Γράφει ο Αλέξανδρος Χουλιαρας
Όλα τα μεγάλα μας προβλήματα αρχίζουν «εκ της παμφήμου και Δεσποίνης ημών γαστρός» όπως λέει ο ρέκτης του μοναχισμού Ιωάννης της Κλίμακος. Η πύλη εισόδου των περί την γαστέρα αμαρτιών είναι το στόμα. Αν είχε εφευρεθεί ανθρωποφίμωτρο ο Ιωάννης σίγουρα θα το επέβαλε, και δεν θα χρειαζόταν ο αμαρτωλός ασκητής να έχει μόνιμα σ το στόμα του πέτρες, ώστε να εμποδίζει τον Πονηρόν να εισέλθει δια του στόματος, γνωρίζοντας –και αυτός και ο Πονηρός-.ότι από πύλες εισόδου της αμαρτίας είναι διάτρητος πανταχόθεν.
Όμως ο εν Αγίοις πατήρ ημών Ιωάννης, δεν ήξερε ότι η αγροκουλτούρα των ορέων μας έχει λύσει το πρόβλημα.
Ο τσοπάνος, αυτός ο μύστης των τεκταινομένων στο μεγάλο κι αθάνατο εργαστήρι της φύσης, έχει εφεύρει το σαλίβι ή καψάλι. Τούτο είναι ένα μικρό ξύλο, μήκους περίπου ένα φουρκί, σουβλερεμένο στις άκρες του, όπου προσδένονταν δυο σχοινιά.
Το χρησιμοποιούσε όταν τα κατσίκια μεγάλωναν και μπορούσαν να βοσκήσουν χορταράκια, για να σταματάνε να βυζαίνουν, γιατί ο καημένος ο τσοπάνος το μόνο που δεν μπορούσε να κάνει ήταν να βοσκήσει. Όταν πείναγε άρμεγε και γέμιζε την τσανάκα του με αφρίζον ζεστό γάλα, έτριβε μέσα τα ξεροκόμματα από τη μπομπότα του τρουβά του και με το ξυλοχούλιαρό του, απολάμβανε στιγμές υπέρτατης γαστριμαργικής ευωχίας.
Λέω τούτα γιατί αυτή η τσανακογαλιά είναι ο απώτατος δάσκαλος και άρχοντας που κανοναρχεί το υποσυνείδητο του διαιτολογίου μας, τόσον όσον αφορά την ποσότητα αλλά και έτι περαιτέρω, όσον αφορά και τον τρόπο πρόσληψης της τροφής, ο οποίος πόρω απέχει από το στοιχειώδες σαβουάρ βιρβ της κοσμικής συμποσιολογίας.
Παρά ταύτα προσωπικά, θα συνέχιζα απτόητος το δρόμο των διαιτολογικών πεπρωμένων της τσοπάνικης φυλής μου, αν αυτά δεν πρόσβαλλαν θανάσιμα βασικούς κανόνες της υγιεινής διατροφής.
Παλιά η ποσότητα των καταναλισκομένων διατροφικών προϊόντων ουδαμώς ενοχλούσε τα στομάχια των μονίμως πειναλεόντων, γιατί ουδέποτε ήταν εν περισσεία. Η βουλιμική κι ενίοτε γουρουνότροπος κατανάλωση κι αυτή δεν προκαλούσε κανένα πρόβλημα, ούτε στον ευτυχή καταναλωτή, αλλά ούτε και στους συμποσιαζόμενους, καθ΄ ότι όλοι τον ίδιο θεό προσκυνούσαν.
Νομίζω όλα τα ύπερθεν, καθ΄ υπερβολήν αναφερόμενα, έχουν γίνει γονιδιακή εγγραφή και βασικό στοιχείο της αθάνατης φυλής μας. Τούτο πολλάκις εκδηλώνεται πεπολιτισμένα και με μεγάλην αυταρέσκεια από τον σύγχρονο σαβουροφάγο. Οι πλείονες εξ ημών –πλην εμού- ασκώντας το εθνικό μας έθος, αυτό της ταβερνοφαγίας, θα παραγγείλουν ανάλογα με το μάτι τους, την βουλιμία τους και το ίματζ που θέλουν να πατεντάρουν, για το μεγαλείο της αφεντιάς τους. Από αυτά, αφού κορεσθούν άπασαι αι αισθήσεις τους, θα πρέπει να μείνουν και τα μισά στο τραπέζι, έτσι για να σκιαχτούνε λίγο οι λιπόσαρκοι υποσαχάριοι λαθρομετανάστες.