Τα δεμάτια ήταν ένας τρόπος συσκευασίας πολλών και ετερόκλητων προϊόντων. Εξυπηρετούσαν τη μεταφορά των προϊόντων (σταροδέματα και βριζοδέματα και δεμάτια λοιπών σιτηρών) και στο σανό καθώς επίσης τη μεταφορά και την αποθήκευση των φυτικών ζωοτροφών (τριφύλλι, λιβαδοχόρταρα, καλαμποκιές και κλαρί). Επί πλέον υπό μορφή δεματιών μεταφέρονταν τα ψυχανθή, όπως οι φακές και τα ρεβίθια.

Όλα τα δεμάτια δένονταν με τα δεματικά, που ήταν κατασκευές από τιναγμένη και διαλεγμένη βρίζα. Η κατασκευή τους απαιτούσε το μούλιασμα της σκλήδας, όπως λεγόταν η βρίζα πριν τη μεταποίησή της, και στη συνέχεια την πρόσδεση με περίτεχνο τρόπο των δύο μικρών «χεριών» του δεματικού. Επίσης και το δέσιμο των δεματικών στο δεμάτι ήθελε κι αυτό το δικό του κόμπο.

Εικόνα που περιέχει υπαίθριος, χλόη

Περιγραφή που δημιουργήθηκε αυτόματαΠιο περίτεχνο δεμάτι ήταν αυτό του τριφυλλιού και του λοιπού σανού των κοφτολίβαδων. Το δέσιμο γινόταν συνήθως τη νύχτα που η δροσιά είχε μαλακώσει λίγο το αποξηραμένο σανό κι έτσι δεν τριβόταν.

Σε μια τέτοια διανυκτέρευση θυμάμαι απέναντι στο μυτζηβιραίικο λιβάδι το γέρο νοικοκύρη να απαγγέλλει όλη νύχτα στη ίσως τσαπατσούλα νοικοκυρά του την ποσοτική συνταγή των δεματιών: «τρεις χεριές ένα δεμάτι!».

Την κάθε χεριά την στήριζαν στις κνήμες των ποδιών τη συμμάζευαν για να μη χύνονται οι άκρες σαν του παλαβού τα μαλλιά και την απίθωναν πάνω στα δυο στρωμένα στο έδαφος δεματικά. Έτσι γίνονταν τα φορτώματα:  (δύο έως τέσσερα για ένα… γυναικοφόρτι, οχτώ έως δέκα για γομαροφόρτι και δώδεκα έως δεκατέσσερα για μουλαροφόρτι) και μεταφέρονταν στον αχερώνα.

Με παρόμοιο περίπου τρόπο γίνονταν τα σταροδέματα. Οι θεριστάδες θέριζαν και κρατούσαν στο χέρι, όσα στάχια χωρούσαν και μετά τα απίθωναν κάτω. Η κάθε τέτοια χεριά ήταν το λεγόμενο «χερόβολο», τα οποία συλλέγονταν σε μια «αγκαλιά» και δένονταν σε δεμάτια, για να φορτωθούν στα ζώα όπως τα δεμάτια του σανού, οχτώ έως δώδεκα δεμάτια το φόρτωμα, με τα στάχυα προς τα κάτω. Το δεμάτι έπρεπε να είναι συμμαζεμένο, η ποιότητά του είχε να κάνει και με καλά χερόβολα. Εξ και η γνωστή παροιμία: «κι εγώ κακό χερόβολο και συ κακό δεμάτι».  

Με διαφορετικό τρόπο γίνονταν τα βριζοδέματα. Γύρω στις 5 χεριές, χερόβολα τα λέγαμε, θερισμένης βρίζας δένονταν σε μια σκλήδα και περίπου τριάντα σκλήδες τοποθετούνταν οριζόντια και εναλλάξ πάνω στα μεγάλα δεματικά, που κατασκευάζονταν από ξεδιαλεμένα χερόβολα της θεριζόμενης βρίζας, και όλες μαζί οι σκλήδες δένονταν σ΄ ένα βριζόδεμα. Δυο κανονικά βριζοδέματα ήταν οι μεριές του φορτώματος, που φορτώνονταν οριζόντια με την τεχνική των καυσόξυλων κι ένα μικρό ήταν το πανογώμι που τοποθετούταν και δενόταν ανάμεσα στα δυο μεγάλα. Αν τούτο το τελευταίο δεν υπήρχε τη θέση του έπαιρνε το λιανόπαιδο, που εκτελούσε χρέη συνοδού του φορτιάρικου.

Σε συσκευασία μικρού δεματιού, δηλαδή σε ματσάκια γίνονταν και αποθηκεύονταν τα διάφορα σπορολοΐδια και το τσάι του βουνού, που δεν έλειπε από κανένα σπίτι.

Τέλος τα δεμάτια ήταν μονάδα μέτρησης της παραγωγής κάθε λιβαδιού, καθώς και του συνολικού αναφακά της ενιαύσιας χορτονομής, συν το άχερο που αποθηκευόταν χύμα στο δάπεδο της αχερώνας. Σήμερα οι ελάχιστοι επιτόπιοι κτηνοτρόφοι μετρούν τον ενιαύσιο σανό τους σε μπάλες, γιατί τον εισάγουν από τους κάμπους, οι οποίοι πάντα έτσι «συσκεύαζαν» τα χορταροτρέφυλλα, ενώ εμείς εδώ ποτέ.