‘‘Λίγα λόγια για τις μικρές τοπικές κοινωνίες όπως η ιδιαίτερη πατρίδα μου, η Ευρυτανία. Εκεί αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα επιβίωσης του ντόπιου πληθυσμού, με ορεινό ανάγλυφο και ελλιπείς υποδομές. Δεν μπορούν και δεν πρέπει να γίνουν μέρος του προβλήματος για χάρη δύο ή τριών φαλιρισμένων επιχειρηματιών’’. Τάδε έφη ο Βουλευτής Ευρυτανίας σε ομιλία του στη Βουλή, λίγα χρόνια πριν, στα πλαίσια ευρύτερης συζήτησης για το αν θα έπρεπε ή όχι να φτάσουν μετανάστες (παράνομοι μετανάστες όπως τους αναφέρει για την ακρίβεια) στην Ευρυτανία. Από τότε στο σήμερα άλλαξαν πολλά πράγματα… Η κατάσταση στην Ευρυτανία χειροτέρεψε τραγικά σε σχέση με τις τότε περιγραφές του Βουλευτή στο Κοινοβούλιο. Η ερήμωση και τα προβλήματα επιβίωσης των κατοίκων έφτασαν στο ζενίθ, με μια Ευρυτανία να έχει μόνο ‘πληγές’ και παρακμή. Υποδομές φυσικά συνεχίζουμε να μην έχουμε, έχουμε όμως πολλά ‘ΘΑ’, αναρτήσεις και εξαγγελίες ακριβοθώρητων έργων που δεν φτάνουν ούτε στην πρώτη φάση, μιας και λεφτά δεν υπήρχαν και δεν υπάρχουν ποτέ για την Ευρυτανία.

Και πάμε τώρα στους φαλιρισμένους επιχειρηματίες, που ευτυχώς ή δυστυχώς δεν είναι σήμερα αυτοί στους οποίους αναφέρονταν ο Βουλευτής Ευρυτανίας, μιας και αυτοί κατάφεραν τελικά να επιβιώσουν και μετά από την πανδημία και παρόλο που δεν έφτασαν ποτέ μετανάστες ή παράνομοι μετανάστες που θα έδιναν στις επιχειρήσεις τους μια ανάσα ζωής στα πάνω από δέκα χρόνια οικονομικής κρίσης. Αλλά δυστυχώς κάποιοι άλλοι επιχειρηματίες αναγκάστηκαν να κλείσουν ή να χάσουν από τις τράπεζες τις επιχειρήσεις τους και να μπουν στη λίστα των φαλιρισμένων. Γιατί δυστυχώς έτσι είναι η ζωή απρόβλεπτη και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με σιγουριά βλέποντας το σήμερα, ποιο θα είναι αύριο. Δυστυχώς επίσης οι τράπεζες είναι αμείλικτες και δεν αρκούν μάλλον οι ‘υψηλές φιλίες’ για να σωθεί κάποιος, γιατί στην τελική ποιος νοιάζεται για τον επιχειρηματία, για να γίνει κάτι για να σωθεί; Ρητορική ερώτηση. Αν υπήρχε το παραμικρό ενδιαφέρον για να σωθεί αυτός ο τόπος θα το είχαμε καταλάβει. Η καταστροφή του είναι ανεξέλεγκτη και δεν υπάρχει πια κανένας ‘προστατευόμενος’που να νιώθει ασφαλής.

Είναι πια πολύ αργά. Τι κρίμα λοιπόν που μέχρι σήμερα δεν αξιοποιήθηκαν ευκαιρίες να βοηθηθεί ο τόπος, και ίσως σήμερα να είχαμε μια άλλη εικόνα και να μην φαλίριζαν οι επιχειρήσεις που φαλίρισαν. Πως θα ήταν άραγε τα πράγματα στην πόλη αν αξιοποιούνταν  εγκαταστάσεις και υπάρχουσες υποδομές για να φιλοξενήσουν μετανάστες; Πόσα εκατομμύρια ευρώ θα είχαν έρθει και παραχθεί εσωτερικά στην τοπική κοινωνία; Σίγουρα οι επιχειρηματίες δεν θα ήταν φαλιρισμένοι σήμερα και πιθανά νέες επιχειρήσεις θα είχαν ανοίξει. Αλλά ποιος νοιάζεται για όλα αυτά; Να χαμε να λέγαμε στην πάλαι ποτέ παθούσα Ευρυτανία, που τώρα απλά πέθανε, ακόμα και για τους πάλαι ποτέ ‘ευνοούμενους’.