεν ζει ο άνθρωπος. Ζει το έργο του».»