Ο μύλος του λύκου: Γράφει ο Αθανάσιος Λ. Γιαννακόπουλος, Καθηγητής Α.Π.Θ.

547
pantavrehei front

Μια μοναδική διήγηση και παράλληλα ένα ιστορικό ντοκουμέντο, παραθέτει ο Καθηγητής Αθανάσιος Γιαννακόπουλος, στην τριμηνιαία έκδοση του περιοδικού ‘ΧΩΡΙΑΤΙΚΟΙ ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ’, του Συλλόγου Ευρυτάνων «Καλλιακούδα». Η διήγηση αναφέρεται στον μύλο που υπήρχε δίπλα στο ‘Κακογέφυρο’, το γεφύρι που υπήρχε ήταν εκεί που σήμερα είναι ο μεγάλος καταρράκτης του Πανταβρέχει, γύρω στο 1920.

‘‘Ας γυρίσουμε στο Κακογέφυρο και στο μύλο που υπήρχε και στο μυλωνά, τον Δημήτριο Βαστάκη, τον επονομαζόμενο Λύκο. Το Κακογέφυρο ήταν Στενό και χωρίς προ-φυλαχτήρες επάνω από ένα χάος κόλασης. Μετρημένοι στα δάχτυλα ενός χεριού ήταν εκείνοι που αποφάσιζαν να το περάσουν, πρέπει να ήταν καμωμένοι από σίδερο. Προς το μέρος της Στουρνάρας έβγαινε ένα κεφαλόβρυσο. Το νερό ήταν αρκετό, μπορούσε να αλέσει μύλος, να έχει νεροτροβιά, μανδάνια κτλ. Τα πολύ παλιά χρόνια είναι άγνωστο πότε, γύρω στα 1850-60 είναι μυλωνάς στο μύλο ο μακαρίτης Κωνσταντίνος Βαστάκης. Αυτός ο σιδερένιος άνθρωπος είχε αντοχή και τα θάρρος να ζει μια ώρα μακριά από το χωριό, κολλημένος στο βράχο σαν στρείδι, σε μια τοποθεσία που δεν μπορούσε να πατήσει άνθρωπος, που δεν τον έβλεπε ήλιος, που δεν ήθελε ούτε να ακούσει κανέναν. Σε αυτόν το βράχο είχε καρφωθεί ο μύλος, σε αυτές τις πέτρες είχε κουβαληθεί με τα σακούλια λίγο χώμα να γίνουν 2-3 πεζούλια για να φυτευτή το κλίμα, η κερασιά, η συκιά και να καλλιεργηθεί λίγο καλαμπόκι, πατάτες φασόλια. Ακόμα με κόπο να λαξευτεί στην πέτρα επάνω λίγος τόπος για να πατήσουν τα μελίσσια του μυλωνά. Όμως τα παιδιά του τα σπούδασε και ο γιός του Δημήτρης έγινε παπάς και δάσκαλος στο Μεγάλο Χωριό. Ήταν ήρωας και μάρτυρας, ο νεότερος Θανάσης Διάκος που τον έριξαν ζωντανό οι Ιταλοί στη φωτιά το Δεκέμβρη του 1942 και δε βρέθηκε τίποτε εκτός από το σύρμα που είχε το σταυρό του. Δεν ήθελε να πάει στο Μεγάλο χωριό και μόνο όταν νοίκιασε το μύλο του στο Μακρή, έφυγε’’.