Γράφει ο Θεοφάνης Παναγιωτόπουλος

Εκεί είναι, Γιώργος Βέης

Για τα καλοκαίρια που έρχονται
για όσα μας υπόσχονται από τώρα
και μας φτιάχνουν τη μέρα
δεν χρειάζεται να περιμένουμε
ας κοιταχτούμε μόνο στα μάτια
όχι βιαστικά κι επιπόλαια
όπως συνήθως συμβαίνει
μ’ εκείνη την ευπρέπεια της συνήθειας
και της παρακμής αυτών των καιρών
αλλά, κρατώντας ο ένας τα χέρια του άλλου
απερίσπαστοι, με αφοσίωση επιτέλους
ας μείνουμε βαθιά μέσα
στο βλέμμα το συντροφικό
γιατί απλούστατα εκεί
με υπομονή
με πίστη ακλόνητη
μας περιμένουν όλα τα καλοκαίρια
από εδώ και πέρα.

Θερινό Ηλιοστάσι, Γιώργος Σεφέρης

Ἡ θάλασσα ποὺ ὀνομάζουν γαλήνη
πλεούμενα κι ἄσπρα πανιὰ
μπάτης ἀπὸ τὰ πεῦκα καὶ τ᾿ Ὄρος τῆς Αἴγινας
λαχανιασμένη ἀνάσα·
τὸ δέρμα σου γλιστροῦσε στὸ δέρμα της
εὔκολο καὶ ζεστὸ
σκέψη σχεδὸν ἀκάμωτη κι ἀμέσως ξεχασμένη.
Μὰ στὰ ρηχὰ
ἕνα καμακωμένο χταπόδι τίναξε μελάνι
καὶ στὸ βυθὸ –
ἂν συλλογιζόσουν ὡς ποῦ τελειώνουν τὰ ὄμορφα νησιά.
Σὲ κοίταζα μ᾿ ὅλο τὸ φῶς καὶ τὸ σκοτάδι ποὺ ἔχω.

Πράσινος Κήπος, Νικηφόρος Βρεττάκος

«Έχω τρεις κόσμους. Μια θάλασσα, έναν
ουρανό κι έναν πράσινο κήπο: τα μάτια σου.
Θα μπορούσα αν τους διάβαινα και τους τρεις, να σας έλεγα
πού φτάνει ο καθένας τους. Η θάλασσα, ξέρω.
Ο ουρανός, υποψιάζομαι. Για τον πράσινο κήπο μου,
μη με ρωτήσετε.»

Στάχτη του καλοκαιριού, Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου

Αυτό το μεσημέρι σε θυμήθηκα
ανάμεσα στις φυλωσσιές, τα στάχια και τον ουρανό
γιατί ήσουν άγγιγμα της θάλασσας που θάρθει
απ’ τα παράθυρα να σχίσει τη σιωπή, να αιχμαλωτίσει
το φως, μα συλλογίστηκα
όλα είναι στάχτη

Αυτό το απόγευμα, καθώς
κατέβαινα στις ξύλινες εξέδρες και στους κήπους
που πλάγιαζαν σμίγοντας με τον ήλιο, σε κατάλαβα
σελίδες άγραφες, κλειστά τετράδια να μου απλώνεις
κι όλο να στήνεις σκαλωσιές, δε μίλησα
όλα είναι στάχτη

Αυτό το βράδυ που ο αέρας γέμισε
ψιθυρισμούς της θάλασσας στον τσιμεντένιο εξώστη
στην έξαρση της ομορφιάς με αποδεκάτισες
με μια βραχνή κορνέτα, δε σταμάτησα
θα γίνεις στάχτη

Το Καλοκαίρι, Αρλέτα

Θυμάμαι ένα άσπρο μεσημέρι κάποιο ωραίο καλοκαίρι
Είχες τα μάτια που τα δέρνουν άνεμοι άγριου πελάγου
Δεν ήξερες από χαρά είχες δεχτεί την ερημιά
γλάροι κι άγρια περιστέρια αφροί σε κάποια ξέρα

Θυμάμαι ένα άσπρο μεσημέρι κάποιο ωραίο καλοκαίρι
είχες το σώμα κάποιας μοίρας τη γεύση της αρμύρας
ήξερες μόνο να ζητάς χωρίς να ξέρεις να πονάς
τζίτζικας που δεν τραγουδά χορός χωρίς χαρά

Θυμάμαι ένα άσπρο μεσημέρι κάποιο ωραίο καλοκαίρι
είχες στου έρωτα τα χείλη σκληρό απαλό κοχύλι
η αγάπη σου της μιας στιγμής ταξίδι άγονης γραμμής
ένας νερένιος θησαυρός κομμένος χαρταετός

Θυμάμαι ένα άσπρο μεσημέρι κάποιο ωραίο καλοκαίρι
ζεστή η μέρα ξαπλωμένη στα κύματα αφημένη
Του εφήμερου η ομορφιά κουράστηκε απ την αντηλιά
κύλησες όνειρο της άμμου μέσα απ’ τα δάκτυλά μου