Γράφει ο Αλέξανδρος Χουλιάρας

Ο ποιμενόπαις -όπως κάθε παιδί- ήθελε πολύ να μεγαλώσει και να φορέσει μακριά παντελόνια. Έτσι θα γλίτωνε τις αγγαρείες και τις σφαλιάρες από τους μεγάλους. Επίσης από πολύ μικρός ψιλιαζόταν πως κάτι καλό κρύβεται στα φουστάνια των κοριτσιών, αλλά για τούτο πάντα του λέγανε: «Είσαι μικρός ακόμα». Η κατάσταση γινόταν φορτική όταν άρχιζε να έχει οχλήσεις και εκ των… ενόντων. Γι΄ αυτό πολύ βιαζόταν να μεγαλώσει και πρόσεχε λεπτομερώς και μιμούνταν τους μεγάλους.

Έβλεπε πως μια ειδοποιός διαφορά μεταξύ αυτού και των μεγάλων ήταν το κάπνισμα. Οι μεγάλοι κάπνιζαν αρειμανίως. Τότε πίστευαν πως το λίγο κάπνισμα ωφελεί σοβαρά την υγεία και την τσέπη όμως παρά ταύτα οι μεγάλοι άντρες κάπνιζαν πάρα πολύ και είχαν και… μουστάκι.

Η πρώτη παιδική πράξη αντρισμού βέβαια γινόταν με το κατά μόνας αμάρτημα. Αγώνας μεγάλος μέχρι το εν εξελίξει αρσενικό να ολοκληρώσει, τις σεξουαλικές σχέσεις με τον εαυτό του! Η πρώτη πρόβα αντρισμού γινόταν με τη φούντα του καλαμποκιού. Την έστριβε και την κόλλαγε με σάλιο στη θέση, που αργότερα θα φύτρωνε το τιμημένο μουστάκι. Στη συνέχεια όταν ξεραινόταν την έτριβε και την έστριβε σε τρυφερό ξερό καλαμποκόφυλλο κι έτσι ζούσε μια «μίμηση πράξεως -αντρικής- σπουδαίας και τελείας!» Όταν ήθελε ν΄ αλλάξει τη μάρκα των τσιγάρων του, μαδούσε κι έτριβε ξερή κεδρόφλουδα, έκοβε ένα κομμάτι εφημερίδας κι έστριβε το αρωματικότερο τσιγάρο όλων των εποχών. Η μύησή μου σ΄ ένα τέτοιο κάπνισμα έγινε δίπλα σ΄ έναν πούντο στο σελλιώτικο ρέμα. Οι μεγάλοι μου έστριψαν ένα τσιγάρο και μόλις το άναψα πνίγηκα και το πέταξα στον πούντο. «Εν ακαρεί χρόνου» έκανα παρέα με το τσιγάρο στο νερό.

Η έναρξη του καπνίσματος, με τα διάφορα «σακαή» όπως λέγαμε τα «Έθνος Κόκκινα» και το «Τέλειον» ήταν οδυνηρή διαδικασία, βέβαια όχι τόσο οδυνηρή όση ήταν το κόψιμο του τσιγάρου μετά από κάποιες δεκαετίες. To σχολείο, ως άντρον ηθοπλαστικόν που ήταν, απαγόρευε το κάπνισμα περισσότερο ως ανήθικο κι ελάχιστα ως βλαβερό κι αυτό ενίσχυε την καπνιστική μας μανία. Οι κοπέλες δεν είχαν τέτοια προβλήματα. Εξ ορισμού και όρος απαράβατος ήταν η απαγόρευση του καπνίσματος. Έγκλημα καθοσιώσεως ήταν το κάπνισμα. Σήμερα ισοπεδώθηκαν τα πράγματα και πολλές φορές, από τα τρυφερά τους λαρύγγια δεν βγαίνουν αηδονολαλήματα αλλά τσιγαρόβηχας και βραχνές μαγγίτικες κουβέντες.  Βέβαια υπήρχε που και που κάποια μεσόκοπη που φουμάριζε, αλλά αυτό λειτουργούσε ως ανίερη πράξη προς αποφυγήν και όχι προς μίμησιν. Ώριμος -βιολογικά- άντρας πείσθηκα ότι το κάπνισμα βλάπτει σοβαρά τον… ανδρισμό και γενικά την υγεία κι έτσι το αποφάσισα και –ως άντρας πλέον- αφού πέρασα σαράντα κύματα, το έκοψα.