“Εδώ είναι το πικρό χωριό του Διστόμου

ω, εσύ διαβάτη, όπου πατήσεις να προσέχεις…”

                                           (Γιάννης Ρίτσος)

Το ναζιστικό κτήνος που κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, αιματοκύλισε την ανθρωπότητα, δέχτηκε αλλεπάλληλα χτυπήματα αυτή την εποχή. Απέναντί του ορθώνεται ο ηρωικός Κόκκινος στρατός. Στην Ελλάδα οι αντιστασιακές ομάδες σφίγγουν τον κλοιό γύρω τους. Οι ναζί και οι ντόπιοι συνεργάτες τους καταφεύγουν από βαρβαρότητα σε βαρβαρότητα. Σε πολλές περιοχές οι κάτοικοι ζουν από πρώτο χέρι την εγκληματική φύση της ναζιστικής ιδεολογίας. Ανώγεια, Κάνδανος, Κομμένο Άρτας, Χορτιάτης, Καλάβρυτα, Λέχοβο κι αλλού, οι κατοχικές δυνάμεις σκορπούν το θάνατο και τη φρίκη.

Αρχές Ιουνίου 1944 ο 26χρονος Φρίτζ Λαουτένμπαχ, Λοχαγός των SS στην περιοχή της Λιβαδειάς, έλαβε διαταγή να κινηθεί με τον λόχο του προς τα χωριά Δίστομο, Στείρι και Κυριάκι. Σκοπός του, να εντοπίσει ομάδες ανταρτών στην Δυτική πλευρά του Ελικώνα. Στο Στείρι οι Γερμανοί έπεσαν σε ενέδρα ανταρτών και μετά από πολύωρη μάχη αποχώρησαν με σημαντικές απώλειες. Για λόγους αντεκδίκησης οι Γρεναδόροι Γερμανοί των SS το πρωί στις 10-6-1944 μπαίνουν στο Δίστομο καί άρχισαν την γενική  σφαγή αμάχων, γυναικόπαιδων μέχρι και βρεφών. Κατακαίουν τα πάντα, δεν αφήνουν τίποτα όρθιο! Οι νεκροί του Διστόμου έφτασαν τους 228, εκ των οποίων 111 άνδρες, 117 γυναίκες και 53 παιδιά κάτω των 16 ετών. Συνολικά οι νεκροί στην γύρω περιοχή από τα αντίποινα ανέρχονταν στους 600, σύμφωνα με τον απεσταλμένο του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, George Wehry, που στάλθηκε μετά την σφαγή, στο Δίστομο. Το ολοκαύτωμα του Διστόμου και των Καλαβρύτων είναι από τα τραγικότερα της Ευρώπης κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.

Φρικιαστικές και συγκλονιστικές είναι οι αφηγήσεις των επιζησάντων από την ανείπωτη θηριωδία του Διστόμου. Ποια να πρωτογράψει κανείς! “…Βλέπουμε και μπαίνει μέσα ένας Γερμανός, που στάθηκε στην πόρτα και όσους μας βρήκε μαζεμένους στο δωμάτιο, 12 γυναικόπαιδα, άρχισε να μας ρίχνει στο σταυρό κατά πάνω μας με ένα γρήγορο όπλο. Εγώ λαβώθηκα στο χέρι από τους πρώτους κι έπεσα χάμω, κάνοντας την σκοτωμένη. Η Ασήμω Σφοντούρη που ήταν στο πλάι μου και κράταγε το χρονιάρικο παιδί της στα γόνατα, με το πρώτο έπεσε από πάνω του και το σκέπασε με το κορμί της, να γλυτώσει αυτό τουλάχιστο απ’ το Χάρο. Αφού ο Γερμανός άδειασε το όπλο του πάνω μας δυο φορές, που να θυμηθώ απ’ το φόβο και τον αλλαλαγμό, ύστερα ήρθε και μας σκούντησε με το πόδι του, να δει μπας και ζούσαμε και κάναμε τους πεθαμένους. Μα ποιός να κουνήσει, όλοι μας ο ένας πάνω στον άλλο, κολυπάγαμε στο αίμα ! Άλλοι είμαστε μισοζώντανοι κι άλλοι στον τόπο. Αφού σιγουρεύτηκε ο Γερμανός, πως μας είχε ξεπαστρέψει όλους, έφυγε…” Είναι η αφήγηση της μοναδικής που επέζησε απο ‘κείνο το σπίτι, της αείμνηστης Ολυμπιάδας Περγαντά.

Κατά την εφετεινή επέτειο των 77 χρόνων από το ολοκαύτωμα του Διστόμου, όπως και κάθε χρόνο, πολλές ανακοινώσεις και καταδίκες από πολιτικούς, πολιτειακούς και κρατικούς παράγοντες. Δεν μας είπε όμως κανένας για τις περιβόητες Γερμανικές αποζημιώσεις τι έγινε και τι γίνεται! Από χρόνο σε χρόνο, από κυβέρνηση σε κυβέρνηση, διαχρονικά παραπέμπονται στις καλένδες. Κρίμα και άδικο, τουλάχιστον για την μνήμη των νεκρών !

                                              Κώστας Μπουμπουρής

                                        Αστυν.Δ/ντής ε.α- Συγγραφέας

                                              (k.boubouris@yahoo.gr)