ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΜΑΤΙ

543
mati

                                                           Ο πόνος νίκησε πάλι

Είναι πραγματικά αδιανόητο, επειδή μια κοινωνία θέλει να λέγεται δημοκρατική, να κρίνουμε με ευκολία και ελαφρότητα ανθρώπους που βιώνουν τον ανείπωτο πόνο της απώλειας. Όταν μια οικογένεια έχει χάσει το παιδί της σε μια τραγωδία όπως αυτή των Τεμπών, όταν οι γονείς απαιτούν όχι μόνο απαντήσεις αλλά και δικαιοσύνη, το ελάχιστο που οφείλουμε όλοι είναι σιωπή, σεβασμός και στήριξη. Οποιαδήποτε ειρωνεία, οποιαδήποτε αμφισβήτηση της αξιοπρέπειας των ανθρώπων αυτών δεν είναι απλώς προσβολή, είναι βαθιά ανηθικότητα.

‘‘Οφείλουμε ως κοινωνία να αφήσουμε στο περιθώριο αδιαφορώντας παντελώς, ενδεχομένως και να κατακεραυνώσουμε την πολιτική αθλιότητα εκμετάλλευσης ενός τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος.’’. Είναι δυνατόν να σκέφτεται κάποιος έτσι απέναντι σε κάποιον που θρηνεί το παιδί του και δεν έχει πάρει ακόμα απαντήσεις για τον θάνατό του; Σε ποιο πράγμα να αδιαφορήσει η κοινωνία; Ποιος μπορεί να αδιαφορήσει μπροστά σε ένα γονιό που θρηνεί;

Δεν μπορούμε εμείς που δεν έχουμε βιώσει τέτοιον πόνο να υψώνουμε το δάχτυλο απέναντι σε εκείνους που κουβαλούν καθημερινά ένα τραύμα ανοιχτό. Η απώλεια δεν είναι νούμερα, δεν είναι πολιτική ανάλυση, δεν είναι αφορμή για τεχνοκρατικά επιχειρήματα. Είναι κραυγή, είναι σιωπή, είναι άδεια σπίτια και άδειες καρδιές. Και όταν το κράτος, η Δικαιοσύνη και οι θεσμοί δείχνουν αναλγησία ή ολιγωρία, ο πόνος αυτός πολλαπλασιάζεται.

Ο κίνδυνος καθυστέρησης της δίκης δεν μπορεί να παρουσιάζεται ως επιχείρημα για να μην εκφραστεί αυτός ο πόνος. Δεν μπορεί να είναι η δικαιολογία ενός συστήματος που αποδεικνύει καθημερινά πως δεν σέβεται τον πολίτη. Πάνω από το 60% των Ελλήνων δηλώνουν ότι δεν εμπιστεύονται ούτε τη Δικαιοσύνη ούτε την πολιτική ηγεσία. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Είναι αποτέλεσμα δεκαετιών συγκάλυψης, διαφθοράς, κυνισμού. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η αναφορά σε «εργαλειοποίηση» της τραγωδίας δεν είναι παρά ένας τρόπος να φιμωθεί ο πόνος, να κατασταλεί η μνήμη, να σιωπήσουν οι διεκδικήσεις.

Η κοινωνία όμως δεν ξεγελιέται. Οι πολίτες γνωρίζουν πολύ καλά τι συνέβη στα Τέμπη και ποιος έχει την ευθύνη. Γι’ αυτό και οφείλουμε να απορρίψουμε κάθε προσπάθεια απαξίωσης αυτών που στέκονται ακόμη όρθιοι για να θυμίζουν σε όλους μας τι σημαίνει δικαιοσύνη. Δεν είναι «εργαλειοποίηση» η διεκδίκηση αλήθειας. Είναι καθήκον, απέναντι στους νεκρούς, απέναντι στη χώρα, απέναντι στους εαυτούς μας.

Ο πόνος έχει αυταξία. Δεν υπόκειται σε πολιτικά παιχνίδια, ούτε σε επικοινωνιακά τερτίπια. Και η δικαιοσύνη που απαιτείται δεν είναι διαπραγματεύσιμη. Όσο το κράτος προσπαθεί να κουκουλώσει, τόσο περισσότερο η κοινωνία οφείλει να υψώνει τη φωνή της. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη προσβολή από το να καλούμαστε σε «αδιαφορία». Γιατί η αδιαφορία είναι συνενοχή. Και αυτό το έγκλημα δεν χωρά άλλες σιωπές. Γιατί όλα αυτά τα δραματικά χρόνια για τους συγγενείς των θυμάτων, ο πόνος πάλι.