Αφορμή αυτού του άρθρου ήταν η παραλαβή του νέου βιβλίου «Μονής Τατάρνης ενθυμήματα» από τον συγγραφέα Ιερομόναχο Δαμασκηνό (Τσιάκα) με την τιμητική για ‘μένα αφιέρωσή του. Ένα υπέροχο πόνημα γραμμένο από έναν απ’ τους πιο ειδικούς για την Ιστορία ενός από τα σπουδαιότερα μοναστήρια  της Ρούμελης. Αναφέρεται διεξοδικά στους ευσεβείς ανά τους αιώνες κτήτορες της Ιεράς Μονής, (αρχής γενομένης από το 1555), τα Μετόχια, την προσφορά της κατά τον αγώνα του ‘21 και με λεπτομέρειες για τα περιουσιακά της στοιχεία   ανά εποχή. Τις αστοχίες και την «αχαριστία» της πολιτείας με τις απαλλοτριώσεις της κτηματικής περιουσίας του θρυλικού αυτού μοναστηριού.

 Προσωπικά θα αναφερθώ στις καταστροφές που υπέστη διαχρονικά η «Ταταρνιώτισσα», όχι τις φυσικές, με την τελευταία αυτή του φοβερού σεισμού στα 1963, που κατέρρευσε ολοσχερώς το μοναστήρι, ένα αριστούργημα που είχε εκ νέου ανοικοδομηθεί στα 1841. Οι καταστροφές από τους εκάστοτε αλλόθρησκους ήταν οι χειρότερες. Γι’ αυτές ένας άλλος μεγάλος συγγραφέας και περιηγητής, ο αείμνηστος Πάνος Βασιλείου, μας αφηγείται στο βιβλίο του «Το Μοναστήρι της Τατάρνας Ευρυτανίας», 1978, σελ.70 :

«…Στις θύμησες περιλάβαμε για τις ποικίλες και μεγάλες καταστροφές και ζημιές του μοναστηριού, είτε γιατί στρατιωτικά τμήματα του εχθρού είχαν πολεμικές ατυχίες, είτε γιατί αποκαλύφθηκε να φιλοξενεί κλεφταρματολούς, είτε για ποικίλους άλλους λόγους και αιτίες, πάντα η Τατάρνα, δηλαδή το μοναστήρι, υφίστατο τα δυσάρεστα επακόλουθα. Με την πυρπόληση συνήθως των κελιών του και με αρπαγή ή καταστροφή περιουσιακών στοιχείων, καθώς βοδιών, αιγοπροβάτων, τροφίμων, εκκλησιαστικών σκευών, βιβλίων, ακόμη και εικόνων. Δεν αποτελούσε στα χρόνια εκείνα το μοναστήρι της Τατάρνας για τον κατακτητή ένα απλό κέντρο θρησκευτικής λατρείας, αλλά κυρίως ύποπτο κέντρο οργανώσεως επαναστατικών κινημάτων και εξυπηρετήσεως των κλεφταρματολών, πράγμα που δεν απείχε και πολύ της πραγματικότητας, γι’ αυτό και από το 1556-1823 το μοναστήρι αυτό υπέστη μεγάλες καταστροφές. Αλλά και εις τα διάφορα  πολεμικά ιδίως γεγονότα, σχεδόν πάντα, είχαν καταστρεπτικές επιπτώσεις σε βάρος του, γιατί αν δεν υπήρχε το μοναστήρι, το μένος των εχθρών θα ξεσπούσε στο λαό και θα το πλήρωναν οι φτωχοί χριστιανοί των γύρω χωριών. Κι από αυτήν ακόμη την πλευρά θα πρέπει να υπολογίσει κανείς και να κρίνει το μέγεθος της προσφοράς του.

Τη δράση του γέρο Μπουκουβάλα την πλήρωσε το μοναστήρι και σε συνέχεια, χωρίς  να ξέρουμε ακριβώς για ποιο ειδικό λόγο, κάψανε το μοναστήρι, ίσως ανάμεσα 1770-1780 με τα ορλωφικά και τους ενετοτουρκικούς πολέμους. Όσο για τον καιρό που τα καριοφίλια των Κατσαντωναίων αποτελούσαν φόβητρο των ορδών του Αλή πασά, θα πρέπει να προστεθεί ότι το μοναστήρι ασφαλώς υπήρξε τροφοδότης των γενναίων εκείνων παλικαριών…»

                                             Κώστας Μπουμπουρής  

                                      Αστυν.Δ/ντής ε.α.-Συγγραφέας

                                           (k.boubouris@yahoo.gr)