Γράφει ο Βασίλειος Γούλας

Έρχομαι να καταγγείλω ένα γεγονός που το βίωσα ο ίδιος, πριν από μερικούς μήνες, στο Κέντρο Υγείας Δυτικής Φραγκίστας. Είχα ένα ελαφρό καρδιακό επεισόδιο, στο χωριό, στη Δυτική Φραγκίστα και επισκέφθηκα άμεσα το κέντρο Υγείας για ιατρική εξέταση. Αφού, μετά την εξέταση οι ιατροί, διαπίστωσαν ότι υπήρχε κάποιο πρόβλημα , με την υψηλή αρτηριακή πίεση, έπρεπε να μεταφερθώ αμέσως στο Γενικό Νοσοκομείο Καρπενησίου για περαιτέρω εξετάσεις. Κάλεσαν λοιπόν τον οδηγό του νοσοκομειακού ασθενοφόρου για να ξεκινήσουμε. Όταν πλησίασα για να επιβιβαστώ, είπα στον συνοδεύοντα ιατρό, ότι προτιμώ να πάρω το δικό μου αυτοκίνητο παρά να πάω μ’ αυτό. Δεν γίνεται μου είπε, γιατί έτσι επιβάλλει ο νόμος. Με δυσκολία και δισταγμό,<< μ’ έζωσαν τα φίδια>>, επιβιβάστηκα. Με ξάπλωσε ο γιατρός σε ένα φορείο, με πρόσδεσε σ’ αυτό για λόγους ασφαλείας. Σημειωτέον παρατήρησα ότι δεν υπήρχε τίποτα άλλο μέσα στο αυτοκίνητο ,π.χ. μάσκες οξυγόνου κ.α. Έπειτα από 15 με 20 λεπτά άρχισα να μην αισθάνομαι καλά είχα μια δυσφορία και φώναξα τον γιατρό, που καθόταν μπροστά δίπλα στον οδηγό να σταματήσει. Ήρθε πίσω, με σήκωσε και με έβαλε σ’ ένα κάθισμα και με ένα ιμάντα με έδεσε σ’ αυτό. Έπειτα γύρισε πάλι μπροστά. Όταν φτάσαμε περίπου 2-3 χιλιόμετρα πριν την γέφυρα του Μέγδοβα στο Παρκίο, πάλι άρχισα να έχω δυσφορία να ιδρώνω και να ζαλίζομαι. Φωνάζω ξανά στον γιατρό να σταματήσουν για να κατέβω. Ήρθε πίσω με είδε κατακίτρινο και ιδρωμένο. Κατέβηκα, είχα τάση για εμετό αλλά μετά δυσκολίας προσπάθησα κάπως να ξαλαφρώσω. Πηρά βαθιές εισπνοές και έπειτα από 5-10 λεπτά ξανά επιβιβάστηκα. Στο δρόμο προς Καρπενήσι κάθισα σ’ ένα καναπέ δίπλα στο εσωτερικό προς το παράθυρο, το άνοιξα και άρχισα να παίρνω βαθιές εισπνοές. Κρατούσα το κεφάλι έξω από το αυτοκίνητο, ενώ το σώμα μου κρεμόταν μισό στον καναπέ και μισό κάτω στο πάτωμα. Στις στροφές, οι οποίες δεν είναι και λίγες, μία πήγαινα μπροστά μία πίσω σαν να ήμουν δεμένο σακί. Έτσι τουλάχιστον απέφυγα το ζάλισμα. Τελικά φθάσαμε στα επείγοντα του νοσοκομείου οπού το ιατρικό προσωπικό ήταν σε ετοιμότητα και με παρέλαβε. Η πρώτη κίνηση ήταν να μου πάρουν την πίεση. Έφθασε 19°. Φεύγοντας από το Κέντρο Υγείας ήταν 14°. Έπειτα από κάποιες εξετάσεις έπρεπε να με μεταφέρουν στο Νοσοκομείο Λαμίας για επιπλέον εξετάσεις. Επιβιβάστηκα στο ασθενοφόρο του Γενικού Νοσοκομείου Καρπενησίου και ξεκινήσαμε για Λαμία. Και εδώ τώρα είναι όλοι οι προβληματισμοί μου και οι σκέψεις μου και τα ερωτήματα μου. Συγκρίνοντας το ασθενοφόρο του κέντρου υγείας με το ασθενοφόρο του νοσοκομείου είναι η νύχτα με την ημέρα. Το του Καρπενησίου ήταν πλήρως εξοπλισμένο, με όλα τα απαραίτητα μηχανήματα- μάσκες, οξυγόνο, άνετο φορείο- και ο συνοδεύων ιατρός καθόταν δίπλα μου, παρακολουθώντας τα σχετικά μηχανήματα παράλληλα με ρωτούσε πως αισθάνομαι, παρακολουθώντας με ανελλιπώς. Και εδώ εύλογα αναρωτιέμαι: Γιατί αυτή η διαφορά; Ασθενείς μεταφέρει το ένα ασθενείς και το άλλο. Μάλλον οι κάτοικοι της Δυτικής Ευρυτανίας είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Είναι παιδιά ενός κατώτερου θεού; Αλλά όμως στις υποχρεώσεις τους απέναντι στο κράτος είναι ίσοι. Στις υποχρεώσεις τους είναι στο ίδιο επίπεδο αλλά στα δικαιώματα κατώτεροι. Παραμελημένοι γενικότερα. Δεν υπάρχουν 50 με 60 χιλιάδες ευρώ για ένα καινούργιο αυτοκίνητο, πλήρες εξοπλισμένο. Τόσο στοιχίζει το έχω ψάξει στις αντιπροσωπείες. Υπάρχουν πληροφορήθηκα 350 χιλιάδες ευρώ δεσμευμένα για άλλες ανάγκες του κέντρου υγείας για κάμποσα χρόνια. Κάνεις δεν κάνει τις απαραίτητες ενέργειες να αποδεσμευτούν. Γιατί από αυτά δεν μπορούν να διαθέσουν ένα μέρος τους για ένα καινούργιο ασθενοφόρο; Ο λαός δεν διαμαρτύρεται, δεν διεκδικεί το δίκιο του και δεν ξέρω για πόσο ακόμα θα μας διαιωνίζει στο DNA ο ραγιαδισμός. Ακούει κανείς από τους υπεύθυνους;;