«Χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια για να γίνουν τα τέσσερα πόδια δύο. Δεν θα τα κάμω πάλι τέσσερα εγώ!»

22526

Πριν από μια εβδομάδα περίπου, έκλεισαν 42 χρόνια από το θάνατο ενός σπουδαίου λογοτέχνη που σημάδεψε τα εφηβικά χρόνια πολλών από εμάς με τα βιβλία του. Σήμα κατατεθέν το αριστούργημά του ‘Ένα παιδί μετράει τα άστρα’. Στις 22 Ιανουαρίου του 1977 πέθανε ο Μενέλαος Λουντέμης.
Πρόσφατα συγκινήθηκα όταν διάβασα την απολογία του στην δίκη που διεξήχθη εναντίον του για το βιβλίο του “Βουρκωμένες μέρες”, εξ’ αιτίας του οποίου κατηγορήθηκε για εσχάτη προδοσία και νομίζω ότι αξίζει να το παραθέσω, αφού τα λόγια του σαν μαχαίρια περιγράφουν την απίστευτα σκληρή πραγματικότητα.
Το 1956 κι αφού ήδη έχει περάσει 8 χρόνια στην εξορία, μεταφέρεται στην Αθήνα για να δικαστεί -με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας- για το βιβλίο του «Βουρκωμένες μέρες» και συγκεκριμένα για το διήγημα «Οι λύκοι ανεβαίνουν στον ουρανό».
Αφού διαβάστηκε το κατηγορητήριο ερωτώμενος από τον πρόεδρο περί της ενοχής του απαντά:
«Με κατηγορούν, κύριοι Δικαστές, ότι είμαι ένοχος. Και ναι ομολογώ ότι είμαι ένοχος. Είμαι ένοχος, μα όχι για αυτά που έγραψα, αλλά για αυτά που δεν έγραψα και ακριβώς γιατί δεν τα έγραψα. Κύριοι θα μου επιτρέψετε να κάνω μια μικρή διαδρομή μες τη ζωή μου. Όλοι φυσικά περάσαμε κάποτε απ’τα θρανία, κάναμε τη μικρή μας θητεία στη μάθηση. Και όμως, στην ηλικία των επτά ετών, που όλοι περνούν το κατώφλι του σχολείου, εγώ περνούσα το κατώφλι της βιοπάλης. Τα γράμματα, που η εκμάθηση τους είναι υποχρεωτική από το Νόμο, εγώ τ’αγόραζα με το αίμα μου, δουλεύοντας σκλαβάκι σε ξένα χέρια και όμως ο Νόμος το απαγόρευε ρητά. Είδατε από πόσο μικρός είχα αρχίσει να παραβαίνω τους νόμους;…
Ο Πρόεδρος τον διακόπτει.
-Καλά… προχωρήστε στην απολογία σας.
-Στην ηλικία των οχτώ χρονών ήμουνα πια κανονικός υπάλληλος, σ’ ένα φαρμακείο της Αίγινας, στου Κυρίου Λογοθέτη. Υπάλληλος είπα; Μακάρι να ήμουν τέτοιος. Γιατί στιε ώρες της μεσημβρινής ανάπαυσης και μετά το βραδυνό σκόλασμα, ήμουν υπηρέτης στο σπίτι του. Άναβα φωτιά, έκανα τα ψώνια στην αγορά, έπλενα τα πιάτα, σφουγγάριζα… Αυτό συνεχιζόταν ως αργά τα μεσάνυχτα, όπου, ένα μικρό πτώμα, μάρπαζε ο ύπνος και αποκοιμιόμουν όπου βρισκόμουνα. Αλλά, και μόλα τούτα, και παρά την έλλειψη και του πιο στοιχειώδους χρόνου, κατάφερνα και έκλεβα μερικές στιγμές και πάσκιζα, κρυμμένος στο πίσω μέρος του φαρμακείου, να ξεκολλήσω κάποια γράμματα από το Ελληνικό Αλφάβητο. Αυτές είναι και οι μόνες κλοπές που έκανα σ’ολόκλητη τη ζωή μου. Αλλά αυτές γρήγορα τελείωσαν. Μια μέρα μ’έπιασαν με το βιβλίο στο χέρι και το πέταξαν στη σόμπα. Είχα κάνει βλέπετε φοβερή βεβήλωση, εγώ ο πατρίας να αγγίζω βιβλία…
Ο Πρόεδρος προσπάθησε να τον διακόψει, ο Λουντέμης όμως συνέχισε την απολογία του.
-Αφήστε με παρακαλώ να συνεχίσω. Είναι αυτά που δεν έγραψα. Είχα μια αδερφούλα, που είχε μπει βαριά άρρωστη στο μικρό νοσοκομείο της Αίγινας. Κείνες τις μέρες, η κυρία μου είχε χάσει το γάντι της- ένα κοινό πάνινο μαύρο γάντι- και με βασάνιζε απ’το πρωί ως το βράδυ. Τώρα τι μπορούσα να το κάνω ένα μόνο παλιό γάντι; Αυτό ήταν μια φιλοσοφία της κυρίας μου, που εγώ δε μπορούσα ακόμη να συλλάβω. Μετά από λίγες μέρες η αδερφούλα μου πέθανε. Ήταν η μέρα που -κατά τύχη- βρήκα κάτω από ένα έπιπλο το γάντι. “Είσαι ένας κλέφτης, μου λέει η κυρία. Φοβήθηκες το ξύλο και τόφερες, όμως το ξύλο θα το φας”. Κι ήταν η μέρα που πέθανε η αδερφή μου. Και η κυρία, και ο κύριος- που τη βοήθησε στο ξύλο- το ήξεραν. Για πρόσθετη δε τιμωρία, δε μ’άφησαν να τη συνοδεύσω στον τελευταίο της παιδικό περίπατο ως το νεκροταφείο. Είχα για πολλά να κλάψω. Και πως, μόνο με δυο μάτια και με τόσα λίγα χρόνια, να κλάψεις για τόσα πολλά πράματα!…
Τέλος ο Λουντέμης καλείται να απολογηθεί και κάνει μια αναδρομή στη ζωή του και περιγράφει μαζί με το δράμα το δικό του το δράμα ενός ολόκληρου λαού. Όταν φτάνει να περιγράψει το δράμα του παιδιού του όταν ο ίδιος βρισκόταν στη Μακρόνησο ο πρόεδρος παρατηρεί: «Απορώ … πώς δεν υπογράψατε μια δήλωση για να σώσετε από τη δοκιμασία εσάς και το παιδί σας…».
Και ο Λουντέμης απαντά: «Χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια για να γίνουν τα τέσσερα πόδια δύο. Δεν θα τα κάμω πάλι τέσσερα εγώ!» (πηγή tvxs)