Γιάννης Τζαμάρας: ένας άγνωστος ευρυτάνας ζωγράφος & αγιογράφος

Γράφει ο Ευρυτάνας Ιχνηλάτης

Θυμάμαι ότι ήμουν πιτσιρικάς όταν πρωτοείδα τον Γιάννη Τζαμάρα σε ένα μικρό ευρυτανικό χωριό όπου κάποιος θείος μου, τού είχε παραγγείλει να ζωγραφίσει μια εικόνα-τάμα για το τοπικό εκκλησάκι.

Σαν παιδί είχα εντυπωσιαστεί με το παρουσιαστικό αυτού του ανθρώπου. Με μακριά μαλλιά και γένια, με μακρύ φαρδύ δερμάτινο σακάκι, ψηλές μπότες και ένα καουμπόικο καπέλο, έμοιαζε σαν να έχει δραπετεύσει από κάποια παλιά ταινία γουέστερν. Μάλιστα είχα ακούσει ότι στην πολυτάραχη και περιπετειώδη ζωή του είχε λάβει μέρος και σε ένα ιταλικό σπαγγέτι γουέστερν λόγω της ιδιόμορφης εμφάνισής του! Έτσι έλεγαν οι ντόπιοι, ο ίδιος ούτε το επιβεβαίωνε ούτε το διέψευδε… Εμείς τα παιδιά, πηγαίναμε ως την πόρτα της εκκλησίας και παρακολουθούσαμε κρυφά τι έκανε αυτός ο παράξενος άνθρωπος…

Τον θυμάμαι καθισμένο σε ένα σκαμνί μέσα στο εκκλησάκι να ζωγραφίζει με ολύμπια ηρεμία την εικόνα του. Με πολύ αργές κινήσεις, λες και επιτελούσε κάποια ιεροτελεστία! Φαινόταν σαν να μην έδινε σημασία στο τι συμβαίνει γύρω του, ούτε αν τον παρακολουθούσε οποιοσδήποτε. Ήταν εντελώς προσηλωμένος στη δουλειά του. Κάθε τόσο σηκωνόταν από τη θέση του και περιεργαζόταν με προσοχή το έργο του. Κοιτούσε από μια απόσταση και για αρκετή ώρα την εικόνα, πότε κατά πρόσωπο και πότε από δεξιά ή από αριστερά, σαν να ήθελε να επικοινωνήσει με τη μορφή που ζωγράφιζε και να “τεστάρει” αν… ο άγιος είχε, στην κοσμική του όψη, όλα εκείνα τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά της λιτής αυστηρότητας που ήθελε να του προσδώσει ο καλλιτέχνης!

Εγώ, ένα παιδί τότε, δεν σκάμπαζα βέβαια τίποτε από αγιογραφία ούτε θα μπορούσα να έχω άποψη για το έργο του, πέραν από την ωραία εικόνα που αντίκριζαν στο τέλος τα μάτια μου. Ο θείος, πάντως, είχε ενθουσιαστεί από το αποτέλεσμα! Στο χωριό μιλούσαν με πολύ καλά λόγια για την τέχνη του, που όπως έλεγαν την είχε μάθει κάποτε στο Άγιο Όρος!  Εκείνος, έπινε αμίλητος το κρασί του κάτω από το πλατάνι της πλατείας… ύστερα σηκώνονταν και συνέχιζε και πάλι τη δουλειά του.

Στην Τέχνη του έβρισκε τον αληθινό του ευατό!

Ο Γιάννης Τζαμάρας πρωτάνοιξε τα μάτια του στο Κλαυσί της Ευρυτανίας το 1938. Ήταν παιδί μιας φτωχής αγροτικής οικογένειας, του Δημήτρη και της Βασιλικής, ενώ είχε και μία αδερφή τη Φωτεινή.  Από πέντε χρονών έμεινε ορφανός, όταν τον πατέρα του Δημήτρη Τζαμάρα τον δολοφόνησαν άνανδρα οι γερμανοί καταχτητές κρεμώντας τον από τον πλάτανο στο Καρπενήσι το Νοέμβρη του 1943 κατά τη διάρκεια της πρώτης ναζιστικής επιδρομής στον τόπο μας.

Από μαθητής ήδη του Δημοτικού, εφτάχρονο παιδί, ζωγραφίζει πορτρέτα με μολύβι. Μεγαλώνοντας, ένιωσε ότι η ζωγραφική ήταν αυτό που του ταίριαζε και που πραγματικά αγαπούσε. Είναι χαρακτηριστικό ότι ποτέ του δεν τα πήγαινε καλά με… τις αγροτικές εργασίες, ασχέτως αν τις έκανε περιστασιακά για να βιοπορίζεται. “Εγώ είμαι καλλιτέχνης” συνήθιζε να λέει. Γι αυτό και αφοσιώθηκε στην Τέχνη για όλη την υπόλοιπη ζωή του.

Αγαπούσε παράφορα την Ευρυτανία, περπατούσε τον τόπο μας από άκρη σε άκρη κι εμπνέονταν από τις αστείρευτες ομορφιές της ευρυτανικής φύσης που αποτύπωνε κατόπιν στο ζωγραφικό καμβά με έναν δικό του ξεχωριστό τρόπο! Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι αγαπημένος του ποιητής ήταν ο εμβληματικός Κώστας Κρυστάλλης, “ο ποιητής του βουνού και της στάνης”!

Κάποια στιγμή, στα πρώιμα νεανικά του χρόνια, ο Γιάννης Τζαμάρας βρέθηκε στο Άγιο Όρος σαν καλογεροπαίδι επιδιώκοντας να διδαχθεί τα μυστικά της αγιογραφίας η οποία στην πορεία της ζωής του απορρόφησε το μεγαλύτερο μέρος της καλλιτεχνικής του δραστηριότητας! Φύσει αμφισβητίας όμως, ήλθε σε ρήξη με κάποιους αγιογράφους καλόγερους διότι διαφώνησαν σε… ζητήματα τεχνοτροπίας κι έτσι έφυγε από το Άγιο Όρος επιστρέφοντας στην Ευρυτανία!

Ο Γιάννης Τζαμάρας παντρεύτηκε τη Φωτεινή Βονόρτα από το Μεγάλο Χωριό και απέκτησαν μαζί τρεις γιους: Τον Δημήτρη, τον Φίλιππο και τον Σταύρο.

Η ζωή του Γιάννη Τζαμάρα υπήρξε αφάνταστα δύσκολη, μια συνεχής πάλη ανάμεσα στις προσωπικές του χίμαιρες και στην αδήριτη αναγκαιότητα για τον επιούσιο. Φτωχός, δουλεύοντας σποραδικά σε ξένα χωράφια, αναγκαζόταν πάμπολλες φορές να ζωγραφίζει κατά παραγγελίαν και έναντι πάντοτε χαμηλού αντιτίμου. Συν τοις άλλοις, ο Γιάννης ήταν και καλός χειροτέχνης, κατασκεύαζε τα περίφημα “ματσούκια”!

Κάποια στιγμή, όντας χωρισμένος πια, αποτραβήχτηκε για ένα διάστημα στον Ψηλόβραχο, πλησίον της Επισκοπής, όπου ζούσε σε μια φτωχική παράγκα παραδομένος στη μοναχικότητά του και στο έργο του. Η κακή τύχη τού χτύπησε για μια ακόμη φορά την πόρτα, όταν η καλύβα του έπιασε φωτιά καταστρέφοντας και έναν σημαντικό αριθμό των έργων του.       

Όμως αυτός συνέχιζε άοκνα και ακούραστα να ζωγραφίζει, αφού στην Τέχνη του έβρισκε τον αληθινό του ευατό! Λιτοδίαιτος, λιγόλογος, με ασκητική μορφή και βαθύ μελαγχολικό βλέμμα, απέφευγε διακριτικά τον πολύ κόσμο και τις πολλές συζητήσεις, προτιμώντας να ζωγραφίζει ως αργά το σούρουπο στις μοναχικές βουνοκορφές!

Ο ‘Θεόφιλος’ των ευρυτανικών βουνών

Ο Γιάννης Τζαμάρας δεν ζωγράφιζε μόνο αγιογραφίες (που βέβαια ήταν το κύριο αντικείμενό του) αλλά και άλλα έργα, όπως πίνακες εμπνευσμένους από τα κάλλη της ευρυτανικής γης, σκηνές από την καθημερινότητα των ανθρώπων του τόπου μας, πορτρέτα ποιητών και αγωνιστών του 21, ακόμη και προσωπογραφίες συμπατριωτών του. Έργα απλά κι ανεπιτήδευτα, με τη δική του ελεύθερη καλλιτεχνική αντίληψη και αισθητική, με την απέριττη και αφτιασίδωτη λαϊκή τεχνοτροπία που απέπνεε παράδοση και αυθορμητισμό, παραπέμποντας στο αληθινό, το γνήσιο, το πηγαίο!

Ως έναν σύγχρονο “Θεόφιλο των ευρυτανικών βουνών χωρίς φουστανέλες” τον παρομοίασε η δημοσιογράφος Αγγελική Δαμίγου τη δεκαετία του 70 στο γνωστό περιοδικό “Ταχυδρόμος”! Το Μάη του 1972 έγινε αναφορά και στη δημόσια τηλεόραση στην εκπομπή “Εδώ κι εκεί” του Π. Μακρή, ενώ τον Οκτώβριο του 1979 πραγματοποιήθηκε από ομάδα καλλιτεχνών και μια έκθεση έργων του Γιάννη Τζαμάρα στο Πολιτιστικό Κέντρο της Αγγελικής Τσεβά.

Όμως ο Γιάννης Τζαμάρας ήταν επί της ουσίας μακριά απ’ όλα αυτά! Σπάνια κατέβαινε στην Αθήνα, ερχόταν μόνο στη χάση και στη φέξη, κυρίως για να προμηθευτεί τα σύνεργα της Τέχνης του. Προτιμούσε τα αγαπημένα του ευρυτανικά βουνά με την αίσθηση της ελευθερίας και ανεξαρτησίας που αυτά του χάριζαν!

Ήταν ένας αντισυμβατικός άνθρωπος, μια “ροκ” μορφή που δεν έμπαινε εύκολα σε καλούπια και κοινότυπες νόρμες συμπεριφοράς. Εξαιτίας του ιδιόρυθμου χαρακτήρα του, ο Γιάννης Τζαμάρας βίωσε και τη συνειδητή αυτοαπομόνωση αλλά και τη μικροπρεπή συμπεριφορά πολλών συμπατριωτών μας, που αδυνατούσαν ίσως να κατανοήσουν τη διαφορετικότητα του λαϊκού ζωγράφου που ποτέ δεν έβλαψε κανέναν κι ας τον έβλαψαν ή τον περιθωριοποίησαν αρκετοί.

       Έφυγε από τη ζωή το 2015 σε ηλικία 77 ετών, σαν ένας… “φτωχός και μόνος καουμπόι”! Την ημέρα της κηδείας του πέντε φιγούρες ακολουθούν τη νεκροφόρα ενώ βρέχει ακατάπαυστα: οι τρεις γιοι του, η Ιωάννα Παΐδα-Καρβέλη και η Μαρία Γιαννάκου. Και ο γιος του Δημήτρης μέσα από τα αναφιλητά του να λέει… “και επικυρηγμένος αντάρτης να ήσουν, δεν θα έφευγες τόσο μόνος”! Ο τάφος του Γιάννη Τζαμάρα βρίσκεται στο Μεγάλο Χωριό της Ευρυτανίας, στον τόπο που τον πλήγωσε μα και που αγάπησε!

Πηγή: www.eyrytixn.blogspot.com