Παρήλθε το Πάσχα.

“Πλούσιοι και πένητες μετ’ αλλήλων χορεύσατε, εγκρατείς και ράθυμοι την ημέραν τιμήσατε, νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες, ευφράνθητε σήμερον. Η τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες. Ο μόσχος πολύς, μηδείς εξέλθη πεινών.” Το Λόγο τούτον του Χρυσοστόμου και φέτος δεν εφαρμόσαμε. Και στα χρόνια της σκλαβιάς, που οι Τούρκοι σούβλιζαν τους ανυπόταχτους Έλληνες, οι υπόδουλοι Έλληνες σούβλιζαν τον “άκακον άρνα”.

Το Πάσχα, αλλά και σ΄ άλλες μεγάλες γιορτές, πάντα “είχαν αρνιά και ψένανε κριάρια σουβλισμένα”. Κριάρια που περίσσευαν ως βαρβάτα –πάντα αγαθόν εν επαρκεία το αρσενικόν- τα τσοκάναγαν και γίνονταν γαστριμαργία, τραγούδι και χορός.

Το ψήσιμο του αρνιού στη σούβλα ήταν κυρίως συνήθεια των ορεινών. Όλοι είχαν ένα αρνί κι εύκολα εύρισκαν μια ελατοκορφή για σούβλα, δυο ξύλινα διχαλωτά παλούκια για στροφεία της σούβλας κι ένα γομαροφόρτι ξύλα. Επίσης στο κάθε σπίτι υπήρχε μια μικρή σούβλα για το κοκορέτσι κι αν δεν υπήρχε, μια τουφεκόβεργα ή μια γερή κρανίσια λούρα έκαναν καλά τη δουλειά τους.

Στη διοίκηση του σπιτιού μπορεί να εφαρμοζόταν από το νοικοκύρη ένα χαλαρό πολιτικό σύστημα, δημοκρατικό ή δικτατορικό, στο ψήσιμο όμως του αρνιού το σύστημα ήταν καθαρό και αυστηρά πατριαρχικό. Κανένας δεν μπορούσε να παίξει με την πασχαλιάτικη ευωχία, που υλοποιούταν και διατρανωνόταν μ΄ ένα καλοψημένο αρνί. Παντόπτης κι αφέντης όλων ήταν ο νοικοκύρης, τα γυναικόπαιδα άλλα κουβαλούσαν τα ξύλα, άλλα γύριζαν το αρνί κι άλλα έφερναν από το σπίτι τα κεράσματα, όταν αυτά τελείωναν και η πιο όμορφη του νοικοκυριού κερνούσε αφειδώς κρασί και χαμόγελα.

Ευφρόσυνος τελετουργία ήταν το γύρισμα του οβελία. Οι άνθρωποι έσμιγαν και τα χωρατά και τα κουτσοκέφαλα έδιναν κι έπαιρναν.

Ο πρόεδρος έκανε τις περισσότερες επισκέψεις στους ψήνοντες και πανηγυρίζοντες. Σε μία απ΄ αυτές θέλοντας να χωρατέψει με τον ευήθη Θανάση είπε: “To κεφάλι του ψητού να το δώσετε στο Θανάση να το φάει, για να βάλει μυαλό που δεν έχει”. Κι ο Θανάσης του απαντάει: “Για σένα θα κρατήσουμε τ΄ @ρχίδι@, γιατί εσύ απ΄ αυτά δεν έχεις”. Ήταν σ΄ όλους γνωστό ότι ο πρόεδρος ήτανε τσανακογλύφτης των αρχόντων και του κάθε ισχυρού, σύμφωνα με την κατά παράδοση διαχρονική συνήθεια όλων των πολιτικών και όλοι ξέρουμε ότι τ΄ αμελέτητα του ψητού είναι ο καλύτερος μεζές.

Χριστός Ανέστη!