Ο Νίκος Καζαντζάκης (1883-1957), μια πολυσχιδής προσωπικότητα, πασίγνωστος συγγραφέας, δημοσιογράφος, πολιτικός, ποιητής, φιλόσοφος, με πλούσιο λογοτεχνικό και ποιητικό μεταφραστικό έργο. Από τους πλέον αναγνωρισμένους Έλληνες συγγραφείς στο εξωτερικό.

Προς το τέλος της παραμονής του, ως επίσημος προσκεκλημένος στην Κίνα, με κλονισμένη την υγεία του από λευχαιμία (κατ’ άλλους προσβλημένος από την ασιατική γρίπη) άφησε την τελευταία του πνοή στις 26-10-1957 σε ηλικία 74 ετών. Όταν έφτασε η σορός του στην Ελλάδα, η σύζυγός του ζήτησε να τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα. Η Εκκλησία, δια του τότε Αρχιεπισκόπου Θεόκλητου, αρνήθηκε, χαρακτηρίζοντας τον νεκρό ως ιερόσυλο και άθεο με βάση τα βιβλία του «Καπετάν Μιχάλης» και «Τελευταίος πειρασμός». Έτσι παρέμεινε στο νεκροθάλαμο του Α’ Νεκροταφείου Αθηνών, παρά τις πολιτικές παρεμβάσεις του Γεωργίου Παπανδρέου και άλλων, κι όχι σε ιερό ναό της Αθήνας, μέχρι να αναχωρήσει για την γενέτειρά του Κρήτη. Στον Άγιο Μηνά Ηρακλείου έγινε μεγάλη λειτουργία με πάνδημη συμμετοχή, στην οποία συμμετείχε και ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Ευγένιος και 17 ιερείς. Στην ταφή του όμως δεν συμμετείχαν κατά την απαγόρευση της Εκκλησίας και λόγω των αντιδράσεων ακραίων χριστιανικών ομάδων.

Η ταφή του έγινε στις 5-11-1957 στην ντάπια του Μαρτινέγκο, πάνω από τα βενετσιάνικα τείχη. Τα πνεύματα ήταν τεταμένα από την αντίδραση της Εκκλησίας και απειλήθηκαν μεγάλα επεισόδια από τους Κρητικούς, πουτόσο πολύ αγάπησαν το Νίκο Καζαντζάκη. Τότε παρουσιάστηκε ένας άγνωστος ιερέας, ο οποίος κήδεψε το νεκρό με όλη την θρησκευτική τελετουργία. Μετά την ταφή ο άγνωστος ιερέας αποχώρησε διακριτικά. Λίγο αργότερα έγινε γνωστό πως ο ιερέας ο οποίος τελετούργησε, ήταν ο θαρραλέος στρατιωτικός ιερέας Σπύρος Καρπαθιωτάκης που δεν υπολόγισε τις απαγορεύσεις της Εκκλησίας και του προϊσταμένου του Στρατιωτικού Διοικητή. Πολύ αργότερα και πριν το θάνατό του (2018), 87 ετών, θα πει στην δημοσιογράφο Ελένη Κατσουλάκη:

«…Τον Νοέμβριο 1957 ήμουνα στρατιωτικός ιερέας και υπηρετούσα τη θητεία μου στο Ηράκλειο. Μια μέρα πριν την κηδεία του Καζαντζάκη, ο διοικητής κάλεσε όλους τους στρατιωτικούς κι έδωσε διαταγή να μην βγει κανείς έξω από το στρατόπεδο στις 5 Νοεμβρίου. Οι αρχές και ο στρατός φοβόταν μεγάλες φασαρίες, γιατί είχε έρθει Εκκλησιαστική διαταγή, να μην ταφεί ο Καζαντζάκης. Όταν θα το ‘παιρναν χαμπάρι οι Κρητικοί θα έκαναν μεγάλες φασαρίες. Εγώ σαν παπάς ένοιωθα πολύ άσχημα. Η συνείδησή μου με πείραζε πολύ. Ήμουν παπάς. Δεν άντεχα να πάρω στο λαιμό μου κάτι τέτοιο άδικο. Δεν μπορούσα να αρνηθώ  τα ιερά μυστήρια. Σ’ ένα βαφτισμένο χριστιανό, που δεν έκανε τίποτε ανήθικο ή εγκληματικό. Όσον αφορά τα βιβλία του εγώ δεν είμαι άξιος να τα κρίνω.

-Πως τα καταφέρατε;  – Το ‘σκασα κρυφά απ’ το στρατό τη μέρα της κηδείας. Πήρα αθόρυβα τα ράσα μου και έτρεξα στο Μαρτινέγκο και τον έθαψα.

-Ο κόσμος που περίμενε στο Μαρτινέγκο, ήξερε τι έγινε;

-Όχι, όλοι νόμισαν ότι με έστειλε η Εκκλησία να τον κηδέψω. Είχαν δει το Μητροπολίτη Ευγένιο στον Άγιο Μηνά. Δεν ήξερε κανείς τι γινόταν στα παρασκήνια. –Τιμωρηθήκατε;

-Ναι πέρασα Στρατοδικείο και μπήκα φυλακή για 6 μήνες».

Στο δικαστήριο ο στρατιωτικός ιερέας απολογούμενος είπε : «Είμαι Κρητικός, είμαι εκκλησία και η εκκλησία συγχωρεί». Η δημοσιογράφος θα κλείσει την συνέντευξη λέγοντας : «Κοίταξα κατάματα τον ανώτατο τούτο άνθρωπο, με απέραντη ευλάβεια, του ‘πιασα τα χέρια με τρυφεράδα και τα φίλησα με όλη μου την ειλικρίνεια. Ήταν η πρώτη φορά που φίλησα το χέρι ενός κληρικού». Αλήθεια τι μεγαλείο για τον αείμνηστο  εμβληματικό παπά Σπύρο Καρπαθιωτάκη, αλλά και τη δημοσιογράφο ! (Το άρθρο γράφτηκε από μια εξαίσια ανάρτηση, απ’ τις πολλές του στο διαδίκτυο, του φίλου και πρώην συναδέλφου μου Γιώργου Κανάκη, τον ευχαριστώ ! )       

                                                   Κώστας Μπουμπουρής

                                                Αστυν. Δ/ντής ε.α.-συγγραφέας

                                                      (k.boubouris@yahoo.gr)