Όποιος έχει περάσει από Ελληνικό Νοσοκομείο, από υπηρεσία Υγείας ή και γενικότερα από δημόσια υπηρεσία, γνωρίζει πολύ καλά τι σημαίνει ελληνικό δημόσιο.

Η προσωπική μου εμπειρία πριν από λίγες μέρες μου θύμισε το πόσο ανάλγητο κράτος είναι η Ελλάδα του 2023. Περιμένοντας ραντεβού σε Επιτροπή Υγείας για καρκινοπαθείς, ήταν από την αρχή όλο το θέμα ‘στραβό’. Παρόλο που τα ραντεβού είχαν αποσταλεί μέσω προσωπικού μηνύματος από το ΕΦΚΑ, οι υπεύθυνοι μας είχαν ειδοποιήσει να πάμε στη δομή Υγείας μέχρι τις 12 το μεσημέρι και να επισπεύσουμε τα ραντεβού, με αποτέλεσμα να έχουμε μαζευτεί καμιά δεκαριά καρκινοπαθείς στο διάδρομο και να περιμένουμε χωρίς λόγο. Το χειρότερο όμως δεν ήταν η αναμονή, αλλά ο καύσωνας.

Ναι ναι, εν μέσω ισχυρού καύσωνα που έφτασε εκείνη την ημέρα τους 45 βαθμούς κελσίου, ο χώρος αναμονής και εξέτασης των καρκινοπαθών δεν είχε κλιματισμό, δεν είχε ούτε καν ένα ανεμιστήρα παρά μόνο στο χώρο της επιτροπής των γιατρών που είχαν βάλει έναν μικρό ανεμιστήρα. Στις επίμονες ερωτήσεις μας, η απάντηση από τους εργαζομένους ήταν ότι στο συγκεκριμένο μόνο σημείο του κτηρίου είχε χαλάσει ο κλιματισμός κι ότι είναι προσωρινό. Στις έντονες πια διαμαρτυρίες μας γιατί μας στοίβαξαν σε ένα διάδρομο με τζαμαρία που το χτύπαγε ο ήλιος μεσημεριάτικα, η απάντηση της επιτροπής ήταν ότι η Πολιτική προστασία εξέδωσε οδηγία να γίνουν όλα τα ραντεβού μέχρι τις 12 το μεσημέρι λόγω καύσωνα και γιατί θα έπρεπε και οι ίδιοι να επιστρέψουν στην Αθήνα.

Εκείνη τη στιγμή ήταν που μια ηλικιωμένη κυρία αναρωτήθηκε «η πολιτική προστασία εμάς τους πολίτες δεν υποτίθεται ότι προστατεύει;». Ήταν εκείνη η ίδια στιγμή που η κοπέλα δίπλα μου με τα κοντά μαλλάκια της που μόλις έβγαιναν από τις χημειοθεραπείες, που θα πήγαινε σε λίγη ώρα για ακτινοβολία, που μόλις είχε δώσει ένα φιλί στον τρίχρονο γιο της ο οποίος δεν άντεχε να κάτσει άλλο με τη μαμά του από την ανυπόφορη ζέστη, η κοπέλα που βρισκόταν δηλαδή μέσα στη δίνη του καρκίνου, άρχισε να κλαίει. Απαρηγόρητη, δεν μπορούσε να κρατήσει τα ποτάμια δακρύων που έβγαιναν ασταμάτητα από τα μάτια της, όχι γιατί δεν μπορούσε να διαχειριστεί την αρρώστια, αλλά γιατί δεν μπορούσε να διαχειριστεί την απανθρωπιά. «Δεν αντέχω άλλο να μας φέρονται χειρότερα από ζώα…».

Όποιος έχει περάσει από το κατώφλι των καρκινοπαθών ξέρει ακριβώς τι λέει αυτή η κοπέλα. Ξέρει και με πόση φροντίδα και συμπόνια αγκαλιάζουμε η μία την άλλη, πώς παρηγοριόμαστε και πώς κρατιόμαστε απ’ το χέρι. Όλες μαζί βγάλαμε τη Μαρία από το ‘βυθό’ που βούλιαζε και όλες μαζί αντιδράσαμε στην κατάσταση που αντιμετωπίζαμε.

Όταν ήρθε η ώρα να εξεταστώ και στην αντίδρασή μου για την κατάσταση, ο πρόεδρος της επιτροπής και γιατρός γύρισε με κοίταξε και μου είπε: «μην τα λέτε σε εμάς. Εμείς μαζί σας είμαστε…».

Όχι γιατρέ μου, με συγχωρείς αλλά δεν είστε μαζί μας, γιατί δεν νιώθετε τον πόνο της Μαρίας, τη δική μου περίπτωση με διπλό καρκίνο, διπλή μαστεκτομή και γονίδιο μεταλλαγμένο, δηλαδή δυναμικά πάντα καρκινοπαθής. Δεν νιώσατε ούτε τον πόνο της προηγούμενης από εμένα κυρίας που τη σακατέψατε στον πόνο γιατί δεν πιστεύατε ότι πονάει το χειρουργημένο χέρι, ούτε το φόβο της γιαγιάς πιο εκεί που κόντευε να πάθει αποπληξία από τη ζέστη και τα επιθέματα στο χειρουργημένο στήθος. 

Όχι δεν είστε μαζί μας, είναι ντροπή να το λέτε αυτό όσο συμμετέχετε και δεν αντιδράτε σαν γιατροί. Είστε απέναντί μας…